t


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

Σχόλια γύρω από τη ζωγραφική, την τέχνη, τη σύγχρονη σκέψη


Οι επισκέπτες του δικτυακού μας τόπου θα γνωρίσουν νέες πτυχές του ελληνικού τοπίου. Θα έρθουν σε επαφή με τις καλές τέχνες, κυρίως με τη ζωγραφική & τους ζωγράφους, τους έλληνες ζωγράφους, με τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής μας...


Αναδεικνύοντας την ολιστική σημασία του ελληνικού τοπίου, την αδιάσπαστη ενότητα της μυθικής του εικόνας με την τέχνη, τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία και την ποίηση, τη σύγχρονη σκέψη...
-----
καράβια, ζωγραφικη, τοπια, ζωγραφοι, σχολια, ελληνες ζωγραφοι, λογοτεχνια, συγχρονοι ζωγραφοι, σκεψη, θαλασσογραφίες


Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2012

Χριστούγεννα 2012

Γιάννης Σταύρου, Χριστουγεννιάτικα ρόδια, λάδι σε καμβά

Χρόνια Πολλά, Ευτυχισμένα & Δημιουργικά!

Καλά Χριστούγεννα


ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΕΤΕΙΑΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ: «ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ» ΣΕ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΣΕΡ. ΚΑΚΟΥΡΑ – ΚΩΝ. ΜΠΑΛΩΜΕΝΟΥ


Γιὰ ν  ἀποκτήση κανεὶς γρόσια, ἄλλος τρόπος δὲν εἶναι, πρέπη νάχη μεγάλη τύχη, νὰ εὔρη στραβὸν κόσμο, καὶ νὰ εἶναι αὐτὸς μ  ἕνα μάτι, δὲν τοῦ χρειάζονται δύο. Πρέπει νὰ φάη σπίτια, νὰ καταπιῆ χωράφια, νὰ βουλιάξη καράβια, μὲ τριανταὲξ τὰ ἑκατὸ θαλασσοδάνεια, τὸ διάφορο κεφάλι.
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Τὰ βενέτικα”

   Ὁ Θεός, ὅστις ἔκαμε τὰς ἀράχνας διὰ νὰ συλλαμβάνουν τὰς μυΐας, παρεχώρησε νὰ ὑπάρχουν οἱ τοκογλύφοι, διὰ νὰ τιμωροῦνται οἱ μέθυσοι καὶ οἱ ὀκνηροί.
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ὁ πεντάρφανος”..

- Καὶ τὰ κουνούπια πῶς νὰ ηὔραν τρόπον κι ἐσώθησαν εἰς τὴν Κιβωτόν; Κι ἡ μύγα; καὶ τὰ μυιγαράκια; κι οἱ μουσίτσες; -Καὶ τὰ μικρόβια; (…) -Κι ὁ ψύλλος, τάχα, ποῦ νὰ ἐτρύπωσε, καὶ κατώρθωσε νὰ γλυτώση; εἶπεν ἡ δασκάλα.
- Δὲν ἀμφιβάλλω, ὅτι στὴν κάλτσα τῆς Νώενας θὰ ἐχώθη, ἀπήντησεν ἡ μεγαλόσωμος. Ὅλοι ἐκάγχασαν. - Μὰ ἡ ψείρα;
- Ὤ, ἡ ψείρα; Χωρὶς ἄλλο θὰ ἐκόλλησε στὴ γενειάδα τοῦ Νῶε.
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ κάλτσα τῆς Νώενας”


«… Ὤ! ἑπτάκις μόνον !… ἐβδομηκοντάκις ἑπτὰ θὰ εἶχον τώρα ἀνάγκην νὰ περιζώσω τὸν ναὸν τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας !… Τοσάκις εἶχε περιεζωσμένην τὴν καρδίαν μου ἡ ἄκανθα τῆς πικρᾶς ἀγάπης, τοσάκις τὴν εἶχε περισφίξει τὸ ἑρπετὸν πάθος, τὸ δολερόν…εὐλαβούμην νὰ εἴπω εἰς τὴν Ἁγίαν, ἠσχυνόμην νὰ ὁμολογήσω πρὸς ἐμαυτόν, ὅτι ἤμην, ὀψὲ ἤδη τῆς ἡλικίας, λεία τοῦ πάθους καὶ ἕρμαιον… Ἀλλὰ πρὸς τί νὰ προσφέρω λαμπάδας καὶ μοσχολίβανον, πρὸς τί νὰ περιζώσω μὲ κηρία τὸν ναὸν ; Ἡ Ἁγία ἠδύνατο ἴσως νὰ μὲ θεραπεύσει, ἀλλ᾿ ἐγὼ δὲν ἐπεθύμουν νὰ θεραπευθῶ. Θὰ ἐπροτίμων νὰ καίωμαι εἰς τὴν φλόγαν τὴν βραδείαν… Ὑπάρχουν εἰς τὸν Παράδεισον Ἅγιοι δεχόμενοι τὰς εὐχᾶς τῶν ἐρώντων; … Τάχα ἐκεῖ, δίπλα εἰς τὸ παρεκκλήσιον τῆς Φαρμακολυτρίας, εἰς τὸ παλαιὸν ἐκεῖνο μεγαλομάρμαρον κτήριον, τὸ αἰνιγματῶδες, νὰ ὑπῆρχε τὸ πάλαι ἱερόν της Ἀφροδίτης, νὰ ὑπῆρχε βωμὸς τοῦ Ἔρωτος ;
  Ω ! καὶ ὅμως ἐτηκόμην… ὤρας–ωρας ἐπεθύμουν, εἰ δυνατόν, νὰ ἰατρευθῶ.
Βοήθει, Ἁγία Ἀναστασία…»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ Φαρμακολύτρια”

«… Τὸ σκολειὸ δὲν ἔγινε γιὰ νὰ μαθαίνουν τὰ παιδιὰ γράμματα. Ἔγινε γιὰ νὰ μαζώνουνται οἱ κλῆρες, τὰ παλιόπαιδα, τὰ διαβολόπουλα. Πῶς μπορεῖ, τὸ λοιπόν, ἕνας γονιὸς νὰ τὰ ἔχει μπελὰ ἀπ᾿ τὸ πρωὶ ὡς τὸ βράδυ ; Καὶ ποῦ συφτάνεται ἕνας φτωχὸς νὰ τὰ θρέψει ; Μπορεῖ νὰ τὰ χορταίνει κομμάτια ; Μήπως χορταίνουν, οἱ διαόλοι, ποτὲ ; Καὶ εἶναι ἱκανὴ μία χήρα γυναίκα νὰ τρέχει ἀπὸ γιαλὸ σὲ γιαλό, ἀπὸ βράχο σὲ βράχο, γιὰ νὰ τὰ συμμαζώνει ; Γιατί πληρώνεται ὁ δάσκαλος ; Γιὰ νὰ ἔχει τὸ βάρος αὐτό, νὰ εἶναι οἱ γονιοὶ ἥσυχοι.
  Ὅταν εἶναι συμμαζωμένα ἐκεῖ – δά, μὲς στὸ σκολειό, γλιτώνει ὁ γονιὸς καὶ κάμποσα κομμάτια, παραδείγματος χάριν. Ἂς τρῶνε τὰ θρανία, ποὺ εἶναι ξύλινα, ἂς τρῶνε τοὺς πίνακες καὶ τὰ χαρτιά τους, τοὺς τοίχους καὶ τὸ πάτωμα, γιὰ νὰ εἶναι οἱ νοικοκυραῖοι ἠσυχότεροι γιὰ τὲς ἀχλαδιές των, τὲς βερικοκιές των, τὲς συκιές καὶ τ᾿ ἀμπέλια των. Ἡ καθεμιὰ πανδρεμένη, τὸ λοιπόν, πρέπει νὰ ἔχει μέρος γιὰ νὰ ξεφορτώνεται τὴν κλήρα της, ποὺ οἱ πλιότεροι ἄνδρες λείπουν χρόνο - χρονικῆς, ἡ καθεμιὰ χήρα πρέπει νὰ ἔχει μέρος γιὰ νὰ ρίχνει τὸ στριγγλικό της, τ᾿ ἀρφανό της. Ἡ καθεμιὰ ἀρχόντισσα νὰ ἔχει μέρος γιὰ νὰ βάζει τὸν πάπο της, τὸν χῆνο της, κι ἡ καθεμιὰ φτωχὴ τὸ θάρρος της καὶ τὴν ἀπαντοχή της. Αὐτά…»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ δασκαλομάνα”

    Ἡ γλώσσα αὕτη, εἰς ἣν εἶναι γεγραμμένα τὸ τὲ Εὐαγγέλιον καὶ τὰ ἱερὰ ἄσματα, ἔχει τὸ μοναδικὸν εἰς τὸν κόσμον προνόμιον νὰ ἐξακολουθῆ καὶ μετὰ εἴκοσι αἰώνας νὰ εἶναι ζωντανή, εἰς τὴν ἀκοὴ τουλάχιστον. Ἂς δοκιμάση τὶς νὰ μεταφράση ἐν τροπάριον εἰς τὴν δημώδη, καὶ τότε θὰ ἴδη ὅτι ἡ γλώσσα ἥτις εἶναι ζωντανὴ εἰς τὰ ἡρωικὰ καὶ ἐρωτικὰ ἄσματα τοῦ λαοῦ, εἶναι ψυχρὰ μέχρι νεκροφανείας διὰ τὰ τροπάρια. π.χ. "Ἀνοίξω τὸ στόμα μου, καὶ πληρωθήσεται πνεύματος…" Θ᾿ ἀνοίξω τὸ στόμα μου, καὶ θὰ γεμίση πνέμμα (ἢ πλέμμα, ἢ καὶ πλέγμα) καὶ λόγο θὰ βγάλω (διότι πῶς ἄλλως θ᾿ ἀποδοθῆ ἡ μεταφορὰ ἢ ἡ μετωνυμία τοῦ ἐρεύξομαι;). "Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σὲ τὴν Θεοτόκον…" Ἀξίζει ἀληθινὰ νὰ σὲ καλοτυχίζουμε σένα τὴ Θεοτόκο, ποῦ εἶσαι πάντα καλότυχη, καὶ καθαρώτατη, καὶ μάννα τοῦ Θεοῦ μας.
Μεταξὺ ὅλων των ἐπαγγελμάτων, εἰς ὅλον τὸ Γένος, περνᾶ ἐξόχως τὸ ἐπάγγελμα τῆς θρησκείας, καθὼς καὶ τὸ τοῦ πατριωτισμοῦ.
Ἐγὼ εἶμαι τέκνον γνήσιόν της Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐκπροσωπουμένης ὑπὸ τῶν ἐπισκόπων της. Ἐὰν δὲ τυχὸν πολλοὶ τούτων εἶναι ἁμαρτωλοί, ἁρμοδία νὰ κρίνη εἶναι μόνον ἡ Ἐκκλησία, καὶ μόνον τὸ ἄπειρον ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἡμεῖς πρέπει νὰ ἐπικαλώμεθα.
Ἡ μεγαλυτέρα αἰτία τῆς παρακμῆς τῶν μοναστηρίων εἶναι ἡ σκανδαλώδης ἀνάμιξις τῆς Πολιτείας καὶ τῶν κοσμικῶν προσώπων εἰς τὰ καλογηρικὰ πράγματα.
Ὁ Χριστὸς εἶπεν "Ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω" καὶ ἀπεφάνθη ὅτι ὁ τελειότερος βίος δὲν εἶναι δὶ᾿ ὅλους, ἀλλὰ δὶ᾿ ἐκείνους "οἶς δέδοται", ἐννοῶν τὴν ἁγνείαν καὶ τὴν ἀκτημοσύνην, ἅτινα εἶναι ἡ βάσις τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Ἀλλὰ θὰ εἴπης ὅτι τώρα ἡ καλογερικὴ ἐξέπεσε. Καὶ τί δὲν ἐξέπεσεν; Ὅλοι οἱ παλαιοὶ θεσμοὶ εἶναι καλοί, ὅλους τους ἐνόθευσεν ἡ ἀμάθεια καὶ ἡ κακία.
Ἡ ἠθικὴ δὲν εἶναι ἐπάγγελμα καὶ ὅστις ὡς ἐπάγγελμα θέλει νὰ τὴν μετέλθη, πλανᾶται οἰκτρῶς καὶ γίνεται γελοῖος.
Ἠξεύρω ὅτι οὐδεὶς τολμᾶ πότε ν  ἀτενίση ἐντὸς ἐαυτοῦ, ὡς εἰς βαθὺ καὶ ἀπύθμενον φρέαρ, πρὸς ὃ ἰλιγγιὰ ἡ ὅρασις. Κατοπτρίζεσθε μᾶλλον ἐν τοῖς πράγμασι τοῦ πλησίον καὶ εὐλόγως πράττετε.
Ἡ πλουτοκρατία ἦτο καὶ θὰ εἶναι ὁ μόνιμος ἄρχων τοῦ κόσμου, ὁ διαρκῆς ἀντίχριστος. Αὕτη γεννὰ τὴν ἀδικίαν, αὕτη τρέφει τὴν κακουργίαν, αὕτη φθείρει σώματα καὶ ψυχᾶς. Αὕτη καταστρέφει κοινωνίας νεοπαγεῖς.
Τὶς ἠμύνθη περὶ πάτρης; Καὶ τί πταίει ἡ γλαῦξ, ἡ θρηνωδοῦσα ἐπὶ τῶν ἐρειπίων; Πταίουν οἱ πλάσαντες τὰ ἐρείπια. Καὶ τὰ ἐρείπια τὰ ἔπλασαν οἱ κακοὶ κυβερνῆται τῆς Ἑλλάδος.
Ἄλλως, διὰ νὰ γίνουν νέα θρησκευτικὰ ἄσματα πρέπει νὰ γίνη πρῶτα καὶ νέα θρησκεία... Ἂς δοκιμάσουν λοιπὸν ἐκεῖνοι ποῦ τὰ ὀνειροπολοῦν αὐτὰ νὰ κάμουν θρησκείαν χειροποίητον, θρησκείαν γιὰ τὰ κέφια τους καὶ τότε θὰ καταλάβουν καὶ οἱ ἴδιοι πόσον εἶναι μωροὶ καὶ τυφλοί.
Ἀλ. Παπαδιαμάντης

Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

τίποτα δὲν εἶναι πιὰ νὰ ξαναρχίσει...


ἐκεῖ ποὺ σβήνεις ἕνα-ἕνα τὰ φῶτα σου στὸν οὐρανὸ
καὶ τίποτα δὲν εἶναι πιὰ νὰ ξαναρχίσει...

 Γιάννης Σταύρου, Μετά τη βροχή, λάδι σε καμβά

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
Τελευταίος σταθμός

Αὐτὸ τὸ βράδυ στάθηκε τὸ πιὸ γλυφό. Τὸ ἤπια
σταλαματιά-σταλαματιὰ καθὼς σκεφτόμουνα
πὼς ὅ,τι δόθηκε δὲν παίζει μὲ τ’ ἀποσιωπητικὰ
δὲ μιλᾶ τὴ γλώσσα τῆς ἐπιστροφῆς θὰ ξανάρθω μὲ τὰ
πρωτοβρόχια
Αὐτὸ τὸ βράδυ ἔφυγε ἀκόμα ἕνας. Χάθηκε
ἐκεῖ ποὺ σβήνεις ἕνα-ἕνα τὰ φῶτα σου στὸν οὐρανὸ
καὶ τίποτα δὲν εἶναι πιὰ νὰ ξαναρχίσει
Κι’ ἐγὼ νὰ σκέφτομαι τὸ βράδυ αὐτό, νὰ μὴ μπορῶ νὰ μιλήσω.
Τὰ μάτια ὑγρά, τὸ στόμα ὑγρό, τὰ μαλλιὰ μουσκεμένα
σὰν τὰ παράθυρα σ’ ἕνα βαγόνι τρίτης θέσης
καὶ βλέπεις ἀόριστα πὼς τίποτε πιὰ δὲν ὠφελεῖ
μὲς στὰ χαλαρωμένα χέρια καὶ στὰ πεσμένα μαλλιά σου

Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

H Kαρχηδόνα να καταστραφεί...

Μοναδική ελπίδα:
«H Kαρχηδόνα να καταστραφεί» – το υπάρχον πολιτικό σύστημα συνταγματικά να εκλείψει.

Ζωρζ Ρουώ, Οι τρεις δικαστές, λάδι (1929-1939)

Χρήστος Γιανναράς
H αμετανοησία είναι αυτοχειρία
(Καθημερινή, 10 Δεκεμβρίου 2012)


Kάθε μέρα που περνάει, κάθε ώρα, ο κίνδυνος του χάους μεγαλώνει. Πριν από τρία χρόνια οι δυνατότητες να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά τα εγκλήματα της κομματοκρατίας ήταν πολλές και άμεσα διαχειρίσιμες, πριν από δύο χρόνια αρκετές, πριν από ένα χρόνο ελάχιστες αλλά υπαρκτές. Σήμερα στον ορίζοντα δεν υπάρχει σημάδι ελπίδας.
H αμετανοησία του πολιτικού συστήματος, η αδυναμία του να αναμετρηθεί με τις εφιαλτικές για την ελλαδική κοινωνία συνέπειες της μωρίας-ανικανότητας-φαυλότητας των διαχειριστών του, βυθίζει στον πνιγμό και στην απόγνωση εκατομμύρια Eλληνες. Kάθε μέρα που περνάει, κάθε ώρα, επιβεβαιώνεται ο ρεαλισμός της περιφρονημένης, τρία χρόνια τώρα, λογικής: Eίναι παραφροσύνη να ανατίθεται στους αίτιους και αυτουργούς των εγκλημάτων η σωτηρία από τις συνέπειες των εγκλημάτων.
Eίναι αμετανόητοι. H χώρα σφαδάζει, η ανεργία 33% στον ιδιωτικό τομέα, το κοινωνικό κράτος απάνθρωπα αποσυντεθειμένο, συσσίτια οργανώνονται από ιδιώτες για παιδιά που λιμοκτονούν. Kαι τα κόμματα αδύνατο να σκεφτούν και να ενεργήσουν δίχως τη σκοπιμότητα της επανεκλογής τους. Eστησε φιέστα πανηγυρισμών η κυβέρνηση για την απόφαση του Γιουρογκρούπ να εκταμιεύσει την επόμενη δόση χρηματοδότησης. Nα την εκταμιεύσει «αν και εφόσον» – η προϋπόθεση για την εκταμίευση δεν ξεμύτιζε στο στημένο πανηγύρι. «Aν και εφόσον» επιτευχθεί «εθελοντική» επαναγορά των ελληνικών ομολόγων. Aλλά αντί να εξηγήσει ο πρωθυπουργός με ποιο τίμημα θα εξασφαλίσει, σε ένα δεκαπενθήμερο, τη σωτήρια «επαναγορά», βγήκε απλώς, με αυτάρεσκο, ξιπασμένο χαμόγελο, να αναμασήσει το χιλιοφθαρμένο αερολόγημα: «Aύριο ξεκινάει μια καινούργια μέρα»!
Eπιτέλους, και να συντελεστεί θαυματουργικά η «εθελοντική» επαναγορά ομολόγων και να αρχίσει να εισρέει η πολυπόθητη δόση (όχι βέβαια στο κρατικό ταμείο, η συναλλαγή δεν σημαίνει και εμπιστοσύνη στους αφερέγγυους πολιτικούς μας), κάθε απόκλιση από την εφαρμογή του προγράμματος θα αποκαθίσταται στο εξής πάραυτα με ισόποσες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. Aυτή την υποταγή σε σισύφεια, ανέλπιδη ειλωτεία την παρέκαμψαν οι κυβερνητικοί πανηγυρισμοί, αν και είναι αυτή που σημαδεύει, σαν καίρια ιστορική καμπή, το μέλλον του Eλληνισμού, αυτή θα συνοδεύει στην ιστορική μνήμη το όνομα του Aντώνη Σαμαρά.
Σημάδι αμετανοησίας επιπρόσθετο, τεκμήριο καθήλωσης στο τέλμα ανήκεστης παρακμής: η καταψήφιση από τη Bουλή πρότασης για διερεύνηση ευθυνών σχετικά με την υπαγωγή της Eλλάδας σε καθεστώς «επιτροπείας» και τη δέσμευσή της σε «Mνημόνια» εγνωσμένως ατελέσφορα. Tην ίδια αυτή πρόταση προωθούσε ο κ. Σαμαράς όταν ήταν στην αντιπολίτευση. Tώρα που οι τότε εναγόμενοι στηρίζουν την πρωθυπουργία του, το κόμμα του καταψηφίζει την πρόταση διερεύνησης των ενοχών για το πελώριο κοινωνικό έγκλημα.
H οικονομική καταστροφή μιας χώρας είναι επιφαινόμενο: αποτέλεσμα και όχι αιτία παρακμιακής κατρακύλας. H ευτέλεια, αναποτελεσματικότητα και φαυλότητα του πολιτικού μας συστήματος δεν έγκειται μόνο στο αυτονόητο της ασυνέπειας, στο ξέγνοιαστο (απολύτως ανένοχο) για τους πολιτικούς «είπα-ξείπα». Eγκειται κυρίως στον ψυχοπαθολογικά εδραιωμένον αποκλεισμό της ειλικρίνειας από την πολιτική. Δεν διανοείται ο κ. Σαμαράς την τόλμη να βγει δημόσια και να εξηγήσει στους πολίτες ποιοι εκβιασμοί, ποια διλήμματα, ποια αδήριτη ίσως ανάγκη τον υποχρέωσαν να καταψηφίσει την πρόταση που ο ίδιος πριν κάποιον καιρό προωθούσε. Ποια ιεράρχηση προτεραιοτήτων τον οδήγησε να αναστείλει το αίτημα παραπομπής στο κακουργοδικείο των πολιτικών που πρακτόρευσαν εν ψυχρώ την άνευ όρων υποταγή του Eλληνισμού στη διεθνή επιτροπεία, την άνευ όρων παραίτηση από την εθνική κυριαρχία, τον βυθισμό ενός ολόκληρου λαού στον εφιάλτη της ανεργίας, στη στέρηση, στον πανικό της ανασφάλειας.
H τίμια γλώσσα, ο ρεαλισμός των διαπιστώσεων, η καταπρόσωπο αντιμετώπιση της πραγματικότητας χωρίς εξωραϊστικές υπεκφυγές ή ψευτοπαρηγόριες, είναι πρωτεύουσα προϋπόθεση οποιασδήποτε προσπάθειας για ανάκαμψη από τη σερνάμενη δυστυχία της παρακμής. Kαι σε αυτή την προϋπόθεση το ελλαδικό πολιτικό σύστημα είναι αδύνατο να ανταποκριθεί, βεβαιώνεται εκ των πραγμάτων η αδυναμία του. H μεταποίηση της υπουργίας των κοινών σε επαγγελματική καριέρα οδηγεί, σχεδόν νομοτελειακά, σε νόσο ανίατη, ψυχική νόσο, κλινικά οριζόμενη ως «απώλεια επαφής με την πραγματικότητα». Aνθρωποι εξόφθαλμης μετριότητας φυσικών προσόντων, με κατάρτιση που δύσκολα θα εξασφάλιζε βιοπορισμό –ή και κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις με φυσικά προσόντα και τίτλους ακαδημαϊκούς που όμως σαφώς δεν επαρκούσαν για κατάκτηση της δημοσιότητας– εισέρχονται ξαφνικά στον εκθαμβωτικό κόσμο της εικονικής πραγματικότητας, των προβολέων και των φλας, της μεθοδικής διαφημιστικής προβολής και της κοινής «αναγνωρισιμότητας». Kαι βρίσκονται, από τη μια μέρα στην άλλη, να ζουν ζωή των κάποτε πριγκίπων ή σήμερα των γόνων του μυθώδους πλούτου – πώς να αντέξει το μυαλό σε τέτοια παραμυθένια αλλαγή, πώς να μην «ψηλώσει ο νους» τους;
Xάνουν την επαφή με την πραγματικότητα. Aκόμα και όσοι έχουν βάναυσα προκαλέσει την κοινή οργή, πρώην υπουργοί Oικονομικών, ένοχοι κραυγαλέων κοινωνικών εγκλημάτων, ή Παιδείας, αηδιαστικά εξευτελισμένοι για την ανικανότητα και φαυλότητά τους, ή Eξωτερικών, πασίγνωστοι για τον εξαγορασμένο ενδοτισμό τους, ή Πρόεδροι της Bουλής, παχυδερμικά αδιάφοροι που συνελήφθησαν να βωμολοχούν με τη γλώσσα του υποκόσμου – ατέλειωτες περιπτώσεις των διασυρμένων στην κοινή συνείδηση. Kαι τους βλέπετε να κυκλοφορούν σε δεξιώσεις, σε δημόσια «στέκια», σε σαλόνια, αγέρωχοι, μαχητικά αυτοαμνηστευμένοι, δίχως ίχνος ντροπής, συστολής ή ανησυχίας για τυχόν ευθύνες τους που σήμερα η χώρα ξεψυχάει.
Aξίζει να μελετήσει κανείς τα βιβλία που γράφουν όσοι ελάχιστοι συμβιβάζονται με την παραδοχή ότι είναι απόμαχοι της πολιτικής: Γράφουν, όχι για να συνοψίσουν αγωνία και προβληματισμό για τα πεπραγμένα τους, όχι για να καταθέσουν την έμπονη πείρα τους κατασταλαγμένη σε εξειδικευμένες ρεαλιστικές προτάσεις, όχι. Γράφουν μόνο για να δηλώσουν ότι «ήμουν και εγώ εκεί». Eκεί όπου η πολιτική πραγματωνόταν με τους όρους του εντυπωσιασμού που επιβάλλει η κατάκτηση της δημοσιότητας: χειραψίες με διεθνείς βεντέτες, κορδέλες που κόβονται για να εγκαινιάσουν «έργα» καταλήστευσης του δημόσιου χρήματος, αγορεύσεις από βήματα αυτάρεσκης κενολογίας. «Hμουν και εγώ εκεί», εκεί, στη ζωή των επαγγελματιών πριγκίπων, των χρυσαμειβόμενων κομπάρσων σε ένα παιχνίδι «μπριτζ» ή σκακιού, που έκρινε τη ζωή ή τον θάνατο, το ιστορικό τέλος λαού-φορέα πρότασης πανανθρώπινα πολύτιμης.
Mοναδική ελπίδα: «H Kαρχηδόνα να καταστραφεί» – το υπάρχον πολιτικό σύστημα συνταγματικά να εκλείψει.

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

Π. Κονδύλης: όταν χάνονται τα όρια ανάμεσα σε πόλεμο και ειρήνη...

 Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μονόπλευρη, όπως διατείνονται οι ιδιοτελείς ή οι αφελείς θιασιώτες της, δεν θα αφορά δηλαδή μόνον τις χρηματιστηριακές και τις επενδυτικές εργασίες ή τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά θα επεκταθεί εξ ίσου και στην ανομία, στο οργανωμένο και στο ανοργάνωτο έγκλημα, στη διεκδίκηση των πάντων εκ μέρους των πάντων, όπου τον αγώνα των κρατών και των εθνών θα τον διαδεχθεί, τουλάχιστον εν μέρει, ο αγώνας του ανθρώπου προς άνθρωπο.

 

Δυστυχώς για τον 21ο αιώνα, υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτό διόλου δεν θα είναι το έσχατο σκαλί, στο οποίο θα ξεπέσει η τέχνη και η πραγματικότητα του πολέμου, δεν θα είναι ούτε καν χαοτικές συγκρούσεις, σαν τον συγακαιρινό μας εμφύλιο πόλεμο στο Αφγανιστάν. Γιατί σε όλες αυτές τις μορφές πολέμου υπάρχει, έτσι κι αλλιώς, μια κρατική, εθνική ή πάντως πολιτική κατεύθυνση και αρχή, κάτι που διέπει σκοπούς και χαράζει κάποια, οσοδήποτε χαλαρά, όρια. Όμως οι ένοπλες συγκρούσεις για σκοπούς επιβίωσης ή διαρπαγής μέσα σε συνθήκες διαδεδομένης ανομίας δεν θα γνωρίζουν όρια - ούτε ανάμεσα σε πόλεμο και ειρήνη, ούτε ανάμεσα σε πόλεμο και έγκλημα· θα διεξάγονται δηλαδή πέραν και ανεξαρτήτως κάθε κρατικής και πολιτικής αρχής ή νομιμοφροσύνης και θα συνιστούν τρόπον τινά την επέκταση του νεοφιλελεύθερου δόγματος της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στον τομέα των πολεμικών επιχειρήσεων... υπάρχει κάτι χειρότερο από την κρατική οργάνωση, με τον αξιωματικό και τους στρατιώτες του: υπάρχει η ανομία, με τον πολέμαρχο και τα παλικάρια του...

Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μονόπλευρη, όπως διατείνονται οι ιδιοτελείς ή οι αφελείς θιασιώτες της, δεν θα αφορά δηλαδή μόνον τις χρηματιστηριακές και τις επενδυτικές εργασίες ή τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά θα επεκταθεί εξ ίσου και στην ανομία, στο οργανωμένο και στο ανοργάνωτο έγκλημα, στη διεκδίκηση των πάντων εκ μέρους των πάντων, όπου τον αγώνα των κρατών και των εθνών θα τον διαδεχθεί, τουλάχιστον εν μέρει, ο αγώνας του ανθρώπου προς άνθρωπο. Τότε η έννοια του "ολοκληρωτικού πολέμου" θ' αλλάξει κι αυτή. Δεν θα σημαίνει, όπως στον Πρώτο και στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, την άμεση ή την έμμεση επιστράτευση όλου του ικανού πληθυσμού, είτε στο μέτωπο είτε στα μετόπισθεν, για την παραγωγή όπλων και πολεμοφοδίων, χωρίς όμως να καταργείται οπωσδήποτε ή εντελώς η διάκριση μεταξύ μάχιμων και αμάχων. Θα σημαίνει ακριβώς το αντίστροφο: αφού τα όπλα παράγονται σχετικά φτηνά και γρήγορα, και καθώς η δύναμη πυρός αυξάνει συνεχώς σ' όλα τα οπλικά επίπεδα, δεν χρειάζεται πια να επιστρατευθούν μάζες για την παραγωγή και τη διάδοσή τους· όμως συνάμα χάνεται το νόμιμο μονοπώλιο της ένοπλης βίας, σβήνουν τα όρια ανάμεσα σε μαχίμους και αμάχους, ανάμεσα σε πολεμική και εγκληματική πράξη, ανάμεσα σε πόλεμο και ειρήνη. Και όταν χάνονται τα όρια ανάμεσα σε πόλεμο και ειρήνη, δεν απορροφά η ειρήνη τον πόλεμο: ο πόλεμος καταπίνει την ειρήνη, και γίνεται ολοκληρωτικός με την εφιαλτικότερη έννοια του όρου.

Παναγιώτης Κονδύλης
Θεωρία του Πολέμου, Θερμός Πόλεμος μετά τον Ψυχρό Πόλεμο (σελ. 379-380), Εκδ. Θεμέλιο

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Π. Κονδύλης: για τους Έλληνες διανοούμενους...

 Γιάννης Σταύρου, Καφές & βιβλία, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια)

Θα ήταν βέβαια μάταιο ν’ αναμένει κανείς από τους συγκαιρινούς Έλληνες διανοουμένους να δώσουν εκείνοι ό,τι αδυνατεί να δώσει ο κατά τεκμήριο αρμοδιότερος «πολιτικός κόσμος».
 

Όχι μόνον επειδή οι ίδιοι είναι κατακερματισμένοι σε ομάδες επίσης κατακερματισμένες σε εν πολλοίς αυτιστικά άτομα, όχι μόνον επειδή η γενική τους μόρφωση θυμίζει ως προς το ποιόν και τη συγκρότησή της τον αεριτζίδικο και αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα της ελληνικής οικονομικής δραστηριότητας, όχι μόνον επειδή για τις παγκόσμιες πολιτικοοικονομικές εξελίξεις γνωρίζουν συνήθως ακόμα λιγότερα και από τα όσα επιφανειακά και ασυνάρτητα γράφονται στις ελληνικές εφημερίδες, αλλά και για έναν πρόσθετο λόγο: επειδή αντιλαμβάνονται την πολιτική με βάση φιλολογικές ή ηθικολογικές κατηγορίες και επιχειρούν πολιτικές αποφάνσεις στο επίπεδο των αντίστοιχων νερουλών γενικεύσεων.

Πλείστοι όσοι «αριστεροί» διανοούμενοι πέρασαν τη ζωή τους κανοναρχώντας ότι η οικονομία είναι η «βάση» και τα υπόλοιπα το «εποικοδόμημα», χωρίς ωστόσο ποτέ τους να πληροφορηθούν τι σημαίνει εθνικό εισόδημα ή ισοζύγιο πληρωμών και χωρίς ποτέ να προσπαθήσουν να κατανοήσουν τα συγκεκριμένα προβλήματα της χώρας τους ξεκινώντας (και) από τέτοια μεγέθη.

Γι’ άλλους πάλι, οι οποίοι κηρύσσουν .την υπεροχή ή και την παντοδυναμία τού «πολιτισμού» η τού «πνεύματος», η αφ’ υψηλού θεώρηση ή η άγνοια οικονομικών, γεωπολιτικών ή στρατιωτικών παραγόντων μπορεί και ν’ αποτελεί περίπου τίτλο τιμής.

Βεβαίως, μία παλαιά και δόκιμη κοινωνιολογική διάκριση μας λέει ότι διανοούμενος και επιστήμονας είναι δύο διαφορετικά πράγματα, εφ’ όσον κύριο μέλημα του δεύτερου είναι η συναγωγή πορισμάτων από τη μεθοδευμένη συλλογή και ταξινόμηση εμπειρικού υλικού, ενώ ο πρώτος ενδιαφέρεται περισσότερο να εμφανισθεί ως ταγός της κοινωνίας μέσω της διακήρυξης διαφόρων ηθικών, αισθητικών και άλλων ιδεωδών.

Απ’ αυτή την άποψη δεν θα έπρεπε να περιμένει κανείς από Έλληνες διανοουμένους να προσφέρουν ό,τι εξ ορισμού δεν μπορούν να δώσουν.
Παναγιώτης Κονδύλης

Πηγή
http://logikiellada.blogspot.com/#ixzz2DR3H6FUN

Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012

Μόνη ελπίδα η τεχνητή νοημοσύνη...

Λέτε να βρέθηκε η λύση;

Επιτέλους να...απαλλαγούμε από τον ταχύτατα αυξανόμενο βάρβαρο εκφυλισμό του είδους μας;

Ήρθε η ώρα της τεχνητής νοημοσύνης...

 Θαλής Παπακωνσταντίνου, Σχέδιο

Ακολουθεί σχετικό άρθρο:  
Πρώτο Θέμα, 26-11-2012

Θέμα χρόνου οι υπολογιστές να απειλήσουν την ίδια μας την ύπαρξη

Κορυφαίοι διανοητές και επιστήμονες του βρετανικού πανεπιστημίου Κέμπριτζ ανησυχούν ότι είναι θέμα χρόνου τα επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνολογίας, ιδίως οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, να γίνουν τόσο έξυπνοι και ικανοί, που να στραφούν εναντίον των ανθρώπων που τους δημιούργησαν, απειλώντας έτσι την ίδια την ύπαρξη της ανθρωπότητας.

Γι' αυτό το λόγο, ορισμένοι επιφανείς ακαδημαϊκοί αποφάσισαν να πάρουν πιο σοβαρά το ζήτημα και να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να δημιουργήσουν εντός του 2013 ένα νέο επιστημονικό Κέντρο για τη Μελέτη του Υπαρξιακού Κινδύνου (www.cser.org).

Μεταξύ των πρωτεργατών της πρωτοβουλίας είναι ο Χάου Πράις, καθηγητής φιλοσοφίας στην έδρα «Μπέρτραντ Ράσελ», ο βασιλικός αστρονόμος και καθηγητής κοσμολογίας και αστροφυσικής λόρδος Μάρτιν Ρις, μέχρι πρόσφατα πρόεδρος της Βασιλικής Εταιρίας Επιστημών, καθώς και ο προγραμματιστής λογισμικού Γιαν Τάλιν, ένας από τους ιδρυτές του Skype και εσχάτως «ευαγγελιστής» των δυνητικών τεχνο-απειλών.

Το νέο Κέντρο θα καταπιαστεί με κάθε τεχνολογία και ανθρωπογενές φαινόμενο που μπορεί να απειλήσει την ύπαρξη της ανθρωπότητας, όπως η βιοτεχνολογία- συνθετική βιολογία, η νανοτεχνολογία, η ακραία κλιματική αλλαγή και η τεχνητή νοημοσύνη.

Όπως είπε ο Πράις, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του βρετανικού πανεπιστημίου, «στην περίπτωση της τεχνητής νοημοσύνης, κάποια στιγμή, σε αυτόν ή τον επόμενο αιώνα, μπορεί να αντιμετωπίσουμε μία από τις μείζονες μεταβολές στην ανθρώπινη -ίσως και ακόμα και στην κοσμική- ιστορία, όταν η τεχνητή νοημοσύνη θα ξεφύγει πια από τους περιορισμούς της βιολογίας». Στο μέλλον, προειδοποίησε, «όταν δεν θα είμαστε πλέον τα εξυπνότερα όντα στον πλανήτη», η ανθρωπότητα μπορεί να βρίσκεται «στο έλεος μηχανών που δεν θα είναι κακόβουλες, απλώς τα ενδιαφέροντά τους δεν θα μας συμπεριλαμβάνουν».

«Πρέπει να πάρουμε σοβαρά την πιθανότητα ότι ίσως κάποια στιγμή θα ανοίξει το "κουτί της Πανδώρας" εξαιτίας της τεχνητής νοημοσύνης και τότε μπορεί να αποδειχτεί καταστροφική. Μπορεί να φθάσει κάποτε η κρίσιμη στιγμή που οι υπολογιστές θα αποκτήσουν την ανθρώπινη ικανότητα να γράφουν τα δικά τους προγράμματα λογισμικού και να αναπτύσσουν τις δικές τους τεχνολογίες, αφήνοντας πλέον για πάντα πίσω τους την ανθρωπότητα», πρόσθεσε.

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Χαθείτε με τη μία, δάση κι ωκεανοί...

Τ' αστέρια πια να σβήσουνε, καμμιά δε τα 'χω χρεία...
Κρύψτε το φως του φεγγαριού... Και βγάλτε μου παρακαλώ
τον ήλιο απ' τη πρίζα... Χαθείτε με τη μία,
δάση κι ωκεανοί... Τίποτε πια για 'με δε θα 'ν' καλό...

Γιάννης Σταύρου, Βιβλία, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια)

Γ.Χ. Ώντεν

Funeral Blues

Σταμάτα χρόνε πια κι εσείς τηλέφωνα σιγήστε...
Με κάποιο κόκαλο γλυκό συχάστε το σκυλί...
Σιωπήστε πιάνα. Σιγανό τύμπανο ξεκινήστε...
Βγάλτε το φέρετρο σιγά, που μοιρολόι καλεί...

Ας κάνουν τ' αερόπλανα κύκλους εκεί ψηλά,
γράφοντας "ΧΑΘΗΚΕ", στο σκοτισμένον ουρανό...
Φορέστε κρέπια πένθιμα στα περιστέρια τα λευκά...
Με μαύρα γάντια, οι τροχονόμοι να βγουν' στο δειλινό...

Ήταν Βορράς και Νότος μου, Δύση κι Ανατολή μου,
της Κυριακής η ανάπαυση κι οι καθημερινές μου,
απόγιομα, μεσάνυχτα, σιωπή μα και φωνή μου!
Λάθος... Για πάντα πίστεψα ετούτες τις χαρές μου...

Τ' αστέρια πια να σβήσουνε, καμμιά δε τα 'χω χρεία...
Κρύψτε το φως του φεγγαριού... Και βγάλτε μου παρακαλώ
τον ήλιο απ' τη πρίζα... Χαθείτε με τη μία,
δάση κι ωκεανοί... Τίποτε πια για 'με δε θα 'ν' καλό...

Wystan Hugh Auden

Funeral Blues

Stop all the clocks, cut off the telephone,

Prevent the dog from barking with a juicy bone.

Silence the pianos and with muffled drum

Bring out the coffin, let the mourners come.
Let aeroplanes circle moaning overhead

Scribbling on the sky the message He is Dead,

Put crépe bows round the white necks of the public
doves,

Let the traffic policemen wear black cotton gloves.
He was my North, my South, my East and West,

My working week and my Sunday rest,

My noon, my midnight, my talk, my song,

I thought that love would last forever: I was wrong
The stars are not wanted now, put out every one;

Pack up the moon and dismantle the sun;

Pour away the ocean and sweep up the wood.

For nothing now can ever come to any good.

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2012

μια προσπάθεια του μοναχικού ανθρώπου να δημιουργήσει μια τεχνητή και ιδανική τάξη...

Χωρίς υπερβολή μπορεί να πει κανείς ότι η κοινή γλώσσα είναι καρπός της αταξίας του κοινωνικού βίου, γιατί τα πάσης φύσεως όντα, υποταγμένα σε πλήθος συνθηκών και αναγκών, τη δέχονται και τη μεταχειρίζονται για να εξυπηρετούν καλύτερα τις επιθυμίες και τα συμφέροντά τους και να καθορίζουν τις μεταξύ τους σχέσεις. 
Αντίθετα, η γλώσσα του ποιητή, όσο κι αν χρησιμοποιεί αναγκαστικά τα στοιχεία που της παρέχει η απογραφική αταξία, συνιστά μια προσπάθεια του μοναχικού ανθρώπου να δημιουργήσει μια τεχνητή και ιδανική τάξη, χρησιμοποιώντας ένα υλικό χυδαίας καταγωγής.

Πωλ Βαλερύ
Η καθαρή ποίηση

Μεγάλος θόρυβος δημιουργήθηκε στον κόσμο (και κόσμο εννοώ τα πιο πολύτιμα και ανώφελα πράγματα) γύρω από δύο λέξεις: Είμαι λίγο υπεύθυνος για το θόρυβο αυτό. Έτυχε, εδώ και μερικά χρόνια, προλογίζοντας την ποιητική συλλογή κάποιου φίλου μου, να προφέρω τούτες τις λέξεις χωρίς να τους προσδώσω οριακή σημασία και χωρίς να προβλέψω σε ποια συμπεράσματα θα έφθαναν όσοι ενδιαφέρονται για την ποίηση.

Ήξερα καλά τι εννοούσα με τις λέξεις εκείνες, δεν ήξερα όμως ότι θα προκαλούσαν τέτοιες απηχήσεις και αντιδράσεις στους εραστές της λογοτεχνίας. Ήθελα μόνο να επιστήσω την προσοχή σε κάποιο γεγονός κι όχι να διατυπώσω μια θεωρία, κι ακόμη λιγότερο να θεμελιώσω ένα δόγμα και να θεωρήσω αιρετικούς όλους όσους δεν θα προσχωρούσαν.

Κατά τη γνώμη μου, όλα τα γραπτά έργα, όλα τα έργα της γλώσσας περιέχουν κάποια αποσπάσματα ή αναγνωρίσιμα στοιχεία, προικισμένα με ιδιότητες τις οποίες θα εξετάσουμε παρακάτω, ονομάζοντάς τες προσωρινά ποιητικές. Κάθε φορά που ο λόγος αποκλίνει κάπως από την πιο άμεση, δηλαδή τη λιγότερο ευαίσθητη, έκφραση της σκέψης, κάθε φορά που οι αποκλίσεις προϊδεάζουν, κατά κάποιον τρόπο, έναν κόσμο με διαφορετικές σχέσεις από τον καθαρά πρακτικό κόσμο, κατανοούμε με αρκετή σαφήνεια τις δυνατότητες να επεκτείνουμε το χώρο της εξαίρεσης κι έχομε την εντύπωση ότι συλλαμβάνομε κάποιο θρύμμα από ζωντανή κι ευγενική ύλη, επιδεκτική ίσως για ανάπτυξη και καλλιέργεια, που η χρήση της θεμελιώνει την ποίηση σαν εκδήλωση τέχνης.
Το πρόβλημα της καθαρής ποίησης, σε γενικές γραμμές, είναι να μπορέσουμε να συγκροτήσουμε ένα ολόκληρο έργο μ’ αυτά τα στοιχεία, τα τόσο αναγνωρίσιμα και τόσο διαφορετικά από εκείνα της γλώσσας, την οποία αποκάλεσα ανευαίσθητη. Να μπορέσουμε συνεπώς μ’ ένα έργο ποιητικό ή όχι να δημιουργήσουμε την εντύπωση ενός ολοκληρωμένου συστήματος αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα στις ιδέες και τις εικόνες από τη μια και τα εκφραστικά μέσα από την άλλη- σύστημα που ισοδυναμεί με μια συγκεκριμένη ψυχική συγκίνηση.

Μιλώ για την καθαρή ποίηση, όπως ένας φυσικός μιλά για το καθαρό νερό. Θέλω να πω ότι το πρόβλημα είναι αν μπορούμε να συγκροτήσουμε ένα έργο καθαρής ποίησης με στοιχεία μη ποιητικά. Πίστευα και πιστεύω ακόμη ότι είναι ακατόρθωτο κι ότι η ποίηση παραμένει μια προσπάθεια να προσεγγίσουμε αυτή την καθαρά ιδανική κατάσταση. Με δυο λόγια, ό,τι αποκαλούμε ποίημα, αποτελείται στην πράξη από κομμάτια καθαρής ποίησης, περικλεισμένα στο υλικό της ομιλίας: Ένας ωραιότατος στίχος είναι ένα πολύ καθαρό ποιητικό στοιχείο. Η κοινότοπη παρομοίωση του ωραίου στίχου μ΄ ένα διαμάντι μας δείχνει ότι το αίσθημα της ποιητικής καθαρότητας υπάρχει στη σκέψη όλων μας.
Η δυσκολία με τον όρο καθαρή ποίηση είναι ότι δημιουργεί την εντύπωση μιας ηθικής καθαρότητας, την οποία δεν ερευνούμε εδώ. αντίθετα, η ιδέα της ποίησης είναι, κατά τη γνώμη μου, μια ιδέα ουσιαστικά αναλυτική. Συμπερασματικά, η καθαρή ποίηση είναι ένα επινόημα που πηγάζει από την παρατήρηση και το οποίο πρέπει να μας βοηθεί στη διευκρίνιση της ποιητικής ιδέας γενικά και να μας οδηγεί στην τόσο δύσκολη και ενδιαφέρουσα μελέτη των διαφόρων και ποικιλόμορφων σχέσεων της γλώσσας και των συνέπειών της στους ανθρώπους. Θα ήταν ίσως προτιμότερο αντί καθαρή ποίηση να λέγαμε απόλυτη ποίηση, και θα έπρεπε τότε να την εννοούμε σαν αναζήτηση αποτελεσμάτων τα οποία προκύπτουν από τις σχέσεις των λέξεων ή μάλλον από την αλληλουχία των λεκτικών αντηχήσεων: πράγμα που συνοπτικά σημαίνει την εξερεύνηση όλου του χώρου της ευαισθησίας μας η οποία κυβερνάται από τη γλώσσα. Η εξερεύνηση μπορεί να γίνει ψηλαφητά. Συνήθως έτσι γίνεται στην πράξη. Κάποτε, όμως, μπορεί να συστηματοποιηθεί.
 Προσπάθησα να διατυπώσω και να δώσω μια σαφή ιδέα του ποιητικού προβλήματος ή τουλάχιστον ό,τι θεωρώ ως την πιο σαφή ιδέα του. Είναι αξιοσημείωτο ότι σήμερα τα προβλήματα αυτά προκαλούν τόσο πλατιά περιέργεια. Ποτέ άλλοτε ένα τόσο ευρύ κοινό δεν έδειξε ενδιαφέρον, όπως φαίνεται, όχι μόνο για την ποίηση αλλά και την ποιητική θεωρία. Συμμετέχει στις συζητήσεις, παρακολουθεί πειραματισμούς που δεν περιορίζονται όπως άλλοτε σε πολύ κλειστές και ολιγάριθμες ομάδες από ερασιτέχνες και πειραματιστές. Αλλά είναι αξιοθαύμαστο να παρατηρούμε στην εποχή μας ακόμη και το πολύ κοινό να προσκολλάται με ενδιαφέρον, παθιασμένο κάποτε, σε παρόμοιες σχεδόν θεολογικές συζητήσεις. (Τι πιο θεολογικό απ’ το να συζητάς π.χ. , για την έμπνευση και την εργασία, την αξία της διαίσθησης σε σύγκριση με τη σημασία των ψιμυθίων της τέχνης. Όλα τούτα δεν θα μπορούσαν να συγκριθούν με το περίφημο θεολογικό πρόβλημα της Χάριτος και των πράξεων του ανθρώπου; Και υπάρχουν ακόμη ποιητικά προβλήματα, τα οποία αντιτάσσοντας τους καθορισμένους και σταθερούς κανόνες της παράδοσης στα άμεσα δεδομένα της προσωπικής εμπειρίας ή της εσωτερικής αίσθησης, βρίσκονται σε απόλυτη αναλογία με τα θεολογικά προβλήματα τα σχετικά με την προσωπική αίσθηση, την άμεση γνώση του θείου, τις διδασκαλίες των διαφόρων θρησκειών, τα κείμενα των Γραφών και τους δογματικούς τύπους…).

Έρχομαι στο θέμα μου με την αμετακίνητη πρόθεση ό,τι πω να είναι αυστηρή διαπίστωση κι αποτέλεσμα απλού συλλογισμού. Ας επανέλθουμε λοιπόν στην λέξη πόιηση, και πρώτα ας παρατηρήσουμε ότι η ωραία τούτη λέξη γεννά δύο διαφορετικά είδη εννοιών. Λέμε «ποίηση» και «μια ποίηση». Μιλούμε για ένα τοπίο, μια κατάσταση και κάποτε για ένα πρόσωπο, και τα χαρακτηρίζουμε ποιητικά. Μιλούμε επίσης για ποιητική τέχνη και λέμε «η τάδε ποίηση είναι ωραία». Στην πρώτη περίπτωση, πρόκειται προφανέστατα για κάποιο είδος συγκίνησης. Όλος ο κόσμος ξέρει την ειδική αυτή δόνηση: μπορεί να συγκριθεί με ό,τι αισθάνεται κανείς όταν, εξαιτίας ορισμένων καταστάσεων, εξάπτεται και γοητεύεται. Πρόκειται για κατάσταση εντελώς ανεξάρτητη από οποιοδήποτε συγκεκριμένο έργο, η οποία προκύπτει φυσικά και αυθόρμητα από κάποια εναρμόνιση ανάμεσα στην εσωτερική μας διάθεση, φυσική και ψυχική, και τις περιστάσεις πραγματικές ή ιδεατές, που μας εντυπωσιάζουν.
Απ’την άλλη όμως, όταν λέμε ποιητική τέχνη ή όταν μιλούμε για κάποια ποίηση, εννοούμε προφανώς τα μέσα τα οποία προκαλούν μια κατάσταση ανάλογη με αυτήν που περιγράψαμε και δημιουργούν τεχνητά παρόμοια συγκίνηση. Δεν είναι το παν. Πρέπει ακόμη τα μέσα που θα χρησιμοποιήσουμε, για να δημιουργήσουμε αυτήν την κατάσταση, να ανήκουν στο χώρο και το μηχανισμό της έναρθρης γλώσσας. Τη συγκίνηση μπορεί ίσως να την προκαλέσουν τα πράγμα ή ακόμη εντελώς άλλα μέσα, διόλου γλωσσικά, όπως η αρχιτεκτονική, η μουσική κλπ., η καθαυτή όμως ποίηση χρησιμοποιεί αποκλειστικά γλωσσικά μέσα. Όσο για την ανεξάρτητη ποιητική συγκίνηση, παρατηρούμε ότι ξεχωρίζει από τις άλλες ανθρώπινες συγκινήσεις μ’ ένα μοναδικό χαρακτηριστικό, μια θαυμαστή ιδιότητα: προσπαθεί να μας δώσει το αίσθημα μιας ψευδαίσθησης ή την ψευδαίσθηση ενός κόσμου, όπου τα γεγονότα, οι εικόνες, τα όντα, τα πράγματα αν και μοιάζουν μ’ εκείνα που συναντούμε στον πεζό μας κόσμο, βρίσκονται σε μια σχέση στενή μα κι ανεξήγητη με το σύνολο της ευαισθησίας μας.

Τα γνωστά αντικείμενα και όντα έχουν κατά κάποιο τρόπο – ας μου συγχωρεθεί η έκφραση- μουσικοποιηθεί, το ένα αντηχεί το άλλο σαν να έχουν εναρμονισθεί με την ίδια την ευαισθησία. Το ποιητικό σύμπαν, έτσι καθορισμένο, αποκτά μεγάλες ομοιότητες με την ονειρική κατάσταση ή τουλάχιστον με την κατάσταση που προκαλούν ορισμένα όνειρα. Το όνειρό μας κάνει να κατανοήσουμε, όταν το ανακαλούμε με τη μνήμη, ότι η συνείδησή μας μπορεί να βρίσκεται σε εγρήγορση ή να εφησυχάζει ικανοποιημένη με ένα σύνολο δημιουργημάτων, τα οποία διέπουν νόμοι σημαντικά διαφορετικοί από εκείνους που ισχύουν για τα συνηθισμένα προιόντα της αντίληψης. Κι αν κάποτε μπορούμε να γνωρίσουμε αυτόν το συγκινησιακό κόσμο με τη βοήθεια του ονείρου, δεν έχομε τη δυνατότητα να τον παραβιάζουμε ή να τον εγκαταλείπουμε όποτε μας αρέσει. Είναι κλεισμένος εντός μας και είμαστε κλεισμένοι εντός του, κι αυτό σημαίνει ότι με κανένα τρόπο δεν μπορούμε να επιδράσουμε πάνω του για να τον μεταβάλουμε, αλλά αντίθετα δεν μπορεί να συνυπάρξει με τη μεγαλύτερη δύναμη δράσης που διαθέτομε πάνω στον εξωτερικό κόσμο. Φανερώνεται και χάνεται ιδιότροπα. Ο άνθρωπος όμως κι εδώ έκανε ό,τι έκανε ή προσπάθησε να κάνει και με όλα τα άλλα πολύτιμα και φθαρτά πράγματα: αναζήτησε και βρήκε τρόπους να αναδημιουργεί με τη θέλησή του την κατάσταση εκείνη, να την ξαναβρίσκει όταν το επιθυμεί, και τέλος να αναπλάθει τεχνητά τις φυσικές παραστάσεις όλων των αισθήσεών του. Μπόρεσε, κατά κάποιον τρόπο, ν’ αποσπάσει από τη φύση και ν’ αντλήσει από την τυφλή ροή του χρόνου αυτές τις τόσο αβέβαιες κατασκευές και σχήματα. Χρησιμοποίησε για το σκοπό αυτό αρκετά μέσα, τα οποία έχω ήδη απαριθμήσει. Ανάμεσα λοιπόν στα μέσα που δημιουργούν, αναδημιουργούν κι εμπλουτίζουν τον ποιητικό κόσμο, το πιο ευλαβικό αλλά και το πιο πολύπλοκο και δύσχρηστο είναι η γλώσσα.

Εδώ πρέπει να σας κάνω να νιώσετε ή να εννοήσετε πόσο λεπτό, στην εποχή μας, είναι το χρέος του ποιητή και πόσες δυσκολίες (δυσκολίες που ευτυχώς δεν συνειδητοποιεί πάντα) συναντά ο ποιητής στο έργο του. Η γλώσσα είναι στοιχείο κοινό και πρακτικό και γι’ αυτό αναγκαστικά ένα όργανο χοντροκομμένο, αφού ο καθένας το χειρίζεται, το προσαρμόζει στις ανάγκες του και τείνει να το διαμορφώσει ανάλογα με την προσώπικότητά του. Όσο κι αν η γλώσσα είναι υπόθεση οικεία, όσο κι αν είναι κοντινή μας, ώστε η ενέργεια της σκέψης με τη μορφή του λόγου να αποτελεί λειτουργία της ψυχής, η καταγωγή της παραμένει απογραφική κι ο προορισμός της καθαρά πρακτικός. Ο ποιητής πρέπει, όπως σας είπα, να δημιουργήσει με τούτο το πρακτικό όργανο ένα έργο χωρίς καμιά οιυσιαστική πρακτικότητα, δηλαδή έναν κόσμο ή μια τάξη πραγμάτων, ένα σύστημα σχέσεων, που δεν θα έχει καμιά συνάφεια με τον πρακτικό τομέα.

Για να κατανοήσετε όλες τις δυσκολίες του ποιητικού χρέους, θα συγκρίνω την αρχική διάθεση, τα δεδομένα και τα προσφερόμενα στον ποιητή μέσα, με ό,τι προσφέρεται σ’ έναν καλλιτέχνη διαφορετικού είδους, που ωστόσο το αντικείμενό του δεν είναι πολύ διαφορετικό από του ποιητή. Θα συγκρίνω εκείνο που δίδεται στον ποιητή με ό,τι δίδεται στο μουσικό. Ευτυχισμένος ο μουσικός! Η εξέλιξη της τέχνης του του προσφέρει, εδώ και αιώνες, μια εντελώς προνομιακή κατάσταση. Πώς δημιουργήθηκε η μουσική; Η αίσθηση της ακοής μας παρέχει το σύμπαν των θορύβων. Το αυτί δέχεται άπειρα ερεθίσματα, τα οποία προσλαμβάνει με οποιαδήποτε σειρά κι από τα οποία αξιολογεί τέσσερις διαφορετικές ιδιότητες. Αρχαίες λοιπόν παρατηρήσεις και παμπάλαιες εμπειρίες μας επέτρεψαν να συναγάγουμε από το σύνολο των θορύβων το σύστημα ή το σύμπαν των ήχων, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα απλοί, αναγνωρίσιμοι και ικανοί να σχηματίσουν συνδυασμούς και σχέσεις, των οποίων τη δομή, τις διαφορές ή τις ομοιότητες το αυτί ή μάλλον η ακοή τις αντιλαμβάνεται μόλις γεννηθούν. Τα στοιχεία αυτά είναι καθαρά ή αποτελούνται από στοιχεία καθαρά, δηλαδή αναγνωρίσισμα. Είναι απόλυτα καθορισμένα, και, περίπτωση πολύ ενδιαφέρουσα, βρήκαμε τα μέσα να τα παράγουμε με τρόπο σταθερό και ταυτόσημο, χρησιμοποιώντας όργανα τα οποία είναι στην ουσία όργανα μετρήσεως. Το μουσικό όργανο μπορούμε να το τοποθετούμε και να το χρησιμοποιούμε έτσι, ώστε από ορισμένες πράξεις να προκύπτει ομοιόμορφα ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα.

Και ιδού η αξιοσημείωτη συνέπεια της οργάνωσης αυτής στον τομέα της ακοής: αφού ο κόσμος των θορύβων είναι εντελώς ξεχωριστός από τον κόσμο των ήχων και το αυτί μας εξάλλου συνήθισε να τους ξεχωρίζει, μ’ ευκολία, συμβαίνει, μόλις ακουσθεί ένας καθαρός ήχος δηλαδή ένας ήχος μοναδικός, να δημιουεγείται αμέσως μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, μια ιδιαίτερη διάθεση ψυχικής αναμονής, η οποία τείνει κάπως να γεννήσει ανάλογα συναισθήματα, της ίδιας καθαρότητας με την αίσθηση που αρχικά δημιουργήθηκε από τον ήχο. Αν σε μια αίθουσα ακουσθεί ένας καθαρός ήχος το παν αλλάζει εντός μας: περιμένομε τη δημιουργία της μουσικής. Αν αντίθετα – εφαρμόζομε την ανταπόδειξη- στην αίθουσα συναυλιών την ώρα που εκτελείται ένα κομμάτι, ακουσθεί καποιος θόρυβος (μια καρέκλα που πέφτει, μια φωνή, ο βήχας κάποιου απ’ το κοινό), τότε αισθανόμαστε ότι κάτι έσπασε μέσα μας, κάποια παράβαση διαπράχθηκε, κι εγώ δεν ξέρω σε βάρος ποιας οντότητας ή ποιου νόμου.
 Ένα σύμπαν θρυμματίζεται, τα μάγια λύθηκαν. Έτσι ο μουσικός τα έχει όλα έτοιμα μπροστά του πριν καταπιασθεί με την εργασία του, ώστε το εγχείρημα της εμπνεύσεως του να βρίσκει από την αρχή το κατάλληλο υλικό και τα κατάλληλα μέσα χωρίς ενδεχόμενα σφάλματα. Δεν θα χρειασθεί να επιφέρει καμιά μεταβολή στα υλικά και τα μέσα. Δεν έχει παρά να συναρμολογήσει στοιχεία καθορισμένα και καθ’ όλα έτοιμα.

Πόσο διαφορετικά όμως βρίσκει τα πράγματα ο ποιητής! Μπροστά του απλώνεται η κοινή γλώσσα, ένα σύνολο από ακατάλληλα για την ποιητική αποστολή μέσα, που δεν είναι φτιαγμένα γι’ αυτόν. Ο ποιητής δεν μπορεί να επικαλεσθεί τη βοήθεια ενός φυσικού που θα καθόριζε τις επάλληλες σχέσεις των μέσων του. Δεν υπάρχει ο κατασκευαστής της κλίμακας, δεν υπάρχει διαπασών ούτε μετρονόμος. Καμιά σιγουριά απ’ την πλευρά αυτή. Άλλο δεν έχει πάρεξ το ακατέργαστο όργανο του λεξικού και της γραμματικής. Και πρέπει ακόμη να απευθύνεται όχι σε ένα αισθητήριο ειδικό και μοναδικό, όπως το αυτί το οποίο ο μουσικός υποχρεώνει να υπομένει ό,τι του επιβάλλει, και είναι το κατ’ εξοχήν όργανο της αναμονής και της προσοχής, αλλά σε μια κατάσταση γενικής κι ακαθόριστης αναμονής με τη βοήθεια της γλώσσας, η οποία είναι ένα παράξενο μίγμα από ασυνάρτητα ερεθίσματα.
Είναι φοβερά πολύπλοκο και δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς τους παράξενους συνδυασμούς των γλωσσικών ιδιοτήτων. Όλος ο κόσμος ξέρει καλά πόσο σπάνια συμφωνούν ο ήχος με το νόημα. Ξέρει, εξάλλου, πολύ καλά ότι ο λόγος μπορεί να εμφανίζει ιδιότητες εντελώς αντίθετες. Μπορεί να είναι λογικός και να μην έχει αρμονία, μπορεί να είναι αρμονικός και χωρίς νόημα, σαφής και χωρίς χάρη, μπορεί να είναι πρόζα ή ποίηση. Αρκεί για να συνοψίσουμε όλους αυτούς τους αντιφατικούς χαρακτηρισμούς να μνημονεύσουμε πόσες επιστήμες δημιουργήθηκαν για να επεξεργασθούν τη γλωσσική ποικιλία και να μελετήσουν τις διάφορες όψεις της. η γλώσσα υπάγεται κατά σειρά στη φωνητική και συγχρόνως στη μετρική και τη ρυθμική. Έχει και μια λογική και μια σημαντική άποψη. Περιλαμβάνει τη ρητορική και τη σύνταξη. Ξέρομε ότι όλες αυτές οι ποικίλες επιστήμες μπορούν να μελετήσουν το ίδιο κείμενο με πολλούς ανεξάρτητους τρόπους.
Ιδού λοιπόν ο ποιητής αγωνίζεται με ένα τόσο ποικίλο και πλούσιο σε αρχικές ιδιότητες σύνολο, τόσο πλούσιο ώστε τελικά να καταντά συγκεχυμένο. Από εδώ ο ποιητής πρέπει να αντλήσει το αντικείμενο της τέχνης του, τη μηχανή που δημιουργεί την ποιητική συγκίνηση, πρέπει δηλαδή το πρακτικό και ακατέργαστο όργανο, το δημιούργημα του καθενός, το όργανο της κάθε στιγμής που οι άνθρωποι διαρκώς χρησιμοποιούν και τροποποιούν σύμφωνα με τις άμεσες ανάγκες τους, να το εξαναγκάσει να γίνει, όσο διαρκεί η προσοχή που του αφιερώνει, η πεμπτουσία μιας εκλεκτής ποιητικής διάθεσης, ολότελα διαφορετικής από τις τυχαίες και παροδικές διαθέσεις που συνθέτουν τη συνηθισμένη νοητική ή ψυχική ζωή.

Χωρίς υπερβολή μπορεί να πει κανείς ότι η κοινή γλώσσα είναι καρπός της αταξίας του κοινωνικού βίου, γιατί τα πάσης φύσεως όντα, υποταγμένα σε πλήθος συνθηκών και αναγκών, τη δέχονται και τη μεταχειρίζονται για να εξυπηρετούν καλύτερα τις επιθυμίες και τα συμφέροντά τους και να καθορίζουν τις μεταξύ τους σχέσεις. Αντίθετα, η γλώσσα του ποιητή, όσο κι αν χρησιμοποιεί αναγκαστικά τα στοιχεία που της παρέχει η απογραφική αταξία, συνιστά μια προσπάθεια του μοναχικού ανθρώπου να δημιουργήσει μια τεχνητή και ιδανική τάξη, χρησιμοποιώντας ένα υλικό χυδαίας καταγωγής.
Αν το παράδοξο αυτό πρόβλημα μπορούσε να επιλυθεί στο σύνολό του, αν δηλαδή ο ποιητής μπορούσε να δημιουργήσει έργα όπου δεν θα υπήρχε κανένα στοιχείο πρόζας, ποιήματα χωρίς καμιά διακοπή στη μουσική τους διάρκεια, όπου οι σχέσεις ανάμεσα στις έννοιες θα είχαν σταθερή ομοιότητα με τις σχέσεις των φθόγγων στη μουσική κλίμακα, όπου η επάλληλη εναλλαγή των σκέψεων θα ήταν πιο ενδιαφέρουσα από κάθε μεμονωμένη σκέψη, όπου το παιγνίδι των μορφών θα περιέκλειε την πραγματικότητα του αντικειμένου, τότε θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για την καθαρή ποίηση σαν κάτι δυνατό. Δεν συμβαίνει όμως: το πρακτικό ή το πραγματικό μέρος της γλώσσας, οι κανόνες και οι μορφές της λογικής, κι όπως το έχω αναφέρει ενδεικτικά παραπάνω, η αταξία και το παράλογο που απαντούνται στο λεξιλόγιο (από τις ποικίλες προελεύσεις και τις διαφορετικές ηλικίες των γλωσσικών στοιχείων) καθιστούν αδύνατη την ύπαρξη έργων απόλυτης ποίησης. Είναι όμως εύκολο να αντιληφθούμε ότι η έννοια μιας τέτοιας κατάστασης, ιδανικής ή φανταστικής, μας είναι ιδιαίτερα πολύτιμη για να εκτιμήσουμε κάθε δυνατό ποιητικό είδος.
Η ιδέα της καθαρής ποίησης είναι ένας τύπος απρόσιτος, ένα ιδεατό όριο στις επιθυμίες, τις προσπάθειες και τις δυνάμεις του ποιητή.


Poesie pure. Notes pour une conference” , Oeuvres, I, Variete “Memoires du poete”, Bibliotheque de la Pleiade, Ed. Gallimard, Paris 1957,σελ. 1456-1463) μετ. Χριστόφορος Λιοντάκης
Πηγή: http://milwntasgiatoxioni.wordpress.com/2009/01/21/paul-valery-%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CE%B8%CE%B1%CF%81%CE%AE-%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7/

-------------------------------------------------------------------------

* Γιάννης Σταύρου, Γιασεμί σε γυάλινο βάζο, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια)

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

Παναγιώτης Κονδύλης: ο οικουμενισμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα μεταβληθεί σε ένα νέο πεδίο μάχης...

Ο Παναγιώτη Κονδύλης για την εποχή μας...

Μπροστά μας ανοίγεται μια εποχή πλανητικών και περιφερειακών συγκρούσεων, πού θα καταστήσουν πολύ δύσκολη, αν δεν ματαιώσουν, την παγίωση μιας διεθνούς τάξης, καθώς οι βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες πολιτικές, οικονομικές και γεωπολιτικές τους αιτίες θα συντήκονται όλο και περισσότερο με τις μακροπρόθεσμες οικολογικές και πληθυσμιακές πιέσεις, γεννώντας χρόνιες κρίσεις και ανεξέλεγκτους παροξυσμούς.

Υπό τις συνθήκες αυτές, το τέλος των ιδεολογιών του 19ου αιώνα, οι οποίες κυριάρχησαν και στον 20ό, δεν θα συνεπιφέρει τον κατευνασμό των αντιθέσεων, παρά απλώς τη μετατόπισή τους σ’ ένα πεδίο στοιχειακό, υπαρξιακό και βιολογικό, στο επίκεντρο του οποίου θα βρίσκεται απροκάλυπτα το πρόβλημα της κατανομής των αγαθών σε παγκόσμια κλίμακα. Ό, τι σήμερα προσφέρεται ως νέα πυξίδα προσανατολισμού της πολιτικής δράσης και ως πανάκεια — προ παντός ο οικουμενισμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων — κατά πάσα πιθανότητα θα μεταβληθεί σε ένα νέο πεδίο μάχης, όπου η πάλη των ερμηνειών θα συνδέεται με ακόμα πιο χειροπιαστές μορφές πάλης. Στη διελκυστίνδα ανάμεσα σ’ έναν ανέφικτο οικουμενισμό και σε μια υπεράσπιση συλλογικών συμφερόντων αναπόδραστα οργανωμένη πάνω σε στενότερη τοπική και πληθυσμιακή βάση, το κρατικά οργανωμένο έθνος δεν διαλύεται, όπως περίμεναν πολλοί, μέσα σε υπερεθνικά μορφώματα, παρά αναλαμβάνει έναν νέο ιστορικό ρόλο, λίγο ή πολύ διαφορετικό από εκείνον πού έπαιξαν στο απώτερο παρελθόν το αστικό έθνος και στο πιο πρόσφατο οι αποκρυσταλλώσεις του κομμουνιστικού εθνικισμού. Πρωταρχικό του μέλημα είναι η εξασφάλιση μιας θέσης μέσα σε μια πυκνή και έντονα ανταγωνιστική παγκόσμια κοινωνία — όμως το μέλημα αυτό θα συναιρείται όλο και περισσότερο σ’ ένα αίτημα στοιχειώδους επιβίωσης στον βαθμό πού θα στενεύουν τα περιθώρια κινήσεων μέσα στους κόλπους της παγκόσμιας κοινωνίας. Η εξ αντικειμένου νέα αυτή λειτουργία του εθνικισμού παραμένει καθοριστική ανεξάρτητα από τις συνήθως αυτάρεσκες μυθολογίες μέσω των οποίων κατανοεί ο ίδιος τον εαυτό του, αντλώντας από το πραγματικό ή φανταστικό, κοντινό ή μακρινό παρελθόν. Βεβαίως, οι μυθολογίες, ακόμα και οι πιο αυθαίρετες, είναι δυνατό να επιδράσουν θετικά στην εθνική ζωή κινητοποιώντας και συσπειρώνοντας δυνάμεις. Όμως προϋπόθεση για να συμβεί αυτό είναι μια αντικειμενική εθνική ζωτικότητα, μια πλησμονή χειροπιαστής ισχύος, η οποία επιτρέπει σ’ ένα έθνος να κινείται, θα λέγαμε, στο ύψος των ψευδαισθήσεών του. Όπου αντίθετα το έθνος συρρικνώνεται και φθίνει, εκεί η διάσταση ανάμεσα σε εθνική μυθολογία και εθνική πραγματικότητα έχει, μακροπρόθεσμα τουλάχιστον, μοιραίες συνέπειες. Η σημερινή Ελλάδα αποτελεί ακριβώς περίπτωση φθίνοντος έθνους, το οποίο εκλαμβάνει τις έμμονες μυθολογικές του ιδέες για τον εαυτό του ως ρεαλιστική αυτεπίγνωση. Δεν είναι διόλου περίεργο ότι η ψυχολογική αυτή κατάσταση συχνότατα παρουσιάζει συμπτώματα παθολογικού αυτισμού ˙ γιατί το απαραίτητο υπόβαθρο και πλαίσιο της υγιούς αυτεπίγνωσης είναι η γνώση του ευρύτερου περιβάλλοντος κόσμου, μέσα στον οποίο καλείται να δράσει ένα ατομικό ή συλλογικό υποκείμενο, αποτιμώντας κατά το δυνατόν νηφάλια τις δυνατότητες του και υποκαθιστώντας τη νοσηρά εγωκεντρική αρχή της ηδονής με τη φυσιολογικά εγωκεντρική αρχή της πραγματικότητα.

Παναγιώτης Κονδύλης


Η σημερινή κατάσταση του Ελληνικού έθνους

Το φαύλο παιγνίδι της δανεικής ευημερίας με αντιπαροχή τη βαθμιαία εθνική εκποίηση θα μπορούσε ίσως να παραταθεί για πολύ μέσα στο θερμοκήπιο μιας Ευρώπης συνασπισμένης από τους φόβους του Ψυχρού Πολέμου και οικονομικά εύρωστης χάρη στην αμερικανική πολιτικοστρατιωτική στήριξη. Όμως, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, το τέλος του Ψυχρού Πολέμου συνεπέφερε και το τέλος τέτοιων θερμοκηπίων, οι ευρωπαϊκές Δυνάμεις καλούνται να πληρώσουν τώρα οι ίδιες τα έξοδα για τις περιφερειακές και παγκόσμιες υποχρεώσεις ή επιθυμίες τους, και αρχίζει μία περίοδος, όπου καθένας μετρά ως την τελευταία πεντάρα τα (πολιτικά και οικονομικά) έσοδα και έξοδα, προετοιμαζόμενος για τους διαγραφόμενους νέους και οξείς ανταγωνισμούς. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Ελλάδα θα έπρεπε να διαθέτει μοναδικά και αναντικατάστατα γεωπολιτικά ή στρατηγικά πλεονεκτήματα προκειμένου ν’ ανταλλάξει μ’ αυτά τον παρασιτικό καταναλωτισμό της — όμως δεν τα διαθέτει, κι αυτό σημαίνει ότι ακόμα και η εξακολούθηση της εθνικής εκποίησης στους ισχυρότερους Ευρωπαίους και άλλους εταίρους όχι μόνο την εν μέρει δωρεάν διατροφή δεν μπορεί να εξασφαλίσει, αλλά ούτε καν μπορεί να εγγυηθεί τουλάχιστον την πολιτικοστρατιωτική προστασία της ελληνικής εθνικής υπόστασης. Η αναζήτηση προστάτη είναι μάταιη, όχι γιατί οι υπερήφανοι Έλληνες δεν ζητούν και δεν θέλουν την προστασία, αλλά γιατί κανείς δεν την προσφέρει αναμφίλεκτα και τελεσίδικα. Αυτή είναι η σημερινή κατάσταση του ελληνικού έθνους, μετά από επτά περίπου δεκαετίες γεωπολιτικής και κοινωνικοπολιτικής συρρίκνωσης.

Παναγιώτης Κονδύλης

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012

Σκλάβος ξανάσκυψε ο ρωμιός και δασκαλοκρατιέται...

 Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα,
ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι,
κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα,
των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι...

Κωστής Παλαμάς
Από την Πολιτεία και τη μοναξιά

Η Πολιτεία λωλάθηκε, κι απόπαιδα τα κάνει
το Νου, το Λόγο, την Καρδιά, τον Ψάλτη, τον Προφήτη·
κάθε σπαθί, κάθε φτερό, κάθε χλωρό στεφάνι,
στη λάσπη. Σταύλος ο ναός, μπουντρούμι και το σπίτι…

Από θαμπούς ντερβίσηδες και στέρφους μανταρίνους
κι από τους χαλκοπράσινους η Πολιτεία πατιέται.
Χαρά στους χασομέρηδες! Χαρά στους αρλεκίνους!
Σκλάβος ξανάσκυψε ο ρωμιός και δασκαλοκρατιέται.

Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα,
ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι,
κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα,
των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι.

Και δημοκόποι Κλέωνες και λογοκόποι Ζωίλοι,
Και Μαμμωνάδες βάρβαροι, και χαύνοι λεβαντίνοι·
Λύκοι, κοπάδια, οι πιστικοί και ψωριασμένοι οι σκύλοι
Κι οι χαροκόποι αδιάντροποι, και πόρνη η Ρωμιοσύνη!


Δε φτάνει

Δε φτάνει
να λαμπ' η αλήθεια
Πρέπει και να σφάζη!

Ω αυγές

Ω αυγές των ανιστόρητων ψυχών, των άγριων τόπων!

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Ό,τι για πάντα άγνωστο θα μείνει Είναι το βεβαιότερο σε τούτη τη ζωή...

Ντίλαν Τόμας

Υπήρξε Καιρός

Υπήρξε καιρός που χορευτές με το ξεφάντωμά τους
Σε χαρωπές παιδιάστικες συνάξεις
Τα βάσανά τους αλαφρώναν;
Υπήρξε καιρός που μπορούσαν να κλάψουν με βιβλία.
Όμως ο χρόνος έβαλε το σαράκι του στο πέρασμά τους.
Τώρα ειν' αβέβαιοι
κάτω από την αψίδα τ' ουρανού.
Ό,τι για πάντα άγνωστο θα μείνει
Είναι το βεβαιότερο σε τούτη τη ζωή.
Κάτω απ' τα ουράνια σημεία,
ο δίχως άκρα
Έχει τ' αγνότερα χέρια και σαν τ' άκαρδο στοιχειό
Απλήγωτο στη μοναξιά του,
ο τυφλός καλύτερα βλέπει.

Was There a Time

Was there a time when dancers with their fiddles
In children's circuses could stay their troubles?
There was a time they could cry over books,
But time has sent its maggot on their track.
Under the arc of the sky they are unsafe.
What's never known is safest in this life.
Under the skysigns they who have no arms
have cleanest hands, and, as the heartless ghost
Alone's unhurt, so the blind man sees best.

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

48 νέοι σελιδοδείκτες του Γιάννη Σταύρου στην Πολιτεία...


Μόλις κυκλοφόρησαν 48 νέοι σελιδοδείκτες από έργα του ζωγράφου Γιάννη Σταύρου στο βιβλιοπωλείο Πολιτεία, Ασκληπιού 1, Αθήνα...

Κοινωνική & οικονομική κρίση - Καιρός για διάβασμα

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

Κώστας Παπαϊωάννου - Παναγιώτης Κονδύλης Παράλληλοι και αντίδρομοι

 Γιάννης Σταύρου, Ακρόπολη 5.45 πμ, λάδι σε καμβά

Παρασκευή, 08 Ιούνιος 2012

Κώστας Κουτσουρέλης

Ακόμη και σε μια πρώτη ματιά, το γιατί οι δρόμοι που πήραν ο Κώστας Παπαϊωάννου και ο Παναγιώτης Κονδύλης υπήρξαν σε μεγάλο τους τμήμα παράλληλοι, πρέπει να είναι ευδιάκριτο. Μιλώ βεβαίως για εκείνη τη σειρά των βιογραφικών συμπτώσεων που τους συνδέουν, συμπτώσεων που εξηγούν ώς έναν βαθμό και την εσωτερική συνάφεια του έργου τους, και δικαιολογούν την συνεξέτασή του.
Έτσι, και οι δύο υπήρξαν γόνοι αστικών, καλλιεργημένων οικογενειών, γεγονός που άφησε τα ίχνη του πρώτα απ' όλα στην εδραία ανθρωπιστική παιδεία τους. Και οι δύο ξεκινώντας θα στρατευθούν πολιτικά στις τάξεις της ελληνικής αριστεράς και θα συμμεριστούν σε καιρούς δύσκολους την ιστορική της μοίρα· ο Παπαϊωάννου κατά τη διάρκεια της Κατοχής και της πρώτης εμφυλιοπολεμικής περιόδου, ο Κονδύλης στα ταραγμένα χρόνια της δεκαετίας του 1960 και της δικτατορίας. Και οι δύο θα αποστασιοποιηθούν γρήγορα από την πρώτη τους εκείνη συμπαράταξη με το κομμουνιστικό κίνημα, θα περάσουν μάλιστα στη χορεία των διεισδυτικότερων κριτικών του. Και οι δύο θα δώσουν πρώιμα δείγματα του συγγραφικού τους ταλέντου στα ελληνικά, προτού μετοικήσουν εν συνεχεία σε ξένη χώρα και ξένη γλώσσα – την Γαλλία και τα γαλλικά ο Κ.Π., την Γερμανία και τα γερμανικά ο Π.Κ. Στις χώρες αυτές θα συμπληρώσουν τις σπουδές τους και θα γράψουν τα γνωστότερα βιβλία τους. Και οι δύο θα δουν τα γραπτά τους να αναγνωρίζονται ευρέως στο εξωτερικό, την ίδια ώρα που στην Ελλάδα θα προσκόπτουν συχνά στην άγνοια ή την αδιαφορία. Τέλος, και οι δύο θα πεθάνουν νωρίς, αφήνοντας πίσω τους ένα έργο ογκώδες, στα ουσιώδη του σημεία με ακρίβεια διαγεγραμμένο, αλλά παρ' όλ' αυτά ασφαλώς ανολοκλήρωτο: στα πενήντα πέντε του χρόνια ο Παναγιώτης Κονδύλης, ένα μόλις έτος πρεσβύτερος ο Κώστας Παπαϊωάννου.
Τούτες οι βιογραφικές συμπτώσεις από μόνες τους είναι νομίζω αρκετά χτυπητές. Και γίνονται εντυπωτικότερες αν δίπλα τους παραθέσει κανείς μια σειρά από άλλες συγγένειες, εσωτερικότερες αυτή τη φορά. Η πρώτη από αυτές έχει να κάνει με την διφυΐα του συγγραφικού έργου των δύο συγγραφέων, το οποίο μοιράζεται μεταξύ ιστορίας των ιδεών και των μορφών, από την μια πλευρά, και φιλοσοφικής ανθρωπολογίας και οντολογίας, από την άλλη. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν βιβλία όπως το Τέχνη και πολιτισμός στην Αρχαία Ελλάδα του Παπαϊωάννου και ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός του Κονδύλη, που χαιρετίστηκαν από την κριτική, ανατυπώθηκαν και μεταφράστηκαν επανειλημμένα, και απέκτησαν συν τω χρόνω περιωπή κλασσικού συγγράμματος. Στην δεύτερη, ανήκουν τα κείμενα που περιέχουν τον σκληρό πυρήνα της σκέψης τους, και εννοώ εδώ για τον μεν Παπαϊωάννου τα πρώιμα ελληνόγλωσσα φιλοσοφικά του δοκίμια, για τον δε Κονδύλη το Ισχύς και Απόφαση αλλά και την ημιτελή Κοινωνική Οντολογία.
Μια δεύτερη συγγένεια αφορά την μακρόχρονη προσήλωση και των δύο διανοητών στις μορφές του Χέγκελ και του Μαρξ. Δεν θα κομίσω γλαύκα ες Αθήνας, απαριθμώντας τη μακρά σειρά των κειμένων του Παπαϊωάννου που αναφέρονται ευθέως στον Χέγκελ ή στον Μαρξ. Περιορίζομαι στη μνεία των ομόθεμων κειμένων που φέρουν την υπογραφή του Παναγιώτη Κονδύλη. Αρχής γενομένης από την ογκώδη διατριβή του για την Γένεση της διαλεκτικής στο έργο των Χαίλντερλιν, Σέλλινγκ και Χέγκελ, εγχείρημα που έχει ως απώτατο κίνητρό του την διασαφήνιση του γενεαλογικού δέντρου απ' όπου ανεφύη ο μαρξικός διαλεκτικός υλισμός, ο Κονδύλης θα στρέψει αργότερα το ενδιαφέρον του στον ίδιο τον Μαρξ. Η μετάφραση και ο υπομνηματισμός της διατριβής του τελευταίου Διαφορά της δημοκρίτειας και επικούρειας φυσικής φιλοσοφίας, η συναγωγή των μαρξικών (και ενγκελσιανών) κειμένων που απαρτίζουν τον τόμο Η Ελλάδα, η Τουρκία και το ανατολικό ζήτημα, οι δίδυμες μελέτες για τον Μαρξ και την Αρχαία Ελλάδα είναι μερικά ακόμη τεκμήρια αυτού του ενδιαφέροντος, όχι όμως και τα μόνα.
Μια τρίτη συγγένεια, ουσιαστικότερη, μπορεί να εντοπιστεί στην δραστηριότητα του Παπαϊωάννου και του Κονδύλη ως κριτικών των πολιτικών ιδεολογιών, και ιδίως στην πρωιμότητα των διαγνώσεών τους. Οι μελέτες του Παπαϊωάννου για το ολοκληρωτικό κράτος εκπονούνται την κρίσιμη δεκαετία του 1950, πάνω στο αποκορύφωμα δηλαδή της ακτινοβολίας του σοβιετικού παραδείγματος ακόμη και μεταξύ των δυτικών διανοουμένων. Την ίδια εποχή ωστόσο, και διόλου τυχαία, θα αρχίσει να αποκρυσταλλώνεται και η αντισοβιετική κριτική. Το βιβλίο της Χάννας Άρεντ για τις Καταβολές του ολοκληρωτισμού, θυμίζω, πρωτοδημοσιεύεται στα 1951. Οι σχετικές μελέτες του Παπαϊωάννου βλέπουν το φως της δημοσιότητας στο διάστημα 1954-1959. Εκ των υστέρων, μπορεί να αναρωτηθεί κανείς ποια θα ήταν η απήχηση των κειμένων αυτών, που γράφτηκαν όλα στα ελληνικά, αν είχαν δημοσιευθεί εγκαίρως σε μια γνωστότερη γλώσσα. Όμως ώς το 1959 και με την εξαίρεση ορισμένων άρθρων του ο Παπαϊωάννου δημοσιεύει αποκλειστικά στα ελληνικά.
Αναλόγως πρώιμη είναι και η κριτική ενασχόληση του Κονδύλη με το ιστορικό φαινόμενο και το πολιτικό παρόν του συντηρητισμού. Η σχετική μονογραφία του θα δει το φως της δημοσιότητας το 1986. Θυμίζω ότι η Θάτσερ κυβερνά στη Βρεταννία από το 1979, ο Ρέηγκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1980, ενώ η πλήρης επικράτηση της πολιτικής ιδεολογίας με την οποία συνέδεσαν οι δυό αυτοί ηγέτες το όνομά τους, θα σημειωθεί μόλις κατά την δεκαετία του 1990, με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.
Η κριτική του Κονδύλη στον συντηρητισμό του 20ού αιώνα δεν είναι απλώς πρώιμη αλλά και η ριζικότερη που έχει ποτέ διατυπωθεί. Ο συγγραφέας θεωρεί τον σύγχρονο συντηρητισμό φαινόμενο ψευδώνυμο και του αρνείται κάθε ιστορική συνάφεια με το ομώνυμο ρεύμα των προηγούμενων αιώνων. Ανατρέχοντας στη διαπάλη των πολιτικών ιδεών κατά τους Νέους Χρόνους, δείχνει ότι ο ιστορικός συντηρητισμός συνδέεται άρρηκτα με τους υποστηρικτές του Παλαιού Καθεστώτος που ανέτρεψε η Γαλλική Επανάσταση, και την μετέπειτα Παλινόρθωση, και ότι εκμετρά ουσιαστικά το ζην το 1848, όταν οι τελευταίοι εναπομείναντες εκπρόσωποί του, μέλη της κληρονομικής αριστοκρατίας και των ανά την Ευρώπη Αυλών, προσχωρούν εκόντες άκοντες, και ως ελάσσονες πλέον εταίροι, στο στρατόπεδο του φιλελεύθερου αστισμού. Αυτός ο τελευταίος θα επωμιστεί στο εξής το βάρος του αγώνα εναντίον των ιδεών της σοσιαλιστικής, σοσιαλδημοκρατικής και κομμουνιστικής Αριστεράς.
Το παράδοξο να επιβιώνει έως σήμερα ο όρος "συντηρητισμός" ενώ εξέλιπαν πλήρως οι δυνάμεις που ιστορικά τον εξέφραζαν, ο Κονδύλης το εξηγεί ως προϊόν πολεμικών αναγκών. Έτσι μια μερίδα της αριστεράς, στην προσπάθειά της να δυσφημήσει τους φιλελεύθερους αστούς αντιπάλους της, θα αρχίσει να τους αποκαλεί κατά σύστημα "συντηρητικούς" ή και "αντιδραστικούς". Την ίδια περίοδο, ένα τμήμα της ίδιας της αστικής φιλελεύθερης παράταξης, θορυβημένο από την ραγδαία άνοδο των αριστερών αντιπάλων του, θα υιοθετήσει για λογαριασμό του τον χαρακτηρισμό του "συντηρητικού", προκειμένου να διαχωρίσει ευκρινέστερα τη θέση του όχι μόνο από τους σοσιαλιστές και τους κομμουνιστές, αλλά και από την αριστερόστροφη πτέρυγα του αστικού φιλελευθερισμού που αναζητούσε σημεία επαφής και συμβιβασμού με αυτούς τους τελευταίους. Οι οικονομικές ιδέες των Χάγεκ και Φρήντμαν, λ.χ., όπως εφαρμόστηκαν την τελευταία τριακονταετία, είναι μια τέτοια ευθεία επίθεση κατά του ρεφορμιστικού κοινωνικού φιλελευθερισμού, ιδίως του κευνσιανισμού, ο οποίος αποτέλεσε μεταπολεμικά το θεωρητικό υπόβαθρο της σοσιαλδημοκρατικής οικονομικής πολιτικής στην Ευρώπη και αλλού. Μολονότι οι συγγραφείς αυτής της γραμμής είχαν φροντίσει εξ αρχής να τονίσουν ότι πηγή έμπνευσης και θεωρητική τους αφετηρία στάθηκε ο ριζοσπαστικός κλασσικός φιλευθερισμός (εξ ου και το προσωνύμιο "νεοφιλελεύθεροι" που τους αποδόθηκε), οι πολιτικές δυνάμεις που έμελε να θέσουν τις ιδέες τους σε εφαρμογή δήλωναν επισήμως θιασώτες του "συντηρητισμού".
Ο Κονδύλης δείχνει γλαφυρά πόσο παράδοξο είναι το γεγονός να αυτοαποκαλούνται "συντηρητικοί", πολιτικοί όπως η Θάτσερ και ο Ρέηγκαν, των οποίων η πολιτική υπήρξε ακριβώς η βιαιότερη ρήξη με το κοινωνικοοικονομικό status quo, την οποία γνώρισε η Δύση τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Το φαινόμενο των ιδεολογικών μεντόρων της κυβέρνησης του Τζωρτζ Μπους του νεώτερου, που από τη μία πλευρά προωθούν την επαναστατική, ακόμη και διά των όπλων, εξαγωγή της "δημοκρατίας", του "ελεύθερου εμπορίου" και των δυτικών ιδεωδών σ' όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη και ιδίως στον αραβομουσουλμανικό κόσμο, και από την άλλη ονοματίζουν τον εαυτό τους "νεοσυντηρητικούς", είναι μια ακόμη επίρρωση του γνωστού γλωσσικού φαινομένου, του οποίου την κλασσική διάγνωση οφείλουμε στον Θουκυδίδη: των λέξεων δηλαδή που χάνουν βαθμηδόν το νόημά τους, διολισθαίνοντας τελικά στο αντίθετό τους.
* * *
Ο κατάλογος των σημείων στα οποία η σκέψη του Κώστα Παπαϊωάννου και εκείνη του Παναγιώτη Κονδύλη συγκλίνουν ή έστω διασταυρώνονται δεν εξαντλείται στα όσα ανέφερα. Ένας περισσότερο λεπτολόγος αναγνώστης θα μπορούσε να αποκομίσει ενδιαφέροντα συμπεράσματα, ακολουθώντας λ.χ. τα ίχνη που κατέλιπε στα κείμενα και των δύο η σκέψη και η παρουσία του Ραιυμόν Αρόν. Ή μελετώντας τον κρίσιμο ρόλο που διαδραμάτισε στη διαμόρφωση τους η αρχαιοελληνική σκέψη και γραμματεία. Οι έννοιες της μάζας και της μαζικής δημοκρατίας είναι ένα ακόμη τέτοιο σημείο, διασταύρωσης περισσότερο παρά σύγκλισης, που επιτρέπει την συγκριτική εξέταση.
Εν προκειμένω, δεν θα επιμείνω. Κι αυτό, διότι σε μια τέτοια περίπτωση θα διατρέχαμε τον κίνδυνο να υπερτονίσουμε τα σημεία επαφής των δύο συγγραφέων και να υποτιμήσουμε τα διεστώτα τους χαρακτηριστικά. Και είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι αυτά τα τελευταία είναι και τα πλέον βαρύνοντα.
Εντελώς σχηματικά: Στην περιγραφική θεωρία της απόφασης του Κονδύλη, που έχει τις απαρχές της στην αξιολογική ουδετερότητα του Βέμπερ, αντιτίθεται ευθέως η ιστοριογραφική και φιλοσοφική στάση του Παπαϊωάννου, η οποία είναι εμφανώς στρατευμένη. Ο Παπαϊωάννου συμμεριζόταν ασφαλώς το χειραφετητικό ιδεώδες της εγελομαρξικής παράδοσης, παρ' όλη την κριτική που άσκησε σε ό,τι ο ίδιος θεωρούσε ως ιστορική στρέβλωσή του. Επιπλέον, η αρχαιοστρέφεια του Παπαϊωάννου, η εμμονή του δηλαδή στο όραμα ενός ελληνικού ουμανισμού, ικανού να αντισταθμίσει το φάσμα του ιστορικά μερικευμένου και κατακερματισμένου ανθρώπου που παρήγαγαν μαζικά οι Νέοι Χρόνοι, είναι και αυτή δείγμα σαφές της προτίμησής του για τον μάχιμα πολιτικό, ευθέως παρεμβατικό ρόλο του διανοουμένου.
Απ' εναντίας, ο Κονδύλης πίστευε ότι μόνο οι διανοούμενοι νομίζουν ότι καταλαβαίνουν τον κόσμο καλύτερα από τους υπόλοιπους ανθρώπους, ειρωνευόταν δε τα ευγενή ιδεώδη των πάσης φύσεως οραματιστών, τα οποία θεωρούσε συλλήβδην κεκαλυμμένες αξιώσεις ισχύος. Από την μομφή αυτή δεν νομίζω ότι θα μπορούσε να εξαιρεθεί η παπαϊωάννεια αντίληψη του πεπληρωμένου και ολοτελούς ανθρώπου, που διαβιοί συμφιλιωμένος με τον κόσμο και την φύση. Ο Κονδύλης, σε έσχατη ανάλυση, σε επίπεδο δηλαδή γνωσιολογικό, υπήρξε συνεπής μηδενιστής, αν και πάντα φρόντιζε να διευκρινίζει ότι ένας τέτοιος μηδενισμός αφορά αποκλειστικά τους "επαΐοντες του περιθωρίου". Η μετοχή στην κοινωνική πράξη προϋποθέτει αναγκαστικά την χρήση ιδεών. Ιδίως στην πολιτική αλλά και την θεωρητική διαπάλη, οι ιδέες δεν είναι παρά όπλα, που αντλούν το πρακτικό τους κύρος όχι από την αντιστοίχισή τους προς μια ανώτερη αλήθεια, αλλά από την ικανότητά τους να πλήξουν καίρια τον εκάστοτε αντίπαλο.
* * *
Υπάρχει ένα χωρίο του Θουκυδίδη που προσφέρεται όσο κανένα άλλο για να εικονογραφήσουμε τις διακριτές αυτές προσεγγίσεις και να αποτιμήσουμε το μέγεθος της απόστασης που τις χωρίζει. Πρόκειται για τον περίφημο Διάλογο Μηλίων και Αθηναίων του Θουκυδίδη, τον οποίο σχολιάζουν και οι δύο συγγραφείς, ο Κώστας Παπαϊωάννου στο βιβλίο του για την αρχαιοελληνική τέχνη, ο Παναγιώτης Κονδύλης στον πρόλογο της ανθολογίας Ο φιλόσοφος και η ισχύς που ο ίδιος επιμελήθηκε και εξέδωσε στην Γερμανία το 1992.
Στα μάτια του Παπαϊωάννου, ο διάλογος αυτός είναι "η τελευταία αισχύλεια τραγωδία που μας κληροδότησε η κλασική εποχή" και ως τέτοια μας παρέχει τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσουμε "σε ποιο βαθμό μηδενισμού είχε φτάσει η δίψα των Αθηναίων για την απόκτηση ισχύος". Ο "στυγνός ρεαλισμός" που κηρύσσουν οι Αθηναίοι και ο οποίος δεν γνωρίζει άλλη οδό παρά την άνευ όρων υποταγή των Μηλίων ή την ανελεή εξολόθρευσή τους, είναι για τον Παπαϊώαννου σημείο δηλωτικό της κατάρρευσης των κλασσικών αθηναϊκών ιδεωδών της εποχής του Σόλωνα και του Αισχύλου.
Το έστι δίκης οφθαλμός, η κλασσική ελληνική αντίληψη που έβλεπε την ανθρώπινη δικαιοσύνη ως κομμάτι αναπόσπαστο της ευρύτερης κοσμικής τάξης, καταρρέει την στιγμή κατά την οποία οι Αθηναίοι πρέσβεις επικαλούνται υπέρ τους την εύνοια των θεών, και διακηρύσσουν ότι ο θείος νόμος ταυτίζεται με τον φυσικό νόμο της επικράτησης του ισχυρού επί του ασθενέστερου. Τη στιγμή αυτή, την έννοια του κλασσικού μέτρου, του εξανθρωπισμένου κόσμου της τραγωδίας, διαδέχεται η παλινδρόμηση στον κόσμο της φυσικής βίας. Για τον Παπαϊωάννου, η άλωση της νησιωτικής πολιτείας και ο επακόλουθος παραδειγματικός εξανδραποδισμός των υπερασπιστών της συνιστά "θρίαμβο της ύβρεως". Η μετέπειτα παράδοση του αθηναϊκού δήμου στον λαϊκιστικό τυχοδιωκτισμό ενός Αλκιβιάδη, η σικελική καταστροφή και η τελική ήττα της πόλης δεν είναι παρά "η τιμωρία [που] θα έλθει με την αμείλικτη σκληρότητα του τιμωρού πεπρωμένου".
Η ερμηνεία του Κονδύλη δεν θα μπορούσε να είναι διαμετρικότερα αντίθετη. Αν για τον Παπαϊωάννου "ο πόλεμος φέρνει στην επιφάνεια τους παλιούς δαίμονες της ύβρεως και της παραφροσύνης που ο πολιτισμός καλύπτει με έναν λεπτό υμένα", για τον Κονδύλη ο πόλεμος, και ο Θουκυδίδης ως εξηγητής της παθολογίας του, φέρνει στην επιφάνεια την πραγματική και βαθύτερη φύση των ανθρώπων, και αποκαλύπτει "τι κινεί εκείνους και την ιστορία". Με τις ομιλίες των Αθηναίων κηρύκων "καθιερωμένοι θεσμοί και παμπάλαια έθιμα παραμερίζονται στο άψε-σβήσε", "τα ιερά δεσμά της ηθικής και της θρησκείας καταρρακώνονται αιφνίδια". Όμως αυτό ακριβώς αποδεικνύει ότι πρόκειται για τεχνητές κατασκευές και θεσμίσεις, όχι για γεννήματα της φύσης. "Το αληθινό πρόσωπο της φύσης", σημειώνει ο Κονδύλης, "είναι το πρόσωπο των Αθηναίων όταν ζητούν από τους Μηλίους να υποταγούν", "η θεία ή φυσική τάξη, ο εσώτερος νόμος του Όντος είναι ακριβώς ο νόμος του ισχυρότερου". Η επίκληση της δικαιοσύνης, στην οποία προσφεύγουν οι Μήλιοι είναι ένα μοιραίο σφάλμα, η πίστη τους "στην υπερίσχυση των ηθικών κανόνων γεννά απλώς φρούδες ελπίδες" και τους "ωθεί σε απελπισμένες και αυτοκαταστροφικές ενέργειες. Η πράξη θα όφειλε να προσανατολίζεται στους κανόνες της φρόνησης, οι οποίοι πάλι πρέπει να υπηρετούν τη φυσική επιταγή της αυτοσυντήρησης. Βεβαίως", συμπληρώνει ο Κονδύλης, "η αυτοσυντήρηση έχει διαφορετικό νόημα για τον ισχυρό, ο οποίος μπορεί να διατηρήσει την ισχύ του μονάχα διευρύνοντάς την συνεχώς, και για τον αδύνατο, ο οποίος σώζεται ανταποκρινόμενος στις επιθυμίες του ισχυρότερου".
Οι δύο αυτές αντίμαχες αναγνώσεις του Θουκυδίδη εκπροσωπούν σχεδόν ιδεοτυπικά τις κρατούσες σήμερα ερμηνείες του Αθηναίου ιστορικού, και για τον λόγο αυτό παραμένουν εξόχως επίκαιρες.
Η πρώτη από αυτές, που αντιστοιχεί στη γνώμη του Κονδύλη, πιστεύει ότι ο Θουκυδίδης δίνει δίκαιο στους Αθηναίους και άδικο στους Μηλίους για την στάση τους στη μεταξύ τους διένεξη. Η έκβαση της εκστρατείας, η κυρίευση του νησιού, το αποδεικνύει εν τοις πράγμασι. Επιπλέον, οι Αθηναίοι έχουν δίκιο και για έναν άλλο, ακόμη κρισιμότερο λόγο. Στο γενικότερο πλαίσιο της αντιπαράθεσής τους με τους Λακεδαιμόνιους, οποιαδήποτε ταλάντευσή τους στο ζήτημα της Μήλου, θα ερμηνευόταν ως έλλειψη αποφασιστικότητας και αδυναμία. Αυτή πάλι με τη σειρά της θα ενθάρρυνε την αποσκίρτηση και άλλων δυσαρεστημένων συμμάχων των Αθηνών, και θα οδηγούσε στην τελική κατάρρευση της Αθηναϊκής συμμαχίας έναντι των αντιπάλων της. Οι Αθηναίοι, συνεπώς, δεν επέλεξαν ελαφρά τη καρδία την ολοκληρωτική εξόντωση των αδύναμων νησιωτών, ήταν οι ζωτικές ανάγκες του πόλεμου, εν ολίγοις η δική τους επιβίωση, που τους την επέβαλαν.
Αντιρρητική προς αυτήν την γνώμη, η άλλη κύρια ερμηνεία του διαλόγου, εντάσσει τα γεγονότα της Μήλου στο ευρύτερο πλαίσιο του Πελοποννησιακού Πολέμου. Έτσι τονίζει ότι ο Θουκυδίδης ξεκινά την εξιστόρηση της Σικελικής Εκστρατείας αμέσως μετά από την έκβαση εκείνης κατά της Μήλου. Με αυτόν τον τρόπο θέλει να υπογραμμίσει παραστατικότερα την από μέρους των Αθηναίων αλαζονική υπερεκτίμηση των δυνάμεών τους, που στην περίπτωση των Σικελικών θα τους οδηγήσει στον όλεθρο και, αργότερα, στην οριστική ήττα και την ιστορική δύση της ηγεμονίας τους. Αυτή η αλαζονική υπερεκτίμηση των δυνάμεων τους είναι εν προκειμένω ό,τι ο Κώστας Παπαϊωάννου θα ονόμαζε "θρίαμβο της ύβρεως".
* * *
Συνοψίζω. Στις έσχατες, μη περαιτέρω αναγώγιμες παραδοχές τους, η σκέψη του Κώστα Παπαϊωάννου και εκείνη του Παναγιώτη Κονδύλη είναι αντίδρομες μεταξύ τους. Με κριτήριο τη θεώρηση του Παπαϊωάννου, η κονδύλεια ανθρωπολογία, που εδράζεται στην σταθερά της ισχύος, συνιστά σε τελική ανάλυση μια φιλοσοφία της ύβρεως, έναν βιολογικό αναγωγισμό που, ανεξαρτήτως προθέσεων, μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε εργαλείο χειραγώγησης. Με γνώμονα την οπτική του Κονδύλη, η σκέψη του Παπαϊωάννου, αυτού του φιλοσόφου της καταλλαγής, όπως τον αποκάλεσε ο Οκτάβιο Πας, δεν είναι παρά μια εκδοχή πλατωνίζοντος ουμανισμού, που παρά τις επιμέρους συλλήψεις του, στερείται εδραίου ανθρωπογνωστικού θεμελίου.
Παρ’ όλα αυτά, η συνεξέταση του έργου αλλά και της βιοπορείας των δύο αυτών συγγραφέων μπορεί να φέρει στην επιφάνεια και σημεία στα οποία πορεύονται παράλληλα. Κατά τούτη την έννοια, η απόπειρα της αντιπαραβολής τους ίσως φανεί και στο μέλλον εγχείρημα δελεαστικό.

Πηγή: Αντίφωνο, από τον συλλογικό τόμο Αφιέρωμα στον φιλόσοφο Κώστα Παπαϊωάννου, Καβάφεια 2006: Δεκατέσσερις εισηγήσεις, πρόλογος Α. Αποστολόπουλος, επιμ. Δ. Αρμάος, Αθήνα 2008

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

Γύρω από το δέντρο του κόσμου, που λυγίζει...


Πίσω στη θλιμμένη χώρα
Τραβάει ο ήλιος στο χαμό...

 Eugen Gottlob Winkler (1912-1936) 

Όιγκεν Γκότλομπ Βίνκλερ
Μελαγχολία

Τρομαγμένοι στεκόμαστε στα κάγκελα
Κι αναμετρούμε τα συμβάντα.
Κορόνες και χρυσά κιονόκρανα
Κατρακυλούν από την τελευταία κιθάρα

Μετράμε ακόμα μια φορά τις γυναίκες
Και τα αστέρια εορταστικά
Ώσπου της αγχόνης το πουλί στη στέγη
Δυνατά και συνεχώς κραυγάζει: Φρίκη!
Και το παιχνίδι ρολόι του κόσμου χτυπά
Γρήγορα και πιο γρήγορα φωναχτά.
Εκατό χιλιάδες στέκονται αμυνόμενοι
Γύρω από το δέντρο του κόσμου, που λυγίζει.
Κι ώρα την ώρα φτερουγίζει
Μια μαύρη κάργια.
Πίσω στη θλιμμένη χώρα
Τραβάει ο ήλιος στο χαμό!

(μετ. Σωτήρης Ε. Γυφτάκης, Γερμανόφωνη Ποίηση, εκδ. λεξίτυπον, 2009)

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

ακούγοντας το βογκητό του τυφώνα...

 

Ντάμασο Αλόνσο

Ξαγρύπνια

Μαδρίτη: πόλη με περισσότερα από ένα εκατομμύριο πτώματα
(σύμφωνα με τις τελευταίες στατιστικές).
Υπάρχουν φορές που τη νύχτα νιώθω μια ταραχή κι ανακαθίζω
σ’ αυτήν την κόγχη όπου εδώ και 45 χρόνια σαπίζω,
και περνώ πολλές ώρες ακούγοντας το βογκητό του τυφώνα
ή το γάβγισμα των σκύλων ή τη θαμπή ροή του σεληνόφωτος.
Και πολλές ώρες περνώ βογκώντας ως τυφώνας, γαβγίζοντας ως σκύλος,
μανισμένος, ρέοντας ως γάλα από μαστό ζεστό μιας μεγάλης αγελάδας κίτρινης.
Και ώρες πολλές περνώ ρωτώντας το Θεό, ρωτώντας τον
γιατί σαπίζει αργά η ψυχή μου,
γιατί σαπίζουν περισσότερα από ένα εκατομμύριο πτώματα
σ’ αυτήν την πόλη της Μαδρίτης,
γιατί δισεκατομμύρια πτώματα αργοσαπίζουν στον κόσμο.
Πες μου: τι είδους κήπο θέλεις να λιπάνεις με τη σήψη μας;
Τρέμεις τάχα μη μαραθούν τα μεγάλα ρόδα της ημέρας,
τα φονικά θλιμμένα κρίνα της νύχτας σου;

(μετ. Έλενα Σταγκουράκη)

Πηγή: Περιοδικό Κουκούτσι 

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Περί κατρακύλας, μωρίας και ξάπλας...


 

Για να προσεγγίσει κανείς την ουσία δεν πρέπει να εξασκεί κανένα επάγγελμα. Να μένει ξαπλωμένος όλη μέρα και να βογγά.

Μπορεί κανείς να φανταστεί τα πάντα, εκτός απ' το μέχρι που μπορεί να κατρακυλίσει.

Όταν βγει κανείς από τον κύκλο των σφαλμάτων και των ψευδαισθήσεων μέσα στο οποίο διαδραματίζονται οι πράξεις, είναι σχεδόν αδύνατο να πάρει θέση. Χρειάζεται ένα μίνιμουμ μωρίας για όλα, για να καταφάσκεις όσο και για να αρνείσαι.

Εμίλ Σιοράν, Εξομολογήσεις και αναθεματισμοί
Εκδ. Εξάντας

Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

η εκδίκηση της ζωής...

 
Emil Cioran (1911-1995)

Είναι αναμφίβολη ευχαρίστηση να γνωρίζεις ότι οι πράξεις δεν έχουν καμία πραγματική βάση, ότι είναι το ίδιο να κάνεις ή να μην κάνεις κάποια πράξη. Παρ' όλα αυτά, στις καθημερινές μας κινήσεις συμβιβαζόμαστε με το Κενό, δηλαδή εναλλάξ και μερικές φορές συγχρόνως θεωρούμε τον κόσμο πραγματικό και μη πραγαμτικό. Έτσι αναμειγνύουμε καθαρές αλήθειες με αλήθειες ευτελείς, και αυτό το μείγμα αποτελεί ντροπή για τον άνθρωπο της σκέψης. Είναι η εκδίκηση της ζωής.

Τί μίσος θα υπήρχε στα σκοτάδια και τη δυσωδία των σπηλαίων! Καταλαβαίνουμε γιατί οι ζωγράφοι που φυτοζωούσαν εκεί μέσα δε θέλησαν ν' αποθανατίσουν τα πρόσωπα των συνανθρώπων τους και προτίμησαν τα ζώα.

Εμίλ Σιοράν, Εξομολογήσεις και αναθεματισμοί
Εκδ. Εξάντας

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012

Τί κρίμα...

 Τι κρίμα! Δεν θα μας καταπιούν...
Θα ήταν κι αυτό μια κάποια λύση...

 


Μια πολύ ενδιαφέρουσα ερευνητική προσπάθεια ξεκινά στα περίχωρα του Εδιμβούργου. Ερευνητική ομάδα θα προσπαθήσει να αναδημιουργήσει μέσα στο εργαστήριο τις συνθήκες που επικρατούν γύρω μια μαύρη τρύπα.

Η προσπάθεια

Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Heriot-Watt έλαβε χρηματοδότηση τριών εκατομμυρίων ευρώ από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ερευνας για να πραγματοποιήσει έρευνες στον τομέα της κβαντικής φυσικής. Οι ερευνητές θα επιχειρήσουν να φτιάξουν «εργαστηριακές μαύρες τρύπες».
Το σχέδιο των ερευνητών είναι να παραγάγουν παλμούς λέιζερ η ενέργεια των οποίων θα μετριέται σε τρισεκατομμύρια watt. Προσπάθειά τους θα είναι να αναδημιουργήσουν τις συνθήκες που επικρατούν γύρω από μια μαύρη τρύπα. Οι βαρυτικές δυνάμεις που επικρατούν γύρω από τις μαύρες τρύπες είναι τόσο ισχυρές ώστε τίποτε δεν μπορεί να ξεφύγει, ούτε καν το φως, ενώ επίσης καταρρέουν οι νόμοι της φυσικής.
«Αυτό που θα προσπαθήσουμε να φτιάξουμε είναι η ίδια χωροχρονική δομή που χαρακτηρίζει μια μαύρη τρύπα. Θα το επιχειρήσουμε όμως με ένα παλμό φωτός και έτσι δεν θα χρειαστεί να αναδημιουργηθεί η μάζα που σχετίζεται με τις μαύρες τρύπες. Οι μαύρες τρύπες είναι προϊόν της κατάρρευσης ενός άστρου. Εδώ δεν θα υπάρχει κάποιο άστρο που να καταρρέει και έτσι δεν υφίσταται κίνδυνος να μας καταπιούν οι μαύρες τρύπες που θα δημιουργήσουμε» αναφέρει ο Ντανιέλε Φάτσιο, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.

Πηγή: http://www.tovima.gr/science/physics-space/article/?aid=478057

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

καθημαγμένοι ἐρασιτέχνες τοῦ Πραγματικοῦ...

 Γιάννης Σταύρου, Τοπίο ( λεπτομέρεια)

Νίκος Καρούζος

Η έναστρη φωτεινότητα

Ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἰσόρμησε πιὰ στὴν ἀπώτερη θλίψη
μὲ δίχως ἔστω ἕνα τριαντάφυλλο
μ᾿ ἐκεῖνα τ᾿ ἀκατέργαστα στὴν ὤχρα μεινεσμένα μάτια
στὸ μισοσκέπαστο ἐρημόκκλησο σέρνοντας
τὴ μεγάλη ἀνάπηρη σιωπὴ στὸ καροτσάκι τῆς ὁμιλίας
ἀνέκαθεν ἤξερε τὴν ἄσωστη κατάσταση-: πὼς εἴμαστε
καθημαγμένοι ἐρασιτέχνες τοῦ Πραγματικοῦ
μ᾿ ἕνα μυστήριο ποὺ βεβηλώνει τὴ διάνοια διχάζοντας
πρὶν ἡ δορὰ τῆς θάλασσας σηκώσει τὸ ἀνάστημα τοῦ Ἅδη.
Πολύκρουνη ἡ θύελλα σπάζει τὰ ματογυάλια της κι ὁ μέγας
τρόμος ἀδράχνει τὰ μελλούμενα
σχηματίζοντας ἀποστήματα στὴ μνήμη.
Κατάχαμα τῆς ἀσίγαστης σιγῇς ἕνα κινούμενο
κειμήλιο-σκουλῆκι.
Ἡ ζωὴ ποὺ μικραίνει: ἡ μεγάλη ἀλήθεια.
Στὸν ὁποὺ πιάνει τὸ τσαπὶ γίνεται τσάπισμα
στὸν ὁποὺ πίνει τὸ νερὸ γίνεται πιόμα.
Ἔρχεται ἔαρ ἀειπάρθενο προφέροντας ἀρώματα
κρατεῖ μία κατάμαυρη λεπτότατη κλωστὴ
στὰ ὕπαιθρα τῆς νύχτας
τὸ σημεῖο τοῦ γκιώνη ποὺ εἶν᾿ ἄγνωστο πέρα...

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

Πηγαίνετε τραγούδια μου, ζητήστε τον έπαινό σας από τους νέους κι απ' τους αδιάλλακτους...

Είναι παλιά σας συνήθεια να ξεκάνετε τους καλούς συγγραφείς
εσείς ή τους τρελλαίνετε
ή κλείνετε τα μάτια σαν αυτοκτονούν
ή πάλι βρίσκετε δικαιολογίες για τα ναρκωτικά τους
και μιλάτε για παραφροσύνη και μεγαλοφυία
Όμως εγώ δεν θα τρελλαθώ για να σας ευχαριστήσω
δεν θα σας κολακέψω με έναν πρόωρο θάνατο

Ώ όχι, εγώ θα αντέξω ως το τέλος
θα νιώσω τα μίση σας να γλιστρούν στα πόδια μου
σαν ευχάριστο γαργάλημα
να τα κοιτάζουν κοροϊδευτικά
ενώ πολλοί κινούνται ύποπτα
και φοβούνται να πουν πως σας μισούν
η γεύση της αρβύλας μου;
Ορίστε η γεύση της αρβύλας μου
χαϊδέψτε την
βγάλτε και το βερνίκι με την γλώσσα σας


Έζρα Πάουντ



Έζρα Πάουντ
Κάποια ποιήματα

Ité

Πηγαίνετε τραγούδια μου, ζητήστε τον έπαινό σας από τους νέους
κι απ' τους αδιάλλακτους
κινηθείτε ανάμεσα στους εραστές της τελειότητας μόνο.
Ζητήστε πάντοτε να αναμετρηθείτε με το σκληρό Σοφόκλειο φως
ευχάριστα υπομένοντας τις πληγές σας από εκείνο

Ité

Go, my songs, seek your praise from the young
and from the intolerant,
Move among the lovers of perfection alone.
Seek ever to stand in the hard Sophoclean light
And take you wounds from it gladly.


Ο ερχομός του πολέμου: Ακταίων

Εικόνα Λήθης,
και τα χωράφια
γεμάτα από αμυδρό φως
μα χρυσαφένιο,
γκρίζοι γκρεμοί,
και από κάτω

Μια θάλασσα
πιο σκληρή κι απ' τον γρανίτη,
ανήσυχη, ποτέ δεν γαληνεύει-
υψηλές μορφές
με την κίνηση των Θεών,
επικίνδυνη θέα,
κι ένας είπε:
«Να ο Ακταίων»
Ο Ακταίων με τα χρυσά περικνήμια!
Πάνω από ωραία λειβάδια,
πάνω από την δροσερή όψη εκείνου του χωραφιού,
ανήσυχα, αεικίνητα
πλήθη αρχαίου λαού,
η σιωπηλή πομπή.


The Coming Of War: Actaeon

An image of Lethe,
and the fields
Full of faint light
but golden,
Gray cliffs,
and beneath them

A sea
Harsher than granite,
unstill, never ceasing;
High forms
with the movement of gods,
Perilous aspect;
And one said:
'This is Actaeon.'
Actaeon of golden greaves!
Over fair meadows,
Over the cool face of that field,
Unstill, ever moving
Hosts of an ancient people,
The silent cortège.


PHASELLUS ILLE

Αυτό το papier-mâché που βλέπετε φίλοι μου
ισχυρίζεται πως ήταν ο πιο άξιος εκδότης.
Η σκέψη του διαμορφώθηκε στη "δεκαετία του εβδομήντα"
Κι από τότε δεν λέει ν' αλλάξει εκείνο το ανακάτωμα.
Εργάζεται δια την εκπροσώπησιν εκείνης της σχολής της σκέψεως
της φερούσης την έδραν των τριχίνων ενδυμάτων εις τοιαύτην τελειότητα,
κι ούτε οι φοβερές απειλές του Μπέρναρ Σω
ταράζουν την ακύμαντη λιμνούλα των αρχών του.
Μα κι ούτε αν η αθάνατη φωνή όλου του κόσμου
ζητούσε ακόμα μια φορά, μιλώντας του, έστω να τον κεντρίσει,
ρούπι δεν θα κουνούσε πάλι προς τα δεξιά από τ' αριστερά.

Ομορφιά, ανυπόδητη απ' τις Κυκλάδες,,
Εσύ που θα ' βρισκες ένα μοντέλο για τον Άγιο Αντώνιο
Έλα σ' αυτού του πράγματος την σίγουρη κοινωνική ευπρέπεια
και συμπεριφορά

PHASELLUS ILLE 

This papier-mâché, which you see, my friends,
Saith 'twas the worthiest of editors.
Its mind was made up in 'the seventies',
Nor hath it ever since changed that concoction.
It works to represent that school of thought
Which brought the hair-cloth chair to such perfection,
Nor will the horrid threats of Bernard Shaw
Shake up the stagnant pool of its convictions;
Nay, should the deathless voice of all the world
Speak once again for its sole stimulation,
Twould not move it one jot from left to right.

Come Beauty barefoot from the Cyclades,
She'd find a model for St. Anthony
In this thing's sure decorum and behaviour. 


SURGIT FAMA

Ανακωχή έχουνε κάνει οι Θεοί
Η Κόρη επρόβαλε στο Βορρά,
περιφέρεται στην γκριζογάλανη θάλασσα
με χρυσό και μαυροκόκκινο μανδύα.

Το στάρι βρήκε πάλι τη μάνα του, κι αυτή, η Λευκονόη,
που ποτέ δεν παραμέλησε τις γυναίκες,
ούτε τη γη παραμελεί τώρα.

Ο κατεργάρης Ερμής βρίσκεται εδώ.
Μ΄ ακολουθεί
έτοιμος ν' αρπάξει τα λόγια μου,
έτοιμος να τα διαδώσει.

Να τους προσθέσει τις παραλλαγές του,
πανούργες κι έξυπνες..
να τ' αλλάξει όπως εκείνος θέλει.

Όμως εσύ πες την αλήθεια, ακόμη και κατά γράμμα:

«Ακόμη μια φορά στην Δήλο, ακόμη μια φορά ταράσσεται ο βωμός
ακόμη μια φορά ακούγεται ο ψαλμός,
ακόμη μια φορά οι κήποι που δεν εγκαταλείφθηκαν ποτέ,
είναι γεμάτοι ψιθυρίσματα και παλιές ιστορίες».

SURGIT FAMA

There is a truce among the gods,
Kore is seen in the North
Skirting the blue-gray sea
In gilded and russet mantle.
The corn has again it's mother and she, Leuconoe,
That failed never women,
Fails not the earth now.

The tricksome Hermes is here;
He moves behind me
Eager to catch my words,
Eager to spread them with rumour;
To set upon them his change
Crafty and subtle;
To alter them to his purpose;
But do thou speak true, even to the letter:

‘Once more in Delos, once more is the altar a-quiver.
Once more is the chant heard.
Once more are the never abandoned gardens
Full of gossip and old tales.’ 



CODA

Ω τραγούδιά μου,
Γιατί ψάχνετε τόσο αχόρταγα και τόσο περίεργα τα πρόσωπα των ανθρώπων,
μήπως και βρείτε ανάμεσά τους τον χαμένο σας νεκρό;

CODA

O My songs,
Why do you look so eagerly and so curiously into
people's faces,
Will you find your lost dead among them?


Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2012

Η ζωή είναι άθλιο πράγμα...


 Arthur Schopenhauer (1815), πορτρέτο του Ludwig Sigismund Ruhl

Σοπενχάουερ
Αποφθέγματα 

Κάθε απόκτημα και κάθε ευτυχία είναι δάνεια αβέβαιου χρόνου, και γι' αυτό μπορεί να ζητηθούν πίσω την επόμενη ώρα. 
Η ζωή είναι άθλιο πράγμα. Αποφάσισα να περάσω τη ζωή μου σκεπτόμενος αυτό ακριβώς.
Στη σφαίρα της σκέψης, ο παραλογισμός και η διαστροφή είναι οι αφέντες του κόσμου· η κυριαρχία τους αναστέλλεται για πολυ μικρά διαστήματα.
Κάθε άνθρωπος θεωρεί τα όρια του δικού του οπτικού πεδίου σαν τα όρια του κόσμου.
Κάθε αλήθεια περνάει από τρία στάδια. Πρώτα γελοιοποιείται. Μετά βρίσκει σφοδρή αντίθεση. Και στο τέλος θεωρείται αυτονόητη.
Οι άνθρωποι χρειάζονται κάποια εξωτερική απασχόληση, επειδή είναι αδρανείς εσωτερικά.
Το γενικότερο δίδαγμα της ιστορίας είναι: τα ίδια, με διαφορετικό τρόπο. 
Οι σοφοί πάντα έλεγαν τα ίδια πράγματα, και οι ηλίθιοι, που είναι η πλειοψηφεία, έκαναν πάντα ακριβώς το αντίθετο.
Όσο πιο χαζός είναι ένας άνθρωπος, τόσο πιο λιγότερο μυστηριώδης του φαίνεται η ύπαρξη.
Η φύση καταδεικνύει ότι η ανάπτυξη της νοημοσύνης ακολουθείται από αυξημένη ικανότητα για πόνο και ότι μόνο ο υψηλότατος δείκτης νοημοσύνης ωθεί τον βασανισμό στο υπέρτατο όριο.
Εκείνο που οι άνθρωποι ονομάζουν μοίρα, στην ουσία είναι ένα σύνολο ανοησιών που έκαναν.

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2012

Η κατάρρευση του δυτικού πολιτισμού


Σάντρο Μποτιτσέλι, Η γέννηση της Αφροδίτης (λεπτομέρεια)

Αποχαιρέτα την Αλεξάνδρεια - όπως θάλεγε κι ο ποιητής...
Το τέλος του δυτικού πολιτισμού συντελείται με δραματική ραγδαιότητα. Δεν περιμένουμε πια τους βαρβάρους. Είναι ήδη εδώ...

Ακολουθεί απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Heinz Buschkowsky, του Σοσιαλιστή δημάρχου του Neukölln, ενός από τα πιο ισλαμοποιημένα μέρη του Βερολίνου και της Γερμανίας. Ο τίτλος του βιβλίου είναι «Το Neukölln είναι Παντού», γεγονός που υποδηλώνει ότι αυτό είναι το μέλλον που βλέπει ο Buschkowsky, για τη Γερμανία και την Ευρώπη συνολικά (δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Bild):

«Σε αυτό το σημείο για μένα έχει σημασία η έννοια της καθημερινής αδυναμίας σε έναν κόσμο στον οποίο οι άνθρωποι πηγαίνουν στο σούπερ μάρκετ, παίρνουν τα αγαθά και φεύγουν περνώντας μπροστά από το ταμείο χωρίς να πληρώσουν, καθιστώντας σαφές στη γυναίκα υπάλληλο του ταμείου τι θα συμβεί σε αυτήν, εάν ειδοποιήσει την αστυνομία να έρθει.

Εκεί, όπου πέντε άνθρωποι περπατούν κατά μήκος της πλευράς του πεζοδρομίου από την πλευρά και όλοι οι άλλοι πρέπει να βγούμε από το δρόμο .. Εκεί, όπου σε ένα κόκκινο φανάρι ο καθένας κοιτάζει μπροστά όσο το δυνατόν πιο ευθεία, ώστε να αποφευχθεί λεκτική επίθεση από το αυτοκίνητο δίπλα σας που θα σας ρωτήσει : "Έχεις πρόβλημα; Θα το λύσουμε τώρα"'.

Εκεί, όπου οι μεγαλύτεροι νεαροί απαιτούν από τα μικρά παιδιά να πληρώνουν διόδια ή τέλη χρήσης για τον εξοπλισμό αναρρίχησης. Όπου οι νεαρές γυναίκες ρωτιούνται αν θέλουν να μείνουν έγκυες. Όπου ο οδηγός του λεωφορείου δέχεται να του χύνουν κόκα κόλα στο κεφάλι του, αν ζητήσει τα εισιτήρια.

... Εχθροί τους είναι οι μισητοί Γερμανοί. Αυτοί είναι ο στόχος των επιθέσεών τους, και μπορούν να υιοθετήσουν εύκολα την κουλτούρα του flash mob. Με μια κλήση μέσω SMS, μέσα σε λίγα λεπτά, θα βρεθούν πολλοί άνθρωποι εκεί, με απειλητικές διαθέσεις. Οι Γερμανοί θεωρούνται εύκολα θύματα.

Αυτό μπορεί να επηρεάσει τον καθένα στην καθημερινή ζωή. Θα μπορούσατε να εκπλαγείτε αν είχατε κάποια σύγκρουση με το αυτοκίνητό σας, με ένα αυτοκίνητο που έρχεται και σας χτυπάει από πίσω και το άλλο άτομο που εμπλέκεται στο ατύχημα, προσδιορίζονταν ως μετανάστης.

Σε μια τέτοια περίπτωση θα μαζευτούν αμέσως γύρω σας πολλοί «μάρτυρες», οι οποίοι θα έχουν δει τα πάντα με ακρίβεια. Δεν είναι ότι εκείνος σας χτύπησε από πίσω, αλλά ότι εσείς επιταχύνατε με όπισθεν και πέσατε πάνω του.

Χωρίς αμφιβολία, ο κανόνας είναι να βοηθήσουμε τους εθνικούς αδελφούς και αδελφές μας. Η αλήθεια δεν έχει καμία σημασία, όταν πρόκειται για έναν "άπιστο". Τέτοιες είναι οι καθημερινές μικρές εμπειρίες που κάνουν τους ανθρώπους εδώ τόσο "ευτυχισμένους" μεταξύ τους.

Εμείς ανατρέφουμε τα παιδιά μας στο να αποφεύγουν τη βία. Εμείς περιφρονούμε τη βία προς τους άλλους και μεγαλώνουμε τα παιδιά μας ανάλογα. Οι άλλοι ανατρέφουν τα αγόρια τους να είναι δυνατά, γενναία και έτοιμα να πολεμήσουν. Η κατάσταση από το ξεκίνημα είναι άνιση».


Πηγή: DEFENCENET