άνθρωποι που πεθάναν δίχως μια αμυχή,
άνθρωποι που "διελύθησαν ησύχως..."
Γιάννης Σταύρου, Θεσσαλονίκη με φεγγάρι, λάδι σε καμβά
Βύρων Λεοντάρης
Αποχρωματισμοί
Το δείλι σέρνεται κι αλλάζει πάλι δέρμα
Μες τις ψυχές μας, απαρνιέται όλα ξανά
τα χρώματά του – κι απομένουμε στεγνά
τοπία χωρίς αρχή και χωρίς τέρμα.
Γρίφοι λυμένοι και ξανά μπλεγμένοι
χτυπιόμαστε όλη μέρα σαν τυφλοί
για μια καλύτερη θεσούλα στο κλουβί
κι όλο βρισκόμαστε σφιχτότερα δεμένοι.
Στα λόγια σπάταλοι, φιλάργυροι όμως στο αίμα
κάναμε χάος το τοσοδά μας το μυαλό
-ο φόβος είναι θερμοκήπιο καλό,
ανθίζει σ’ όλες του τις ποικιλίες το ψέμα.
Ακούς και δεν γνωρίζεις τ’ όνομά σου,
κρυώνει η μοίρα που παλιά σου ‘χε δοθεί
-σε ποιές λοιπόν παγίδες έχουμε συρθεί;
Μέγα κακό είναι ν’αρνηθείς τ’ ανάστημά σου.
Δεν είναι ο κόσμος πείραμα στους τρόμους
του απείρου, όχι, δεν είναι δοκιμή.
Μπορείς να σέρνεσαι μια ολόκληρη ζωή,
υπογραφή δειλή μέσα στους δρόμους;
Θα ‘ναι φριχτό να φύγουμε έτσι, δίχως
μια πίστη, έναν αγώνα, μια κραυγή
-άνθρωποι που πεθάναν δίχως μια αμυχή,
άνθρωποι που “διελύθησαν ησύχως….'
Ανασύνδεση
Ι
Έλεος δεν έχει τούτο το φεγγάρι
απλώνει απλώνει αδιάκοπα στο δέρμα του καλοκαιριού
πήζει τον ουρανό πήζει τον άνεμο
κερώνει την καρδιά και τις χαραματιές της θύμησης
και τα σκιαγμένα πρόσωπα ψηλά στις πολεμίστρες.
Πάνω απ’ τους ξεραμένους κάμπους θειάφι και μολύβι
αγρίμια πυρετοί γυρνούν με πυρωμένα νύχια
στεγνά σαν κάνες τουφεκιών τριγύρω τα πηγάδια
και τα κλωνάρια της κραυγής χωρίς κανένα φύλλο.
Πεσμένοι πάνω στα καμένα βράχια
με το θρυμματισμένο πρόσωπο της ανταρσίας αναστραμμένο στο αύριο
μ’ ένα τραγούδι αλουλούδιστο στα μάτια μας
με τα κεραυνωμένα δάχτυλα φευγάτα όλα τα ελάφια
πόσες φορές θα σκοτωθούμε ακόμα;
Το αίμα στο αίμα πάνω πέτρωσε δεν δίνει πια χρησμό
άδειος εδιάβηκε ο καιρός κανένα θάμα…
Πεσμένοι πάνω στα καμένα βράχια
πόσες φορές θα σκοτωθούμε ακόμα
ρωτώντας πάντα αμετανόητα ρωτώντας πού τραβάει
αυτός ο δρόμος που περνάει
ανάμεσα σε σκοτωμένους και φονιάδες.
ΙΙ
Μέρες που δεν σε θέλουν πια
γιατί πολύ τους δόθηκες, γιατί
αφρόντιστα ξοδεύτηκες
μέρες που δεν σε ξέρουν πια
κι αποτραβούν το χέρι τους από το δικό σου
κι όλο μακραίνουνε και προχωρούν χωρίς εσένα
―μα πού πάνε;―
Μόνος, σκοτάδι και τ’ απόμακρά τους βήματα
βλέφαρα που σφαλούν πάνω στο δέρμα σου
φύλλα που γίνονται ένα με το χώμα.
Πλατείες που δε σ’ αναγνωρίζουν πια
δρόμοι που κρύοι γλιστρούν κάτω απ’ τα πόδια σου
άλλους βηματισμούς τώρα ζητούν,
για νέες χειρονομίες κραυγών ριγούνε τώρα οι άνεμοι.
Όλα γινήκαν έτσι μονομιάς μια άξαφνη αναχώρηση
ξένος στον κόσμο απόμεινες
βλέμματα, λόγια, αφές,
γεφύρια που σ’ ενώναν με τους άλλους,
όλα γκρεμίσαν τώρα πάνω σου
― κι αν θα φωνάξεις, η φωνή σου
ομίχλη πήζει γύρω σου.
Μέρες που δεν σε θέλουν πια,
μέρες που σμίγατε μαζί στην ίδια πίστη, μα που τώρα
κάτι άλλο ψάχνουν ― μα τι να ’ναι αυτό;
κάτι άλλο πιο μακριά απ’ την πίστη σου γυρεύουνε κι ο φόβος
μήπως δεν πήραν τίποτε, μα τίποτε από σε μαζί τους
λειώνει τη σάρκα σου, χωρίζει το κορμί απ’ την αίσθηση
καθώς το νιώθεις πια
πως άρχισε το τρομερό κι απρόσμενο
το πέρασμα της ιστορίας επάνω σου.
ζωγράφοι, ελληνική τέχνη, θαλασσογραφίες, τοπία, ζωγραφική, λογοτεχνία, Έλληνες ζωγράφοι, σύγχρονη σκέψη, καράβια, τέχνη, σύγχρονοι ζωγράφοι, ποίηση, πορτρέτα, πίνακες ζωγραφικής, έργα ζωγραφικής, ελληνικά τοπία
t
Οι επισκέπτες του δικτυακού μας τόπου θα γνωρίσουν νέες πτυχές του ελληνικού τοπίου. Θα έρθουν σε επαφή με τις καλές τέχνες, κυρίως με τη ζωγραφική & τους ζωγράφους, τους έλληνες ζωγράφους, με τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής μας...
Αναδεικνύοντας την ολιστική σημασία του ελληνικού τοπίου, την αδιάσπαστη ενότητα της μυθικής του εικόνας με την τέχνη, τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία και την ποίηση, τη σύγχρονη σκέψη...
-----
καράβια, ζωγραφικη, τοπια, ζωγραφοι, σχολια, ελληνες ζωγραφοι, λογοτεχνια, συγχρονοι ζωγραφοι, σκεψη, θαλασσογραφίες
-----
καράβια, ζωγραφικη, τοπια, ζωγραφοι, σχολια, ελληνες ζωγραφοι, λογοτεχνια, συγχρονοι ζωγραφοι, σκεψη, θαλασσογραφίες
Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014
Έλεος δεν έχει τούτο το φεγγάρι...
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου