t


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

Σχόλια γύρω από τη ζωγραφική, την τέχνη, τη σύγχρονη σκέψη


Οι επισκέπτες του δικτυακού μας τόπου θα γνωρίσουν νέες πτυχές του ελληνικού τοπίου. Θα έρθουν σε επαφή με τις καλές τέχνες, κυρίως με τη ζωγραφική & τους ζωγράφους, τους έλληνες ζωγράφους, με τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής μας...


Αναδεικνύοντας την ολιστική σημασία του ελληνικού τοπίου, την αδιάσπαστη ενότητα της μυθικής του εικόνας με την τέχνη, τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία και την ποίηση, τη σύγχρονη σκέψη...
-----
καράβια, ζωγραφικη, τοπια, ζωγραφοι, σχολια, ελληνες ζωγραφοι, λογοτεχνια, συγχρονοι ζωγραφοι, σκεψη, θαλασσογραφίες


Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014

Μπωντλαίρ, Άλμπατρος

Ο Στάντης Αποστολίδης έχει αναλάβει το τεράστιο έργο της ολοκληρωμένης παρουσίασης της ποίησης του Μπωντλαίρ στα ελληνικά...Επιτέλους!

Μια πρώτη γεύση από την ανέκδοτη ακόμα μετάφραση του Μπωντλαίρ... 
II
Ἄλμπατρος[1]


Τὰ ναυτικὰ πληρώματα συχνὰ γιὰ νὰ γλεντοῦνε

ἄλμπατρους, τρανὸ τῆς θάλασσας πουλί, νὰ πιάνουν συνηθοῦνε -

σύντροφο ποὺ νωχελικὰ τὴ ρότα ἀκολουθάει

τοῦ καραβιοῦ ἐπάνω ἀπὸ πικρὲς ἀβύσσους νὰ γλιστράῃ...



Μόλις καὶ στὰ σανίδια κάτω τ’ ἀκουμποῦνε

πῶς τοῦ γαλάζιου οἱ βασιλεῖς ἀδέξια, μουδιασμένα,

σπαραξικάρδια ἀφήνουν τὰ λευκά, πελώρια τους φτερά,

ὅμοια κουπιὰ στὰ πλάγια κρεμασμένα...



Πόσο εἶν’ ὁ φτερωτὸς ταξιδευτὴς ζαβὸς καὶ ἄτονος,

ὁ τόσο ὡραῖος ἄλλοτε, γιὰ γέλια τώρα κι ἄσκημος!

Ἕνας μὲ τὸ τσιμπούκι του τὸ ράμφος του ἐρεθίζει,

ἄλλος κουτσαίνοντας αὐτόν  --πετούμενο ἄλλοτε!--  σακάτη πιθηκίζει...



Μὲ τῶν νεφῶν τὸν πρίγκηπα ὁ Ποιητὴς πῶς μοιάζει:

τῆς θύελλας στοιχειό, τοξότες ἀψηφάει·

ἐξόριστος στὴ γῆ, μές στὴν κατακραυγή,

ἐμπόδιο στέκουν τὰ γιγάντια του φτερὰ νὰ περπατάῃ...[2]



[1]             Δυὸ ἀξιόπιστοι μάρτυρες, φίλοι προσωπικοί τοῦ Μπωντλαίρ (E. Prarond καὶ H. Ηignard) θυμόντουσαν πὼς τὸ συγκεκριμένο ποίημα τοὺς τὸ απήγγελλε ὁ ποιητὴς στὰ πρώτα νεανικά του χρόνια (μεταξὺ 1843 καὶ 1846) καὶ πὼς τόχε γράψει στὸ ταξίδι πούχε κάνει μὲ τὴν ἐνηλικίωσή του στοὺς Τροπικούς (1841-2)... Ἀπὸ τὴν ἄλλη, δὲν περιλήφθηκε στὴν πρώτη ἔκδοση τῶν Ἀνθέων τοῦ κακοῦ (1857), παρὰ δημοσιεύτηκε χωριστὰ δυὸ χρόνια ἀργότερα, καὶ μάλιστα ὁ επίσης στενός του φίλος Ch. Αsselineau τοῦ πρότεινε νὰ συμπληρώσῃ τὴν τρίτη στροφή - διόρθωση τὴν ὁποίαν ἀποδέχτηκε ὁ ποιητής, κ’ ἔτσι μπῆκε στὴ δεύτερη ἔκδοση (1861). Ἄρα, νεανικὸ μὲν ἀσφαλῶς, μὰ καὶ συμπληρωμένο ἐκ τῶν ὑστέρων.

Κάμποσα κείμενα ἔχουν προταθῆ ὡς πηγές τῆς ἔμπνευσης (βλ. διεξοδικὰ τὰ σχόλια Αdam), μὲ πιὸ δελεαστικὸ τ’ ὁμότιτλο ποίημα τοῦ μᾶλλον ἄγνωστου Polydore Bounin, γραμμένο ἐπίσης στὸ κατάστρωμα ἑνὸς πλοίου τὸ Μάρτη τοῦ 1836, ὅπου κι αὐτὸς ταξίδευε πέρα ἀπ’ τ’ Ἀκρωτήριο τῆς Καλῆς Ἐλπίδας, καὶ δημοσιευμένο τὸ 1838:

Εt là, triste victime à grand bruit meprisée,

des matelots grossiers misérable risée,

accroupi sur le pont,

sans pouvoir s’ envoler tourmente sa pauvre aile.

καὶ παρακάτω:

L’ un prend entre ses doigts son bec pâle qu’ il serre,

a moitié l’ étouffant,

L’ autre de son pied rude ignoblement le pousse...

Ὅπως στὸν Μπωντλαὶρ εἶνὁ ἄλμπατρος πρίγκηπας τῶν νεφῶν καὶ βασιλιὰς τοῦ γαλάζιου, ἔτσι καὶ στὸν Βοunin ἀναγορεύεται despote des mers, roi majestueux καὶ παρομοιάζεται ἐπίσης μὲ ποιητή...

Ὡστόσο  μένουν ὡρισμένα ἐρωτήματα ἀναπάντητα: εἶχε καμμιὰν ἀνάγκη ὁ Μπωντλαίρ, ἀκόμα κι ἂν ἦταν επηρεασμένος στὰ νειάτα του ἀπὸ κάποιους στίχους, μετὰ ἀπὸ εἴκοσι χρόνια, κἐνῶ πιὰ ἀπελάμβανε πάντως μιᾶς κάποιας φήμης, μὲ τὸ βιβλίο του ἐκδεδομένο πιά, νὰ ξεθάψῃ νεανικά του πονήματα γιὰ νὰ τὰ συμπληρώσῃ, ἰδίως ἂν ἦταν προϊόντα ὠμῆς λογοκλοπῆς; Κοἱ φίλοι του ὅλοι, οἱ λογοτέχνες τοῦ κύκλου του, δὲν τὸν ἀπέτρεψαν, παρὰ τὸν συνεβούλευαν ἀποπάνω νὰ προσθέσῃ κι ἄλλες στροφὲς σἕνα ξεσηκωμένο ποίημα; (Ἕνας Φλωμπέρ, παίρνοντάς το στὰ χέρια του, τὸ χαρακτηρίζει «ἀληθινὸ ἀριστούργημα»!..) Ἐπειδὴ σὲ ἀντίστοιχη περίπτωση μεταξὺ Kαβάφη καὶ Gide (Καβάφης, ἔκδ. Ἀποστολίδη, 12-4), μ’ ἐξίσου χτυπητὲς ὁμοιότητες, ἔχει αποδειχθῆ πὼς ἐπρόκειτο γιὰ  ὤ σ μ ω σ η  λογοτεχνικὴ κι ὄχι γι’ ἀντιγραφή, κι ὁ  α ἰ ώ ν α ς  ὅλος ἐκεῖνος ἔδινε διαπιστωμένα πολὺ συγγενικὲς ἀπογεύσεις σὲ πλειάδα δημιουργῶν, ὅσο πιὸ τρανταχτὲς εἶν’ οἱ παραλληλίες τόσο περισσότερο, κατ’ ἀντίστροφη λογική, ὁ κριτικὸς θὰ πρέπει νὰ δυσπιστῇ σὲ μιὰ τόσο ἄγαρμπη λογοκλοπή - κυρίως ὅταν πρόκειται γιὰ ταλαντούχους ἀναμφισβήτητα, ποὺ δὲν θὰ τοὺς κόστιζε δὰ νὰ παραλλάξουν τό «κλοπιμαῖο», ὥστε νὰ μὴν εἶν’ ἄμεσα ἀναγνωρίσιμο. Κι ὅσο περισσότερα κείμενα, ποιητικὰ ἢ πεζά, ἐπισωρεύουν οἱ κριτικοί πρὸς ἀντιπαραβολή  --κ’ ἐν προκειμένῳ παραθέτουν κι ἀπ’ τὸν Th. Gautier (Terza rima) τὴν εἰκόνα τοῦ ποιητῆ ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ περπατήσει, κι ἀπ’ ἄλλους φράσεις γι’ ἀνθρώπους συνηθισμένους νὰ πετᾶνε μᾶλλον παρὰ νὰ περπατᾶνε καὶ γιὰ κύκνους ποὺ διαπερνοῦν τὰ σύννεφα μὲ τὴ μεγαλειώδη πτήση τους, μὰ μοιάζουν νὰ δυσκολεύωνται στὸ βάδισμα--, ὅλα τοῦτα πείθουν μᾶλλον πὼς  σ ὲ   μ ι ὰ   γ ε ν ι ὰ   ὁ λ ά κ ε ρ η  ὑπόκειται ἐκ τῶν πραγμάτων, καὶ τῶν ἐμπειριῶν, καὶ τῶν ἀντιλήψεων ἐπιβαλλόμενο  κ ο ι ν ὸ  πρότυπο, κι ὄχι πὼς πέσαν ἀλόγιστα ν’ ἀντιγράφουν  ὁ ἕνας τὸν ἄλλον.

   


[2]             Γιὰ τη μετάφραση ἔλαβα ὑπ’ ὄψιν ἐπὶ μέρους ἐπιτεύγματα τοῦ Γ. Σημηριώτη, κυρίως ὅμως τὸν τόνο στὸ Μνημόσυνο γιὰ τὸν Οὐάιλντ τοῦ Φ. Μπαρλᾶ, ὅπου μεταξὺ ἄλλων ἀναφέρεται καὶ στὸ συγκεκριμένο ποίημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: