t


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

Σχόλια γύρω από τη ζωγραφική, την τέχνη, τη σύγχρονη σκέψη


Οι επισκέπτες του δικτυακού μας τόπου θα γνωρίσουν νέες πτυχές του ελληνικού τοπίου. Θα έρθουν σε επαφή με τις καλές τέχνες, κυρίως με τη ζωγραφική & τους ζωγράφους, τους έλληνες ζωγράφους, με τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής μας...


Αναδεικνύοντας την ολιστική σημασία του ελληνικού τοπίου, την αδιάσπαστη ενότητα της μυθικής του εικόνας με την τέχνη, τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία και την ποίηση, τη σύγχρονη σκέψη...
-----
καράβια, ζωγραφικη, τοπια, ζωγραφοι, σχολια, ελληνες ζωγραφοι, λογοτεχνια, συγχρονοι ζωγραφοι, σκεψη, θαλασσογραφίες


Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016

Ένας παρατατικός που ποτέ δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί...

Τότε θα μάθει να κατανοεί τη λέξη «ήταν», εκείνη τη συνθηματική λέξη, με την οποία ο αγώνας, ο πόνος και η βαρεμάρα πλησιάζουν τον άνθρωπο, για να του θυμίζουν, τι είναι κατά βάθος η ύπαρξή του –ένας παρατατικός που ποτέ δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί...

https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Αρόδο, λάδι σε καμβά

Φρήντριχ  Νίτσε
Το Επωφελές και το Επιβλαβές της Ιστορίας για τη ζωή
(αποσπάσματα)

... Κοίτα την αγέλη που βόσκει περνώντας μπροστά σου: δεν γνωρίζει τι είναι χθες ή σήμερα· αναπηδά εδώ και εκεί, τρώει, ξαπλώνει, χωνεύει, αναπηδά και πάλι, και το ίδιο από το πρωί ως το βράδυ κι από μέρα σε μέρα, στενά δεμένη με τις ευχαριστήσεις και τις δυσαρεστήσεις της, προσδεμένη δηλαδή στον πάσαλο της στιγμής και γι’ αυτό δεν είναι ούτε βαρύθυμη ούτε μπουχτισμένη. Είναι σκληρό για τον άνθρωπο να βλέπει αυτό, γιατί μπορεί να υπερηφανεύεται για τον εαυτό του ότι είναι άνθρωπος και όχι ζώο, ωστόσο ατενίζει ζηλόφθονα την ευτυχία του ζώου –γιατί αυτός δεν θέλει τίποτε άλλο παρά να ζει όπως το ζώο: ούτε να μπουχτίζει ούτε να πονάει·  κι όμως μάταια το θέλει, γιατί δεν το επιθυμεί όπως κάνει το ζώο. Ο άνθρωπος, πράγματι, ρωτάει καμιά φορά το ζώο: γιατί δεν μου μιλάς για την ευτυχία σου, αλλά με κοιτάζεις μονάχα; Το ζώο θέλει κι αυτό να απαντήσει και να πει: «τούτο συμβαίνει, επειδή πάντοτε ξεχνώ αμέσως ό,τι ήθελα να πω» –μα έλα που το ζώο τότε ξέχασε ήδη αυτή την απάντηση και παρέμεινε σιωπηλό, έτσι ώστε ο άνθρωπος να μείνει μόνο με την απορία.
*
... Ο άνθρωπος λέει τότε «θυμάμαι» και ζηλεύει το ζώο που αμέσως ξεχνάει και το οποίο βλέπει την κάθε στιγμή πραγματικά να πεθαίνει, να βυθίζεται πίσω στην ομίχλη και στη νύχτα και να σβήνει για πάντα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, το ζώο ζει ανιστορικά: γιατί απορροφάται μέσα στο παρόν, όπως ένας αριθμός, χωρίς να αφήνει ως υπόλοιπο ούτε ένα αλλόκοτο κλάσμα· δεν ξέρει να προσποιείται, δεν κρύβει τίποτα και σε κάθε στιγμή εμφανίζεται έτσι όπως ακριβώς είναι· δεν μπορεί συνεπώς να είναι τίποτε άλλο παρά τίμιο. Ο άνθρωπος, απεναντίας, εναντιώνεται στο μεγάλο και ολοένα μεγαλύτερο βάρος του παρελθόντος: αυτό τον συνθλίβει και τον κάνει να κάμπτεται, καθιστά τον δρόμο του δύσκολο, σαν ένα αόρατο και σκοτεινό φορτίο, που μπορεί για το θεαθήναι να το αρνείται καμιά φορά και που στη συναναστροφή του με τους ομοίους του ευχαριστιέται να το απαρνιέται: για να τους αφυπνίζει τη ζήλεια τους. Γι’ αυτό συγκινείται, σαν να θυμόταν έναν χαμένο παράδεισο, όταν βλέπει την αγέλη που βόσκει ή, με πιο οικεία εγγύτητα, το παιδί, που δεν έχει κανένα ακόμη παρελθόν να απαρνηθεί και ανάμεσα στους φράχτες του παρελθόντος και του μέλλοντος παίζει  μέσα σε μια κατάσταση τρισευτυχισμένης τυφλότητας. Και όμως το παιγνίδι του πρέπει να διαταραχθεί: θα κληθεί πάρα πολύ γρήγορα να αφήσει πίσω του τη λησμοσύνη. Τότε θα μάθει να κατανοεί τη λέξη «ήταν», εκείνη τη συνθηματική λέξη, με την οποία ο αγώνας, ο πόνος και η βαρεμάρα πλησιάζουν τον άνθρωπο, για να του θυμίζουν, τι είναι κατά βάθος η ύπαρξή του –ένας παρατατικός που ποτέ δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί.
*
... Φανταστείτε το πιο ακραίο παράδειγμα: έναν άνθρωπο, που δεν θα διέθετε καθόλου τη δύναμη να ξεχνά, που θα ήταν καταδικασμένος να βλέπει παντού ένα γίγνεσθαι: ένας Τέτοιος δεν πιστεύει πλέον στο δικό του Είναι, δεν πιστεύει πλέον στον εαυτό του, βλέπει τα πάντα να ρέουν χωριστά το ένα από το άλλο σε κινούμενα σημεία και χάνεται μέσα σε τούτο το ρεύμα του γίγνεσθαι: τελικά, όπως ο αφοσιωμένος μαθητής του Ηράκλειτου, μόλις και μετά βίας θα τολμά πια να σηκώνει το δάκτυλο. Η λήθη ανήκει σε κάθε πράξη: ακριβώς όπως στη ζωή των οργανικών όντων δεν ανήκει μόνο το φως, αλλά και το σκοτάδι. Ένας άνθρωπος, που θα ήθελε να αισθάνεται εντελώς και μόνο ιστορικά, θα έμοιαζε με εκείνον που θα αναγκαζόταν να απέχει από τον ύπνο ή με το ζώο, που θα έπρεπε να ζει μόνο με μηρυκασμό και διαρκώς επαναλαμβανόμενο μηρυκασμό. Άρα: είναι δυνατόν να ζει κανείς σχεδόν χωρίς αναμνήσεις, και μάλιστα να ζει ευτυχισμένος, όπως δείχνει το ζώο·  είναι όμως εντελώς και απόλυτα αδύνατο, να ζει χωρίς να ξεχνά. Ή για να εκφραστώ ακόμα πιο απλά για το θέμα μου: υπάρχει ένας βαθμός αϋπνίας, μηρυκασμού, ιστορικής αίσθησης, που προκαλεί βλάβη στο ζωντανό ον και τελικά το καταστρέφει είτε αυτό είναι ένας άνθρωπος είτε ένας λαός είτε ένας πολιτισμός»

Φρίντριχ Νίτσε: Το Επωφελές και το Επιβλαβές της Ιστορίας για τη ζωή 
Εκδόσεις Ηριδανός 2015

Δεν υπάρχουν σχόλια: