t


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

Σχόλια γύρω από τη ζωγραφική, την τέχνη, τη σύγχρονη σκέψη


Οι επισκέπτες του δικτυακού μας τόπου θα γνωρίσουν νέες πτυχές του ελληνικού τοπίου. Θα έρθουν σε επαφή με τις καλές τέχνες, κυρίως με τη ζωγραφική & τους ζωγράφους, τους έλληνες ζωγράφους, με τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής μας...


Αναδεικνύοντας την ολιστική σημασία του ελληνικού τοπίου, την αδιάσπαστη ενότητα της μυθικής του εικόνας με την τέχνη, τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία και την ποίηση, τη σύγχρονη σκέψη...
-----
καράβια, ζωγραφικη, τοπια, ζωγραφοι, σχολια, ελληνες ζωγραφοι, λογοτεχνια, συγχρονοι ζωγραφοι, σκεψη, θαλασσογραφίες


Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

σκηνή παράξενη κι ωραία...

Δυο χρόνια εκείνη τον περίμενε, με την ψυχή στα δόντια, όπως λένε,
κ' εκείνος ήρθε κάποια μέρα, αρχές της άνοιξης, σα να μην είχε συμβεί τίποτα...
 
https://yannisstavrou.blogspot.com
 
Γιάννης Ρίτσος
Ερωτική ιστορία

Δυὸ χρόνια ἐκείνη τὸν περίμενε, μὲ τὴν ψυχή στὰ δόντια, ὅπως λένε,
κ’ ἐκεῖνος ἦρθε κάποια μέρα, ἀρχὲς τῆς ἄνοιξης, σὰ νὰ μὴν εἶχε συμβεῖ τίποτα.
Αὐτό ἀκριβῶς τὴ σκότωσε. Δέν κατάλαβε ἐκεῖνος
πὼς ἦταν πεθαμένη ἀντίκρυ του, μὲ φόντο
ἕνα περίλαμπρο, τετράγωνο, ἀνοιχτό παράθυρο.

Τὴν κοίταζε μ’ ἐρωτικὴν αὐτοπεποίθηση,
μ’ αὐτὴ τὴν εὔκολη, σχεδόν ἐπαγγελματική, ἀσκημένη ἐπιθυμία. Τὸ βλέμμα του
ζεστά ψυχρό τρυπάνιζε κάποια παλιά ναρκωμένη πληγή μές στὰ ὀστά της.

Κ’ ἤτανε μιὰ σκηνή παράξενη κι ὡραία, σὰν κάποιος
νἄχε πεθάνει ἀμίλητος στὴν πολυθρόνα τοῦ ὀδοντιατρείου
κι ὁ γιατρὸς νὰ συνέχιζε ἥσυχα νὰ τοῦ σφραγίζει ἕνα δόντι
ἐνῶ ὁ ἥλιος τοῦ Ἰουνίου λαμποκοποῦσε στὸ καφετί πετσί τῆς πολυθρόνας.

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2016

Χειμώνας...

Φωτεινό το δείλι έχει πάρει
όλες τις αποχρώσεις της ταπεινώσεως.
Ιμάτια λιλιά στον ουρανό...


https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Θεσσαλονίκη στα χρώματα της δύσης, λάδι σε καμβά

Νίκος Καρούζος
Στο χωριό

Τα σπουργίτια μπουλουκιάζουν. Χειμώνας.
Φωτεινό το δείλι έχει πάρει
όλες τις αποχρώσεις της ταπεινώσεως.
Ιμάτια λιλιά στον ουρανό.
Τα πετεινά, όπως διάβηκαν από πάνω μας,
κινούμενα σημεία της ψυχής-
προκάλεσαν σε μένα τουλάχιστον
απερίγραπτο αίσθημα συναδελφώσεως με την πλάση.
Μείνετε άδολες ώρες κοντά μου,
μείνε εσύ ζωή απαλή σαν τραγούδι
μελαγχολικών παρθένων.
Περιμένω καθώς ο καρπός στο δέντρο.

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

επιμένει να ζει...

 Ιδού κάποιοι που δεν χρειάζονται κανένα έπαθλο. Τίποτα φυσικά δεν μπορούμε να τους απονείμουμε εδώ. Αυτοί λατρέψανε το διάβασμα...

https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Βιβλία και γυαλιά, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια)

Βιρτζίνια Γουλφ
Δοκίμια
(αποσπάσματα)

Έτσι λοιπόν εμείς —οι άνθρωποι— επιμένουμε πως το σώμα πρέπει να κρατιέται στη ζωή έστω και από μια κλωστή. Αφαιρούμε τα αυτιά και τα μάτια και την κρατούμε εκεί, με ένα μπουκάλι φάρμακο, μια κούπα τσάι, μια τρεμάμενη φωτιά που σιγοσβήνει σαν μια κουρούνα στην πόρτα του στάβλου. Μια κουρούνα που επιμένει να ζει παρ' ότι πληγωμένη.
*
Ονειρεύομαι μερικές φορές πως τουλάχιστον όταν έρθει η Ημέρα της Κρίσης και τότε όλοι οι σπουδαίοι καταχτητές, οι δικηγόροι, οι πολιτικοί καταφτάσουν για να παραλάβουν τα έπαθλα τους, τα στέμματα τους, τις δάφνες τους, και τα ονόματα τους σκαλισμένα ανεξίτηλα πάνω σε άφθαρτο μάρμαρο, τότε ο Παντοδύναμος θα στραφεί στον Πέτρο και θα πει, με κάποιο ίχνος ζήλιας, όταν θα μας δει να καταφθάνουμε με τα βιβλία μας στα χέρια, «Ιδού κάποιοι που δεν χρειάζονται κανένα έπαθλο. Τίποτα φυσικά δεν μπορούμε να τους απονείμουμε εδώ. Αυτοί λατρέψανε το διάβασμα».

(μετ. Αργυρώ Μάντογλου)

Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2016

Αποχρωματισμοί...

Το δείλι σέρνεται κι αλλάζει πάλι δέρμα
Μες τις ψυχές μας, απαρνιέται όλα ξανά
τα χρώματά του – κι απομένουμε στεγνά
τοπία χωρίς αρχή και χωρίς τέρμα...


https://yannisstavrou.blogspot.com

Βύρων Λεοντάρης
Αποχρωματισμοί

Το δείλι σέρνεται κι αλλάζει πάλι δέρμα
Μες τις ψυχές μας, απαρνιέται όλα ξανά
τα χρώματά του – κι απομένουμε στεγνά
τοπία χωρίς αρχή και χωρίς τέρμα.

Γρίφοι λυμένοι και ξανά μπλεγμένοι
χτυπιόμαστε όλη μέρα σαν τυφλοί
για μια καλύτερη θεσούλα στο κλουβί
κι όλο βρισκόμαστε σφιχτότερα δεμένοι.

Στα λόγια σπάταλοι, φιλάργυροι όμως στο αίμα
κάναμε χάος το τοσοδά μας το μυαλό
-ο φόβος είναι θερμοκήπιο καλό,
ανθίζει σ’ όλες του τις ποικιλίες το ψέμα.

Ακούς και δεν γνωρίζεις τ’ όνομά σου,
κρυώνει η μοίρα που παλιά σου ‘χε δοθεί
-σε ποιές λοιπόν παγίδες έχουμε συρθεί;
Μέγα κακό είναι ν’αρνηθείς τ’ ανάστημά σου.

Δεν είναι ο κόσμος πείραμα στους τρόμους
του απείρου, όχι, δεν είναι δοκιμή.
Μπορείς να σέρνεσαι μια ολόκληρη ζωή,
υπογραφή δειλή μέσα στους δρόμους;

Θα ‘ναι φριχτό να φύγουμε έτσι, δίχως
μια πίστη, έναν αγώνα, μια κραυγή
-άνθρωποι που πεθάναν δίχως μια αμυχή,
άνθρωποι που “διελύθησαν ησύχως….'

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2016

κάποια βραδυά...

κοιτάζοντας, αδιάφορος, τα βασιλέματα, τις αυγές – να
καθρεφτίζουν τους ουρανούς των μέσα στο έρημο νερό
των ματιών μου...


http://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Δύση στον Θερμαϊκό, λάδι σε καμβά

Αλπέρ Σαμαίν
Πύργος

Επειδή τα δώδεκά μου ολόχρυσα παλάτια δε με φτάναν – κι είχ’ η
βασιλικιά καρδιά μου απογοητευθεί απ’ την ημέρα – γι’
αυτό κι εγώ ανέβασα κάποια βραδιά τον πορφυρένιο μου
θρόνο – για παντοτινά, στην ψηλότερη κορφή του πιο
ψηλού μου πύργου.
Κι εκείθε, δεσπόζοντας τον άνθρωπο και τις πολύβουες πολιτείες
– μόνος ανάμεσα έζησα στον σιωπηλόν αιθέρα –
κοιτάζοντας, αδιάφορος, τα βασιλέματα, τις αυγές – να
καθρεφτίζουν τους ουρανούς των μέσα στο έρημο νερό
των ματιών μου.
Έζησα ωχρός, με την επιθυμία του θανάτου στα χείλη. Η γη κάτ’
απ’ τα πόδια μου μοιάζει σαν κουλουριασμένος σκύλος
που κοιμάται· τα χέρια μου πλέουν μες στ’ άστρα, μες στη
νύχτα.
Τίποτα δεν έτερψε τ’ ακίνητά μου χωρίς ανάπαψη μάτια, τίποτα
δεν εγέμισε την πάντα άδεια καρδιά μου, που ονειρεύεται
πάνω στην ακαταμέτρητη θάλασσα της ανίας μου.
Και τ’ άπειρο μ’ έφτιασε μια ψυχή όμοιά του.

(μετ. Μήτσος Παπανικολάου)

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2016

είναι ήδη πολύ αργά...

Κι όπως λέει ο ποιητής: 
"Ζωή είναι οι τρόποι που μας λείπει η ζωή"... 

https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Πλοία στον Θερμαϊκό, λάδι σε καμβά

Ρίτσαρντ Φορντ
Ημέρα ανεξαρτησίας
(απόσπασμα)

Το λυπηρό, φυσικά, με την ενήλικη ζωή είναι ότι διακρίνεις στον ορίζοντα να έρχονται πράγματα στα οποία δεν θα προσαρμοστείς ποτέ. Τα αναγνωρίζεις σαν προβλήματα, ανησυχείς στο έπακρο γι’ αυτά, προβλέπεις, παίρνεις προφυλάξεις και κάνεις διάφορες διευθετήσεις, λέγοντας στον εαυτό σου ότι πρέπει να αλλάξεις τον τρόπο με τον οποίο έκανες μέχρι τώρα τα πράγματα. Μόνο που δεν το κάνεις. Δεν μπορείς. Κατά κάποιον τρόπο είναι ήδη πολύ αργά. Ίσως είναι κάτι ακόμα χειρότερο: ίσως αυτό που βλέπεις να έρχεται από πολύ μακριά δεν είναι πραγματικά αυτό που σε φοβίζει αλλά τα επακόλουθά του, και αυτό που φοβάσαι μήπως συμβεί έχει ήδη συμβεί. Αυτό μοιάζει στην ουσία με τη συνειδητοποίηση ότι όλοι εμείς δεν πρόκειται να ωφεληθούμε από τις σπουδαίες πρόσφατες προόδους της ιατρικής επιστήμης, ωστόσο τις επικροτούμε ελπίζοντας ότι κάποιο εμβόλιο θα είναι εγκαίρως έτοιμο και νομίζοντας ότι τα πράγματα μπορεί ακόμα να βελτιωθούν. Μόνο που και ως προς αυτό είναι πολύ αργά. Και μας λείπει. Κι όπως λέει ο ποιητής: "Ζωή είναι οι τρόποι που μας λείπει η ζωή".

(μετ. Θωμάς Σκάσσης)

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2016

Όχι, δεν είμαι εγώ μα κάποιος άλλος αυτός που υποφέρει...

Εγώ δεν θα το άντεχα αυτό που έχει συμβεί
Πάρτε πανιά, μαύρα πανιά, καλύψτε το
Φανάρια ας το πάρουν μακριά…
Νύχτα...


https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Τελευταίο δρομολόγιο, λάδι σε καμβά

Άννα Αχμάτοβα
Ρέκβιεμ
(απoσπάσματα)

Προοίμιο

Συνέβη όταν χαμογελούσε ο νεκρός
Που γαλήνη βρήκε μόνο αυτός.
Νεκρό το Λένινγκραντ μπροστά στις φυλακές του
Αργοσαλεύει.
Κι απ’ τα μαρτύρια τρελές
Των κρατουμένων οι στρατιές
Βάδιζαν στα χαμένα.
Τραγούδια αποχαιρετισμού
Μέσα σε τρένα που σφυρίζουν.
Κι από ψηλά στον ουρανό τ’ αστέρια του θανάτου
Την Ρούς ακίνητη κατάχαμα κρατούν
Ματοβαμμένες μπότες την πατούν
Κι από την κλούβα οι μαύρες ρόδες.

1.

Το χάραμα σε πήρανε
Κι έτρεξα πίσω σου στο ξόδι
Στην κάμαρα τη σκοτεινή κλαίγαν παιδιά
Και στο εικόνισμα μπροστά στάζαν κεριά.
Έμεινε η ψύχρα της εικόνας πάνω στα χείλη σου
Στάλες ιδρώτας που κυλούν στο μέτωπό σου
Τον θάνατο θυμίζουν... Δεν ξεχνώ!
Σαν τις γυναίκες των Στρελτσί
Σιμά στους πύργους του Κρεμλίνου
Ουρλιάζοντας θα σε θρηνώ.

3.

Όχι, δεν είμαι εγώ μα κάποιος άλλος αυτός που υποφέρει.

Εγώ δεν θα το άντεχα αυτό που έχει συμβεί
Πάρτε πανιά, μαύρα πανιά, καλύψτε το
Φανάρια ας το πάρουν μακριά…
Νύχτα

(Μετ. Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης)

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2016

καστανή καταχνιά μιας χειμωνιάτικης αυγής...

Συ που ήσουνα μαζί μου στις Μύλες με τα καράβια !
Κείνο το λείψανο που φύτεψες στον κήπο σου τον άλλο χρόνο,
Άρχισε να βλασταίνει; Πες μου, θ’ ανθίσει εφέτο;...


https://yannisstavrou.blogspot.com 
Γιάννης Σταύρου, Θεσσαλονίκη στην ομίχλη, λάδι σε χαρτί

Τ.Σ.Ελιοτ
Η ταφή του νεκρού
(απόσπασμα)

Πρέπει να φυλαγόμαστε πολύ στον καιρό μας.
Ανύπαρχτη Πολιτεία,
Μέσα στην καστανή καταχνιά μιας χειμωνιάτικης αυγής,
Χύνουνταν στο Γιοφύρι της Λόντρας ένα πλήθος, τόσοι πολλοί,
Δεν το ’χα σκεφτεί πως ο θάνατος είχε ξεκάνει τόσους πολλούς.
Μικροί και σπάνιοι στεναγμοί αναδινόντουσαν, 
Και κάρφωνε ο καθένας μπρος στα πόδια του τα μάτια.
Χύνουνταν πέρα στο ύψωμα και κάτω στο Κίνγκ Ουίλλιαμ Στρήτ,
Εκεί που η Παναγία Γούλνοθ μέτραε τις ώρες 
Με ήχο νεκρό στο στερνό χτύπημα των εννιά.
Εκεί είδα έναν που γνώριζα, και τον σταμάτησα, φωνάζοντας: «Στέτσον!
Συ που ήσουνα μαζί μου στις Μύλες με τα καράβια !
Κείνο το λείψανο που φύτεψες στον κήπο σου τον άλλο χρόνο,
Άρχισε να βλασταίνει; Πες μου, θ’ ανθίσει εφέτο;
Ή μήπως η ξαφνική παγωνιά πείραξε τη βραγιά του;
Ω κράτα μακριά το Σκυλί τον αγαπάει. τον άνθρωπο,
Τι με τα νύχια του θα το ξεχώσει πάλι ! 
Συ ! hypocrite lecteur ! – mon semblable, - mon frère ! »

(Μετ. Γιώργος Σεφέρης )

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Μόνο στα όνειρά μας είμαστε αληθινοί...

Θεωρώ την ανάγνωση τον απλούστερο τρόπο να κάνω ευχάριστο αυτό το ταξίδι, όπως και κάθε άλλο˙ πού και πού σηκώνω το βλέμμα μου από το βιβλίο όπου οι αισθήσεις μου λειτουργούν πραγματικά, και βλέπω σαν ξένος το τοπίο να φεύγει -κάμποι, πόλεις, άνδρες και γυναίκες, σχέσεις και νοσταλγίες...

https://yannisstavrou.blogspot.com 
Γιάννης Σταύρου, Καφές και βιβλία, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια) 

Φερνάντο Πεσσόα
Το βιβλίο της Ανησυχίας του Μπερνάρντο Σουάρες

Το ιδανικό θα ‘ταν να τα ζω όλα αυτά μέσα από ένα μυθιστόρημα, και στη ζωή μου να αναπαύομαι- να διαβάζω τα συναισθήματά μου και να ζω μόνο την περιφρόνησή μου γι’ αυτά. Για όποιον διαθέτει μια φαντασία υπερευαίσθητη, οι περιπέτειες κάποιου ήρωα ενός μυθιστορήματος εμπνέουν μια προσωπική συναισθηματική κατάσταση επαρκή, αν όχι παραπάνω, γιατί πρόκειται για συναισθήματα που ανήκουν εξίσου στον ήρωα και στον αναγνώστη. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη περιπέτεια από το να έχεις αγαπήσει τη λαίδη Μάκβεθ, με μια αγάπη αληθινή και άμεση˙ όποιος έχει έτσι αγαπήσει, δεν μπορεί να βρει ανάπαυση, αν δεν παραιτηθεί από κάθε άλλη αγάπη σε τούτη τη ζωή.

Δεν ξέρω τι νόημα έχει τούτο το ταξίδι που με αναγκάσανε να κάνω ανάμεσα σε μία νύχτα και μία άλλη νύχτα, συντροφευμένος από το σύμπαν ολόκληρο. Ξέρω πως μπορώ να διαβάζω για να διασκεδάζω το χρόνο μου. Θεωρώ την ανάγνωση τον απλούστερο τρόπο να κάνω ευχάριστο αυτό το ταξίδι, όπως και κάθε άλλο˙ πού και πού σηκώνω το βλέμμα μου από το βιβλίο όπου οι αισθήσεις μου λειτουργούν πραγματικά, και βλέπω σαν ξένος το τοπίο να φεύγει -κάμποι, πόλεις, άνδρες και γυναίκες, σχέσεις και νοσταλγίες- κι όλα αυτά δεν είναι για μένα παρά ένα επεισόδιο στην ανάπαυσή μου, μια αδρανής ψυχαγωγία καθώς ξεκουράζω τα μάτια μου από τις πολυδιαβασμένες σελίδες.

Μόνο στα όνειρά μας είμαστε αληθινοί, γιατί όλα τα άλλα, από τη στιγμή που πραγματοποιούνται, ανήκουν στον κόσμο και σ’ όλους τους ανθρώπους. Αν κάποιο όνειρό μου έπαιρνε σάρκα και οστά, θα το ζήλευα, γιατί θα με είχε απατήσει επιτρέποντας στον εαυτό του να πραγματοποιηθεί. «Έκανα τις επιθυμίες μου πραγματικότητα», λέει ο αδύναμος και ψεύδεται˙ η αλήθεια είναι πως ονειρεύτηκε προφητικά ό,τι πραγματοποίησε η ζωή γι’ αυτόν. Τίποτα δεν πραγματοποιούμε εμείς. Η ζωή μας πετάει στον αέρα σαν πετραδάκια, κι εμείς φωνάζουμε από κει πάνω: «Κοιτάτε πώς κουνιέμαι».

(μετ. Άννυ Σπυράκου)

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2016

Και σχηματίζουν ήχους που σβήνουν...

Στοιχείο κι αυτή της θάλασσας,
Και του δειλινού,
που κυλούν γύρω της
Και σχηματίζουν ήχους που σβήνουν...

https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Λιμάνι Θεσσαλονίκης, λάδι σε καμβά

Γουάλας Στίβενς
Ινφάντα Μαρίνα

Η πεζούλα της ήταν η άμμος
Και τα φοινικόδεντρα και το σούρουπο.

Από τις κινήσεις του καρπού της συνέθετε
Τις μεγαλοπρεπείς χειρονομίες
Της σκέψης της.

Το πλατάγιασμα των φτερών
Αυτού του πλάσματος του δειλινού
Μεταμορφώθηκε σε ακροβασίες πανιών
Πάνω στη θάλασσα.

Κι έτσι περιπλανήθηκε
Στις περιπλανήσεις της βεντάλιας της,
Στοιχείο κι αυτή της θάλασσας,
Και του δειλινού,
που κυλούν γύρω της
Και σχηματίζουν ήχους που σβήνουν.

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2016

Η ελπίδα ενός σωρού από ίσκιους...

Γέννημα είναι καθαρής τρέλας.
Δεν τρεμοπαίζει στ’ ακροβλέφαρα
καθώς σε σύννεφα κλαδιών

τα πρωινά σπουργίτια...

https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Φθινοπωρινό, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια)

Τζουζέπε Ουνγκαρέτι
La Pietà

II.

Σάρκα μελαγχολική
που κάποτε πάνω σου περίσσευε η χαρά,
μάτια απ’ το κουρασμένο ξύπνημα μισόκλειστα,
βλέπεις, ώριμη ψυχή,
τι θα γενώ, πέφτοντας μες στο χώμα;

Είναι μες στους ζωντανούς ο δρόμος των νεκρών,

χείμαρρος ίσκιων είμαστε,

αυτοί είναι ο σπόρος που στ’ όνειρο φυτρώνει.

Και το αλάργεμά τους είναι το μόνο που μας απομένει.

Δικός τους κι ο ίσκιος που βαραίνει στα ονόματα.

Η ελπίδα ενός σωρού από ίσκιους
είναι η μοίρα μας και τίποτ’ άλλο;

Και συ, Θεέ μου, δεν θα ’σουν παρά ένα όνειρο μονάχα;

Ένα όνειρο τουλάχιστον όπου, αλόγιστα,
ζητούμε να σου μοιάσουμε.

Γέννημα είναι καθαρής τρέλας.

Δεν τρεμοπαίζει στ’ ακροβλέφαρα
καθώς σε σύννεφα κλαδιών
τα πρωινά σπουργίτια.

Μέσα μας είναι κι ατονεί, μυστήρια πληγή.

(μετ. Ευαγγελία Πολύμου)

Giuseppe Ungaretti
La Pietà

II.

Malinconiosa carne
dove una volta pullulò la gioia,
occhi socchiusi del risveglio stanco,
tu vedi, anima troppo matura,
quel che sarò, caduto nella terra?

È nei vivi la strada dei defunti,

siamo noi la fiumana d’ombre,

sono esse il grano che ci scoppia in sogno,

loro è la lontananza che ci resta,

e loro è l’ombra che dà peso ai nomi,

la speranza d’un mucchio d’ombra
e null’altro è la nostra sorte?

E tu non saresti che un sogno, Dio?

Almeno un sogno, temerari,
vogliamo ti somigli.

È parto della demenza più chiara.

Non trema in nuvole di rami
Come passeri di mattina
Al filo delle palpebre.

In noi sta e langue, piaga misteriosa.

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2016

Π. ΚΟΝΔΥΛΗΣ¨: ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ

"... Η συγχώνευση της πολιτικής με την οικονομία δεν σημαίνει κατάργηση της πολιτικής, και μάλιστα της εθνικής πολιτικής... εξ ίσου πρόδηλο θα γίνει όμως και ως προς ολόκληρο το εθνικό-οικονομικό φάσμα στον βαθμό πού ενεργειακοί, πληθυσμιακοί, οικολογικοί και συναφείς παράγοντες αποκτήσουν ... προνομιακή σημασία για την επιβίωση των επί μέρους εθνών σε μία τέτοια περίπτωση, μόνον όποιος κάνει έγκαιρη και επίμονη προεργασία θα διασωθεί μακροπρόθεσμα..."

https://yannisstavrou.blogspot.com

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ (1943-1998)
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ

Έτσι τίθεται και πάλι, από άλλους δρόμους και με άλλες συντεταγμένες, το κλασσικό πρόβλημα της εθνικής επιβίωσης, το οποίο πολλοί πίστεψαν ότι θα λύσουν άνετα και πρόσχαρα με την «ευρωπαϊκή ενοποίηση».

Άλλοι πάλι πρεσβεύουν ότι κάθε διατύπωση τέτοιων προβλημάτων και γενικά οποιαδήποτε επικέντρωση της πολιτικής σκέψης στο έθνος σημαίνει απορριπτέο αταβισμό. Όποιος δεν θέλει να συγχέει τις ευχές του με την πραγματικότητα οφείλει να διαπιστώσει ότι, όσο κι αν αυτό φαίνεται λυπηρό για τις προοπτικές της παγκόσμιας κοινωνίας, το έθνος ως βασική μονάδα πολιτικής συνομάδωσης και συνεπώς η επιβίωσή του ως εγγύηση της φυσικής και πολιτικοκοινωνικής επιβίωσης συγκεκριμένων ανθρώπων διόλου δεν έχουν πρακτικά ξεπερασθεί ούτε σε ευρωπαϊκό ούτε σε παγκόσμιο επίπεδο.

Στο βιβλίο αυτό εξηγήσαμε γιατί είναι εσφαλμένη η αντίληψη ότι οι οικονομικές συγχωνεύσεις και οι διεθνείς τυποποιήσεις του δικαίου ή της ηθικής μπορούν από μόνες τους να δημιουργήσουν υπερεθνικές ενότητες. Όπως δείχνει, σε όποιον την παρακολουθεί προσεκτικά, η συμπεριφορά των μεγάλων ευρωπαϊκών και εξωευρωπαϊκών Δυνάμεων μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, αυτές διόλου δεν θεωρούν ότι η συγχώνευση των οικονομιών θα καταργήσει τα εθνικά οικονομικά και άλλα συμφέροντα ή ότι η μετατόπιση του κέντρου βάρους προς τα ζητήματα της οικονομίας θα εξαλείψει τους εθνικούς ανταγωνισμούς. Τα μικρότερα έθνη, συμπεριλαμβανομένου του ελληνικού, οφείλουν να συναγάγουν τα συμπεράσματά τους από τις παρατηρήσεις αυτές.

Η συγχώνευση της πολιτικής με την οικονομία δεν σημαίνει κατάργηση της πολιτικής, και μάλιστα της εθνικής πολιτικής, παρά προκαλεί μιαν ολοένα και στενότερη σύνδεση ανάμεσα σε οικονομική και σε εθνική επιτυχία ή αποτυχία. Αυτό είναι οφθαλμοφανές στον στενότερο στρατιωτικό τομέα, εξ ίσου πρόδηλο θα γίνει όμως και ως προς ολόκληρο το εθνικό-οικονομικό φάσμα στον βαθμό πού ενεργειακοί, πληθυσμιακοί, οικολογικοί και συναφείς παράγοντες αποκτήσουν στην αρχόμενη φάση της πλανητικής πολιτικής προνομιακή σημασία για την επιβίωση των επί μέρους εθνών σε μία τέτοια περίπτωση, μόνον όποιος κάνει έγκαιρη και επίμονη προεργασία θα διασωθεί μακροπρόθεσμα — και το μικρό έθνος χρειάζεται ίσως μεγαλύτερη προβλεπτικότητα από τα μεγάλα. Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, η μαζικοδημοκρατική απάλειψη των προγραμματικών αστικοφιλελεύθερων διαχωρισμών ανάμεσα σε κυβερνητική, οικονομική, πολιτική, πολιτισμική ή ηθική σφαίρα κτλ. έκαμε το πρόβλημα της οικονομίας και συνάμα εκείνο της εθνικής επιβίωσης πολύ συνθετότερο απ’ όσο ήταν στην εποχή του εθνικισμού του 19ου αιώνα. Η σφαιρικότητα του σύγχρονου οικονομικού προβλήματος απαιτεί σφαιρικότητα και συλλογικότητα της προσπάθειας για την επίλυσή του, ήτοι απαιτεί τη σύλληψή του ως προβλήματος εθνικής επιβίωσης.

Με δεδομένο τον μαζικοδημοκρατικό πλουραλισμό και την αποδυνάμωση των παραδοσιακών ιδεολογικών συνεκτικών δεσμών, ο αποδοτικός κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας και η εναρμόνιση των επί μέρους προσπαθειών, έτσι ώστε ο κοινωνικός παρασιτισμός εκ των άνω ή εκ των κάτω να περιορίζεται κατά το δυνατόν, αποτελούν όρο κοινωνικής συνοχής ουσιωδέστερο απ’ ό,τι σε προγενέστερες κοινωνίες.

Το σημερινό ελληνικό έθνος θα όφειλε να δει την οικονομική του εκλογίκευση ακριβώς ως πάλη κατά του παρασιτισμού, ως αντικατάσταση μιας κοινωνικής συμβίωσης, όπου ο ένας «κλάδος» ζει απομυζώντας άμεσα ή έμμεσα (δηλ. μέσω της κυβερνητικής διαχείρισης των δημοσίων πόρων) κάποιον άλλον, ενώ όλοι μαζί ζουν υποθηκεύοντας το εθνικό μέλλον, από μία κοινωνική συνοχή με την παραπάνω λειτουργική έννοια. Αυτό συνεπάγεται τόσο πολλά, τόσες πολλές και ριζικές αλλαγές σε τόσο διαφορετικά επίπεδα, ώστε είναι περισσότερο από αμφίβολο αν μπορεί σήμερα να πραγματοποιηθεί σε καθοριστικό βαθμό. Αλλά εδώ συζητάμε μόνο ποιες είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις μιας εθνικής πολιτικής, δηλ. μιας πολιτικής με σκοπό την εθνική επιβίωση, χωρίς και να ισχυριζόμαστε ότι η τέτοια εθνική πολιτική είναι πλέον εφικτή. Η ορθή θεραπεία δεν αρχίζει πάντοτε εγκαίρως.

Το γεγονός, το οποίο περιπλέκει αφάνταστα τη σημερινή ελληνική κατάσταση, κάνοντάς τη να φαίνεται κατ’ αρχήν αδιέξοδη, είναι ότι η υπέρβαση του παρασιτικού καταναλωτισμού ειδικότερα και του κοινωνικού και ιστορικού παρασιτισμού γενικότερα, η εκλογίκευση της οικονομίας και της εθνικής προσπάθειας στο σύνολο της, δεν προσκρούουν απλώς στα οργανωμένα συμφέροντα μιας μειοψηφίας, η οποία στο κάτω-κάτω θα μπορούσε να παραμερισθεί με οποιαδήποτε μέσα και προ παντός με τη συμπαράσταση της μεγάλης πλειοψηφίας.

Τα πράγματα είναι ακριβώς αντίστροφα. Η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού όλων των κοινωνικών στρωμάτων έχει εν τω μεταξύ συνυφάνει, κατά τρόπους κλασσικά απλούς ή απείρως ευρηματικούς, την ύπαρξη και τις απασχολήσεις της με τη νοοτροπία και με την πρακτική του παρασιτικού καταναλωτισμού και του κοινωνικού παρασιτισμού. Για να ακριβολογήσουμε, βέβαια, πρέπει να προσθέσουμε ότι σε σχέση με τη σύγχρονη Ελλάδα η έννοια του παρασιτισμού μόνον οξύμωρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί: γιατί εδώ δεν πρόκειται για έναν λίγο-πολύ υγιή εθνικό κορμό, ο οποίος έχει αρκετές περισσές ικμάδες ώστε να τρέφει και μερικά παράσιτα ποσοτικώς αμελητέα, παρά για ένα πλαδαρό σώμα πού παρασιτεί ως σύνολο εις βάρος ολόκληρου του εαυτού του, ήτοι τρώει τις σάρκες του και συχνότατα και τα περιττώματα του.

Οι κοινωνικές και ατομικές συμπεριφορές, πού ευδοκιμούν μοιραία σε τέτοιο μικροβιολογικό περιβάλλον, συμφυρόμενες με ζωτικότατα κατάλοιπα αιώνων ραγιαδισμού, βαλκανικού πατριαρχισμού και πελατειακού κοινοβουλευτισμού, αποτελούν την άκρα αντίθεση και τον κύριο φραγμό προς κάθε σύλληψη και λύση των προβλημάτων της εθνικής επιβίωσης πάνω σε βάση μακροπρόθεσμης και οργανωμένης συλλογικής προσπάθειας.

Η σημερινή ψυχοπνευματική εξαθλίωση του ελληνικού λαού στο σύνολο του δεν νοείται ωστόσο εδώ με τη στενή σημασία των διαφόρων ηθικολόγων, παρά πρωταρχικά ως μέγεθος πολιτικό: έγκειται στην επίμονη και ιδιοτελή παραγνώριση της αδήριτης σχέσης πού υφίσταται ανάμεσα σε απόδοση και απόλαυση, και κατ’ επέκταση στην αδιαφορία απέναντι στην υπονόμευση του εθνικού μέλλοντος εξ αιτίας απολαύσεων μη καλυπτομένων από αντίστοιχη απόδοση.

Ως ελαφρυντικό πρέπει ίσως να θεωρήσει κανείς ότι οι πλείστοι Έλληνες δεν γνωρίζουν καν τι σημαίνει «απόδοση» με τη σύγχρονη έννοια και συχνά πιστεύουν ότι αποδίδουν μόνο και μόνο επειδή ιδροκοπούν, φωνασκούν και τρέχουν από το πρωί ως το βράδυ. Όμως αυτό ελάχιστα μεταβάλλει το πρακτικό αποτέλεσμα. Η δυσαρμονία απόλαυσης και απόδοσης ήταν ανεκτή όσο η απόλαυση ήταν γλίσχρα και όσο η απόδοση δεν μετριόταν πάντα με τα μέτρα των προηγμένων ανταγωνιστικών οικονομιών. Αλλά στις τελευταίες δεκαετίες μεταστράφηκαν και οι δύο αυτοί όροι: τα οικονομικά σύνορα έπεσαν, τουλάχιστον σ’ ό,τι άφορα το μέτρο της απόδοσης, εφ’ όσον δεν είναι δυνατό να αποτιμώνται με άλλο μέτρο απόδοσης τα (συνεχώς αυξανόμενα) εισαγόμενα και με άλλο τα εξαγόμενα, κι επομένως όποιος θέλει να εισαγάγει χωρίς να ξεπουληθεί πρέπει να εξαγάγει ίση απόδοση ˙ οι αντιλήψεις για το τι σημαίνει απόλαυση προσανατολίσθηκαν, πάλι, μαζικά στα πρότυπα των προηγμένων καταναλωτικών κοινωνιών, έτσι ώστε η απόσταση απ’ αυτά να γίνεται από τους πλείστους αισθητή ως στέρηση. Έτσι η διάσταση ανάμεσα σε απόλαυση και απόδοση έγινε εκρηκτική, με αποτέλεσμα τον τελευταίο καιρό να ξαναγίνουν επίκαιρες ορισμένες στοιχειώδεις οικονομικές αλήθειες πού η Ελλάδα νόμιζε ότι τις είχε ξεπεράσει με την απλή μέθοδο του δανεισμού.

Με δεδομένες όμως τις νοοτροπίες και τις συμπεριφορές πού επισημάναμε παραπάνω, οι αλήθειες αυτές δεν επενέργησαν ως καταλύτης παραγωγικών ενεργειών, παρά μάλλον ως καταλύτης αντεγκλήσεων, η στειρότητα των οποίων επέτεινε τη συλλογική αμηχανία και αβουλία. Πράγματι, για όποιον δεν είναι εξ επαγγέλματος και ιδιοτελώς υποχρεωμένος (λ.χ. ως πολιτικός) να τρέφει και να διαδίδει ψευδαισθήσεις, είναι προφανές ότι η χώρα βυθίζεται στον κοινωνικό λήθαργο και στη συλλογική απραξία, ήτοι η κοινωνική πράξη έχει υποκατασταθεί από αντανακλαστικές κινήσεις: το νευρόσπαστο κινείται κι αυτό, όμως δεν πράττει.

Η αίσθηση της αποσύνθεσης είναι γενική και δεσπόζει σε όλες τις συζητήσεις, ενώ η εξ ίσου διάχυτη δυσφορία εκτονώνεται όλο και ευκολότερα, όλο και συχνότερα σε προκλητική επιθετικότητα και σε επιδεικτική χυδαιότητα.

Πηγή:
ΛΟΓΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016

κιόλας χειμώνας, χειμώνας...

Ήδη η βροχή μαζί μας˙
Ταράζει τον άλαλο αέρα...


https://yannisstavrou@blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Θεσσαλονίκη μετά τη βροχή, λάδι σε καμβά

Σαλβατόρε Κουαζίμοντο
14 ποιήματα
Μέρος Α'


Ελεγεία Μαντατοφόρα παγερή της νύχτας,
Ήρθες, απ’ το παράθυρο μου να φωτίσεις
Των ρημαγμένων σπιτιών τους ανέκφραστους τάφους.
Της καπνοβόλας γης κάθε συντρίμμι.

Εδώ ξαπόστασε το όνειρο μας,
Και ‘συ, μοναχική,
Στρέφεσαι στο βορά, οπού
Δίχως φως,
Όλα στον θάνατο τρέχουν.
Και υπομένεις. 

Θ’ αρκούσε μια ημέρα

Ο θάνατος, το όνειρο, η νοημοσύνη
Αρνούνται την ελπίδα.

Αυτή τη νύχτα στη Βαρσοβία
Καταμεσής σε δέντρα που δεν μου ανήκουν
Ψάχνω στα χρόνια
Κάποια γυναίκα του έρωτα˙ ή της αγάπης

Η άψα, τσακίζει
Τα φύλλα από τις λεύκες και εγώ
Με λέξεις που μου είναι άγνωστες
Ομολογώ:
Τινάζοντας τα χώματα της μνήμης.

Κάποιο κομμάτι τζαζ σκοτεινό
Διαβαίνει από τα χρώματα της ίριδας.

Η φωνή σου
Χάνεται μες στου ήχους των σιντριβανιών :

“Θ’ αρκούσε μια ημέρα
Για να σταθεί και πάλι ο κόσμος. 

Ήδη η βροχή μαζί μας

Ήδη η βροχή μαζί μας˙
Ταράζει τον άλαλο αέρα.

Τα χελιδόνια, μαδούν τα σβησμένα νερά
Των λιμνών της Λομβαρδίας, άλλοι γλάροι
Σε άλλους βυθούς και η οσμή του σανού
Φτάνει απ’ τ’ αλώνια, για να μας συντρέξει.

Ακόμη ένας χρόνος.
Δίχως ούτε ένα παράπονο που
Μετουσιωμένο
Ίσως, αιφνίδια θα νικούσε τις ημέρες. 

Μπροστά από το ομοίωμα της Ιλαρίας

Κάτω απ’ την τρυφερή σελήνη, ήδη.
Οι λόφοι σου, κατά μήκος της όχθης,
Και τα κορίτσια
Με ρούχα κόκκινα ή θαλασσιά
Με βήματα ανάλαφρα
Βαδίζουν.

Έτσι στην εποχή σου αγαπημένη. Κι ο Σύριος
Το χρώμα του χάνει, κάθε ώρα μακραίνει
Και ο γλάρος
Μαίνεται στο κενό των ορφανεμένων ακτών.
Οι εραστές, κρατούν την ευτυχία στον αγέρα του Σεπτέμβρη.
Οι κινήσεις τους,
Συντροφεύουνε ήσκιους
Γνώριμων νοημάτων σε εσένα.

Οίκτο, δεν έχουν.
Κι εσύ, απ’ τη γη κρατημένη, ποιο το παράπονο σου;
Εδώ, απέμεινες μόνη, και
Το δικό μου σκίρτημα, δικό σου
Ίδιο στην οργή και
Το φόβο.

Οι νεκροί,
Απώτεροι και ακόμη πέρα,
Οι ζωντανοί:
Σιωπηλή συντροφιά μου
Δειλή. 

Δούναι και λαβείν

Το τίποτα, το έδωσες.
Και τώρα τίποτα δεν δίνεις εσύ που με ακούς.

Το αίμα των πολέμων, στέγνωσε.

Η περιφρόνηση, είναι αίσθημα αγνό
Κι ούτε ένα νεύμα προκαλεί, πλην
Την ώρα της ανθρώπινης συμπόνιας.

Δούναι και λαβείν˙ λοιπόν, μες στη φωνή μου
Υπάρχει αν μη τι άλλο το σημάδι:
Ένα σημάδι ζωντανής γεωμετρίας.

Μες στη δική σου
Ένα κοχύλι. Νεκρό βεβαίως.
Με τα κατάλοιπα μιας επικήδειου και
Των γογγυσμών της. 

Από την παραμορφωμένη φύση

Από την παραμορφωμένη φύση, το φύλλο
Συμμετρικό ξεφεύγει και η άγκυρα
Δεν το κρατάει: κιόλας χειμώνας, χειμώνας,
Λίγη φωτιά την καπνιά της στα κανάλια αφήνει. Κανείς, θα μπορούσε και να προδώσει
Στις φλόγες εκείνες τη νύχτα,
Ν’ αρνηθεί
τη γη, τρεις φορές.

Σπας
Που εδώ και χρόνια, τι χρόνια,
Τ’ αστέρια
Στα κανάλια να επιπλέουν,
Βρομισμένα
Κοιτάς
Δίχως απέχθεια όμως,
Αν κάποιον στη γη αγαπάς,
Αν το νωπό το ξύλο τερετίζει, και
Αποτεφρώνεται η γεωμετρία
Του φύλλου που, τσιρίζοντας, σε ζεσταίνει. 

(μετ. Χρίστος Κρεμνιώτης)

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2016

οι κερασιές ανθίζουν...

Μπορεί αυτός ο κόσμος
να είναι ένα λάθος
αλλά οι κερασιές ανθίζουν...

https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Ανθισμένες αμυγδαλιές, λάδι σε καμβά

Ιαπωνικά Χαϊκού

Σενρύου

Στον καθρέφτη του νερού
Δυσπιστείς
Την ίδια σου την όψη.

Ματσούο Μπασό

Χρόνο το χρόνο
η μάσκα του πιθήκου
φανερώνει τον πίθηκο.

Ονο-Νο Κομάτσι

Σου παραδόθηκα
(εσύ θα μπορούσες;)
όπως οι ρυτίδες του νερού
παραδίνονται
στον ήρεμο άνεμο.

Γιόσα Μπουσόν

Αποκοιμήθηκα
Ξύπνησα και είχε
περάσει η άνοιξη.

Κομπαγιάσι Ίσσα

Ποτέ μην ξεχνάς
Περπατάμε στην κόλαση
χαζεύοντας λουλούδια.

Μπορεί αυτός ο κόσμος
να είναι ένα λάθος
αλλά οι κερασιές ανθίζουν.

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016

πάνω στο φως που ποτέ δεν τελειώνει...

Και κατόπιν στη χλόη πεθάναμε, μόνοι,
στο γλυκόν ίσκιο, μακριά, του δάσους αυτού...


https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Ελαιώνας στην Αττική, λάδι σε καμβά

Πωλ Βαλερύ
Το φιλικό δάσος

Πλάι πλάι, σκεφτόμαστε πράγματα αγνά,
μες στων δρόμων τα μάκρη μαζί περπατώντας,
απ’ τα χέρια κρατιόμαστε οι δυο μας σιωπώντας…
στ’ άνθη ανάμεσα τα σκοτεινά…

Σα μνηστήρες μονάχοι βαδίζαμε ώρα,
μες στην πράσινη νύχτα των κάμπων, κι εκείνη
τη φασμαγορική μοιραζόμαστε οπώρα,
των τρελών φιλενάδα καλή, τη σελήνη.

Και κατόπιν στη χλόη πεθάναμε, μόνοι,
στο γλυκόν ίσκιο, μακριά, του δάσους αυτού
που σαν κάτι δικό μας ψιθυρίζει αυτού.

Και κει πάνω στο φως που ποτέ δεν τελειώνει,
ευρεθήκαμε κλαίγοντας, ξάφνου, ω καλέ μου,
της σιωπής σύντροφέ μου.

(Μετ. Μήτσος Παπανικολάου)

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2016

Κυριακές...

κατσούφης ήλιος για τους λυπημένους, όλα
του κόσμου τούτου πλέουνε στη μεσημεριάτικη αθυμία...


https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Κυριακάτικος περίπατος, Θεσσαλονίκη, λάδι σε καμβά 

Λεόν - Πωλ Φαργκ
Κυριακές

Χωράφια σαν τη θάλασσα, μύρο τραχύ των χόρτων
καμπάνας άνεμος μετά τη θύελλα επάνω στ' άνθη,
μες στο γαλάζιο πάρκο της βροχής φωνές παιδιών κρυστάλλινες,

κατσούφης ήλιος για τους λυπημένους, όλα
του κόσμου τούτου πλέουνε στη μεσημεριάτικη αθυμία.
Η ώρα τραγουδάει. Διάφανος καιρός. Εκείνοι
που μ' αγαπούν είναι όλοι εδώ.

Ακούω ψελλίσματα παιδιού, ήσυχα σαν τη μέρα.
Χαρούμενο κι απλό στρώθηκε το τραπέζι
με πράγματα ολοκάθαρα σαν τη σιωπή κεριών που καίνε...

Ο ουρανός δίνει τον πυρετό του σαν ευεργεσία...
Μέρα μεγάλη απέραντη χωριού μαγεύει τα παράθυρα...
Είναι γιορτή, κρατάνε οι άνθρωποι λυχνάρια κι άνθη...

Ένα όργανο μακριά στέλνει τον ήσυχο λυγμό του...
Ω θα' θελα να σου μιλήσω...

(μετ. Τάκης Σινόπουλος)

Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2016

Ένα πέρασμα βαθύ να περάσω...

Στα νερά ένα ένα, μ' ακούς
Τα πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ' ακούς...


https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Ελαιώνας δίπλα στη θάλασσα, λάδι σε καμβά

Οδυσσέας Ελύτης
Το Μονόγραμμα
(απόσπασμα)

IV
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν, μ' ακούς
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ' ακούς
Το χαμένο μου αίμα και το μυτερό, μ' ακούς
Μαχαίρι
Σαν κριάρι που τρέχει μες στους ουρανούς
Και των άστρων τους κλώνους τσακίζει, μ' ακούς
Είμ' εγώ, μ' ακούς
Σ' αγαπώ, μ'ακούς
Σε κρατώ και σε πάω και σου φορώ
Το λευκό νυφικό της Οφηλίας, μ' ακούς
Που μ' αφήνεις, που πας και ποιος, μ' ακούς

Σου κρατεί το χέρι πάνω απ' τους κατακλυσμούς

Οι πελώριες λιανές και των ηφαιστείων οι λάβες
Θα 'ρθει μέρα, μ' ακούς
Να μας θάψουν, κι οι χιλιάδες ύστερα χρόνοι
Λαμπερά θα μας κάνουν πετρώματα, μ' ακούς
Να γυαλίσει επάνω τους η απονιά, μ' ακούς
Των ανθρώπων
Και χιλιάδες κομμάτια να μας ρίξει

Στα νερά ένα ένα, μ' ακούς
Τα πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ' ακούς
Κι είναι ο χρόνος μια μεγάλη εκκλησία, μ' ακούς
Όπου κάποτε οι φιγούρες
Των Άγιων
Βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ' ακούς
Οι καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ' ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ να περάσω
Περιμένουν οι άγγελοι με κεριά και νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δεν πάω, μ' ακούς
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ' ακούς

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016

αχανείς εκτάσεις τ’ ουρανού...

Κι ο στοχασμός μου
πνίγεται στη βαθιά απεραντοσύνη.
Σ’ αυτή τη θάλασσα γλυκό είναι το ναυάγιο...


http://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Δύση στον Θερμαϊκό, λάδι σε καμβά

Τζιάκομο Λεοπάρντι
Το άπειρο

Αγαπημένος μού ήταν πάντα αυτός ο λόφος
ο έρημος, κι αυτά τα δέντρα που μας κρύβουν
τον μακρινόν ορίζοντα. Μα εδώ που στέκω
οραματίζομαι τις αχανείς εκτάσεις
τ’ ουρανού και την υπερκόσμια γαλήνη
κι ανατριχιάζω. Και καθώς ακούω
μέσα απ’ το φύλλωμα το θρόισμα του αέρα
συγκρίνω την αμόλυντη σιωπή του απείρου
μ’ αυτόν τον ήχο. Κι αισθάνομαι το αιώνιο,
και τις σβησμένες εποχές, και τη δική μας
που ζει και πάλλεται. Κι ο στοχασμός μου
πνίγεται στη βαθιά απεραντοσύνη.
Σ’ αυτή τη θάλασσα γλυκό είναι το ναυάγιο.

(Μετ. Νάσος Βαγενάς )

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2016

Το χορό αυτό ας χορέψουμε...

μαζί με το νεκρό βιβλίο και την πολυθρόνα,
μες στη σκοτεινή σοφίτα του κρίνου,
μες στην κλίνη μας της σελήνης
και μέσα στο χορό που ονειρεύεται η χελώνα...


https://yannisstavrou.blogspot.com 
Γιάννης Σταύρου, Βιβλίο και κίτρινα τριαντάφυλλα, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια) 

Φεντερίκο Γκαρσία Λόρκα
Μικρό Βιεννέζικο βαλς

Υπάρχουνε στη Βιέννη δέκα νέες κοπέλες,
ένας ώμος που ο θάνατος οιμώζει
κι ένα δάσος από φοίνικες ξερούς.

Υπάρχει ένα κομμάτι της αυγής
μες στο λευκό μουσείο της πάχνης.

Υπάρχει ένα σαλόνι με χίλια παραθύρια.
Αλίμονον, αλίμονον, αλίμονο!
Το βαλς αυτό ας το χορέψουμε
με το στόμα κλεισμένο.

Αυτό το βαλς, αυτό το βαλς, αυτό το βαλς,
του ναι, του θάνατου και του κονιάκ
που μες στη θάλασσα μουσκεύεται η ουρά του.

Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ,
μες στη μελαγχολική τη γαλαρία
μαζί με το νεκρό βιβλίο και την πολυθρόνα,
μες στη σκοτεινή σοφίτα του κρίνου,
μες στην κλίνη μας της σελήνης
και μέσα στο χορό που ονειρεύεται η χελώνα.

Αλίμονον, αλίμονον, αλίμονο!
Το χορό αυτό ας χορέψουμε με τη σπασμένη ζώνη.

Στη Βιέννη υπάρχουν τέσσερις καθρέφτες
που παίζουνε το στόμα σου κι οι αντίλαλοι.
Υπάρχει ο θάνατος και για το πιάνο,
που μπλε το ζωγραφίζουν τα γκαρσόνια,
ζητιάνοι υπάρχουνε στις στέγες,

υπάρχουνε γιρλάντες δροσερών λυγμών.
Αλίμονον, αλίμονον, αλίμονο!
Το βαλς αυτό ας το χορέψουμε που ξεψυχάει στη
αγκαλιά μου.
Γιατί σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, αγάπη μου
μες στη σοφίτα όπου παίζουν τα παιδιά·
ονειρευόμενος παλιά φώτα της Ουγγαρίας,
μες στους θορύβους από τη γλυκιά βραδιά·
το χιόνι βλέποντας των αμνών και των κρίνων
μες από του μετώπου σου τη ζοφερή σιωπή.

Αλίμονον, αλίμονον, αλίμονο!
Το βαλς αυτό ας χορέψουμε του
«Σ’ αγαπώ για πάντα».

Μαζί σου στη Βιέννη θα χορέψω
κάτω από κάποια μεταμφίεση που θά ’χει
κεφάλι ποταμιού.
Κοίτα ποιες όχθες υακίνθων!
Το στόμα μου ανάμεσα στα στήθη σου θα βάλω
και την ψυχή μου στις φωτογραφίες και τους
κρίνους,
και μες στα σκοτεινά κύματα του εμβατηρίου
θέλω, αγάπη μου, αγάπη, να κρεμάσω
μνημείο και βιολί τις κορδέλες του βαλς.

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2016

θυμήσου...

απ’ όλους εκείνους για τους οποίους η απουσία σου
είναι η νύχτα, το τέλειο σβήσιμο απ’ τον ψηλό ουρανό του ιερού
ήλιου...

https://yannisstavrou.blogspot.com 
Γιάννης Σταύρου, Ανταύγειες στη θάλασσα, λάδι σε καμβά 

Έντγκαρ Άλαν Πόε
Στη Μαρία Λουίζα (Shew)

Απ’ όλους εκείνους που χαιρετούν την παρουσία σου σαν
την αυγή – απ’ όλους εκείνους για τους οποίους η απουσία σου
είναι η νύχτα, το τέλειο σβήσιμο απ’ τον ψηλό ουρανό του ιερού
ήλιου – απ’ όλους εκείνους που κλαίγοντας σε μακαρίζουν – απ’
όλους εκείνους που, πεσμένοι στο καταραμένο κρεβάτι της
απελπισίας για να πεθάνουν, σηκώθηκαν άξαφνα καθώς
άκουσαν να ψιθυρίζεις γλυκά αυτά τα λόγια: «Γεννηθήτω φως!»
να ψιθυρίζεις γλυκά αυτά τα λόγια που τα συμπλήρωσε το
σεραφικό βλέμμα των ματιών σου, – απ’ όλους εκείνους που σου
οφείλουν το παν, που η ευγνωμοσύνη τους είναι τόσο κοντά στη
λατρεία – ω, θυμήσου τον πιο πιστό, τον πιο θερμό λάτρη σου, και
σκέψου, πως αυτοί οι αδύναμοι στίχοι είναι γραμμένοι απ’ αυτόν,
απ’ αυτόν που, χαράζοντάς τους, σκιρτάει από την σκέψη ότι το
πνεύμα του επικοινωνεί με το πνεύμα ενός αγγέλου.

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2016

Ω τη νύχτα...

Και σεις
ξυπνώντας μες στη νύχτα. Ω τη νύχτα, και περπατώντας
κάτω απ’ τα δέντρα στη βραδιά των δέντρων! Και σεις επίσης!...


https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Πέυκα μέσα στη νύχτα, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια)

Άρτσιμπαλντ Μακ Λης
GOBI

αν ήταν άλλοτε
σε τούτες τις κοιλάδες άνθρωποι…
Αν κάτω από την άμμο αυτή κι απ’ το λεπτό
στρώμα της βλαστημένης γης υπάρχουν τέφρες, και κομμάτια
υδριών, και μέλη απ’ το
χιόνι φθαρμένα Θεαινών…

Αν ό,τι τώρα εδώ
βλέπω μες στο μουντόν αέρα είν’ άνθρωποι όπως εγώ
περιπλανώμενοι σ’ αυτόν τον τόπο…

Πώς θα το μάθω;
Πώς θα συνομιλήσουμε γι’ αυτό,
λέγοντας Σεις και Σεις. Και σεις είχατ’ επίσης αιστανθεί. Και σεις
ξυπνώντας μες στη νύχτα. Ω τη νύχτα, και περπατώντας
κάτω απ’ τα δέντρα στη βραδιά των δέντρων! Και σεις επίσης!

Αν οι ανθρώπινες αυτές μορφές…
Εμπρός, φανείτε ειλικρινείς!
Γιατί δεν θέλετε να μ’ απαντήσετε; Γιατί πάντα δεν θέλετε
να καταλάβετε ό,τι λέω; Ξέρω τα πρόσωπά σας.
Γνωρίζω και τα ονόματά σας. Κι όμως
δεν είσαστε καλόβολοι για μένα: δεν είσαστε δικοί μου.

Κι ως προς το μέρος που πηγαίνω – ψάχνουμε για νερό.
Είν’ αλμυρό εδώ το νερό. Δεν είδαμε
ένα πουλί, ούτε ένα φύλλο πράσινο αφότου βρήκαμε τη χώρα αυτή


Γιατί δεν θέλετε ποτέ ν’ ακούσετε; Γιατί πάντα αποστρέφετε
τα πρόσωπά σας όταν σας μιλάω; Πέστε μου,
κανένας μεταξύ σας τον τόπο αυτό δεν τον φοβάται όπως εγώ;

Σε μένα ποιος σας έστειλε; Σας έστειλαν
για κατασκόπους, δεν είσαστε καλόβολοι.

Μπορεί
και να μην είν’ αυτοί εδώ!

Όπου τόσο ολομόναχος εγώ
απ’ όλους τους ανθρώπους μοναχός έχω περάσει αυτά τα όρη.