Φασματική Αθήνα σε χειμέριον όρθρο
ποιός θα ζυγίσει το δικό μας πόνο
μέρες
νύχτες
ώρες βροχερές
όταν μας έκλεινε η σιωπή σαν παλαιά παράθυρα...
Γιάννης Σταύρου, Ακρόπολη τον χειμώνα, λάδι σε καμβα
Νίκος Καρούζος
Οιδίππους τυραννούμενος
Εζούσα τις πιο βαθιές μου λεπτομέρειες
καθώς αργά ο έρμος
διανύω την κόλαση
περιμένοντας καρπούς απ' τα ψέματα πάλι
την όσφρηση του βίαιου μυαλού μου κι ο θάνατος
αχολογούσε άρωμα μητέρας
βόσκοντας έρωτα στην αναισθησία
των άστρων ανεπαίσχυντα.
Λοιπόν η άβυσσος ο καταπιώνας που δεν κοπάζει.
Δικό μου είναι αυτό το βιβλίο η δάκνουσα λαλιά
κι η ανάγνωση.
Δεν έχω κανένα δικαίωμα στην ευτυχία.
Περπατώντας
Φασματική Αθήνα σε χειμέριον όρθρο
ποιός θα ζυγίσει το δικό μας πόνο
μέρες
νύχτες
ώρες βροχερές
όταν μας έκλεινε η σιωπή σαν παλαιά παράθυρα
δίχως τα δέντρα
δίχως της γυναίκας το φιλί
μέρες
νύχτες
ώρες βροχερές…
Να περιμένεις την πνοή π’ ανοίγει τις οράσεις
ο ποιητής ανθίζει
δεν τρέχει πίσω απ’ τις λέξεις
έχει σαν το λουλούδι μια μοίρα
είν’ ο αθέλητος
έρχεται η βροχή νοτίζει το χώμα ο ήλιος
θα ‘ρθει κ’ η νύχτα θα ‘ρθει κ’ η μέρα
και πάντα το φώς.
Η χαρά
Να έχεις το κύμα να χάνεσαι στο πλήθος
έρημος ώς τα σπλάχνα
δεν τραγουδάς
ανοίγεσαι μεσ’ στη λησμονιά κι ολοένα θυμάσαι
χρόνος αδηφάγος οπού σε κάνει αυξανόμενο νεκρό.
Να έχεις το κύμα να χάνεσαι στο πλήθος
ή ο λαιμός να καίγεται
ποιός άλλος θρίαμβος
των ηττημένων…
Α η χαρά μας είναι τρομερή με τ’ αστέρια
κομματιασμένα σε δροσερό θάνατο.
Κι ο ήλιος κάθε μέρα έρχεται
με ένα παλιό όπλο και πολλές σφαίρες
ποιός θα ζυγίσει το δικό μας πόνο
μέρες
νύχτες
ώρες βροχερές
όταν μας έκλεινε η σιωπή σαν παλαιά παράθυρα...
Γιάννης Σταύρου, Ακρόπολη τον χειμώνα, λάδι σε καμβα
Νίκος Καρούζος
Εζούσα τις πιο βαθιές μου λεπτομέρειες
καθώς αργά ο έρμος
διανύω την κόλαση
περιμένοντας καρπούς απ' τα ψέματα πάλι
την όσφρηση του βίαιου μυαλού μου κι ο θάνατος
αχολογούσε άρωμα μητέρας
βόσκοντας έρωτα στην αναισθησία
των άστρων ανεπαίσχυντα.
Λοιπόν η άβυσσος ο καταπιώνας που δεν κοπάζει.
Δικό μου είναι αυτό το βιβλίο η δάκνουσα λαλιά
κι η ανάγνωση.
Δεν έχω κανένα δικαίωμα στην ευτυχία.
Περπατώντας
Φασματική Αθήνα σε χειμέριον όρθρο
ποιός θα ζυγίσει το δικό μας πόνο
μέρες
νύχτες
ώρες βροχερές
όταν μας έκλεινε η σιωπή σαν παλαιά παράθυρα
δίχως τα δέντρα
δίχως της γυναίκας το φιλί
μέρες
νύχτες
ώρες βροχερές…
Να περιμένεις την πνοή π’ ανοίγει τις οράσεις
ο ποιητής ανθίζει
δεν τρέχει πίσω απ’ τις λέξεις
έχει σαν το λουλούδι μια μοίρα
είν’ ο αθέλητος
έρχεται η βροχή νοτίζει το χώμα ο ήλιος
θα ‘ρθει κ’ η νύχτα θα ‘ρθει κ’ η μέρα
και πάντα το φώς.
Η χαρά
Να έχεις το κύμα να χάνεσαι στο πλήθος
έρημος ώς τα σπλάχνα
δεν τραγουδάς
ανοίγεσαι μεσ’ στη λησμονιά κι ολοένα θυμάσαι
χρόνος αδηφάγος οπού σε κάνει αυξανόμενο νεκρό.
Να έχεις το κύμα να χάνεσαι στο πλήθος
ή ο λαιμός να καίγεται
ποιός άλλος θρίαμβος
των ηττημένων…
Α η χαρά μας είναι τρομερή με τ’ αστέρια
κομματιασμένα σε δροσερό θάνατο.
Κι ο ήλιος κάθε μέρα έρχεται
με ένα παλιό όπλο και πολλές σφαίρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου