t


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

Σχόλια γύρω από τη ζωγραφική, την τέχνη, τη σύγχρονη σκέψη


Οι επισκέπτες του δικτυακού μας τόπου θα γνωρίσουν νέες πτυχές του ελληνικού τοπίου. Θα έρθουν σε επαφή με τις καλές τέχνες, κυρίως με τη ζωγραφική & τους ζωγράφους, τους έλληνες ζωγράφους, με τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής μας...


Αναδεικνύοντας την ολιστική σημασία του ελληνικού τοπίου, την αδιάσπαστη ενότητα της μυθικής του εικόνας με την τέχνη, τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία και την ποίηση, τη σύγχρονη σκέψη...
-----
καράβια, ζωγραφικη, τοπια, ζωγραφοι, σχολια, ελληνες ζωγραφοι, λογοτεχνια, συγχρονοι ζωγραφοι, σκεψη, θαλασσογραφίες


Κυριακή 30 Ιουλίου 2017

O Ήλιος εβασίλεψεν...

Μήτε με τ' άστρι μάλωνα, μήτε με το φεγγάρι, 
μήτε με τον αυγερινό, οπού 'στ' αγαπημένοι...

https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Θεσσαλονίκη με φεγγάρι, λάδι σε καμβά

Να μου το πάρεις, Ύπνε μου
(Νικόλαου Γ. Πολίτη, Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού) 

Να μου το πάρεις, Ύπνε μου, τρεις βίγλες θα του βάλω,
τρεις βίγλες, τρεις βιγλάτορες, κι οι τρεις αντρειωμένοι. 
Βάλλω τον Ήλιο στα βουνά, τον αετό στους κάμπους,  
τον κυρ Βοριά το δροσερό ανάμεσα πελάγου. 
O Ήλιος εβασίλεψεν, ο αϊτός αποκοιμήθη, 
κι ο κυρ Βοριάς ο δροσερός στης μάνας του πηγαίνει. 
«Γιε μ', πού 'σουν χτες, πού 'σουν προχτές, πού 'σουν την άλλη νύχτα; 
Μήνα με τ' άστρι μάλωνες, μήνα με το φεγγάρι, 
μήνα με τον αυγερινό, που 'μαστ' αγαπημένοι;  
– Μήτε με τ' άστρι μάλωνα, μήτε με το φεγγάρι, 
μήτε με τον αυγερινό, οπού 'στ' αγαπημένοι· 
χρυσόν υγιόν εβίγλιζα στην αργυρή του κούνια»

Σάββατο 29 Ιουλίου 2017

Έπλευσα, κι απέκαμα, κ' ενυκτώθην...

Ὁ κρότος τῆς κώπης εἰς τὸ κῦμα δὲν ἀκούεται. Νύκτα χωρὶς σελήνην. Σκιὰ ἁπλώνεται κάτω τῆς ἀκτῆς, τῆς ἀνταυγείας τῶν ἀστέρων ἐπὶ τῶν μαρμάρων καὶ τῶν ἐπιτυμβίων πλακῶν. Μελανώτερον κάτω τὸ σκότος, εἰς τὴν ρίζαν τοῦ λόφου, εἰς τὸν ἀφρὸν τοῦ κύματος. Ὁ φλοῖσβος ἐπιτάττει σιωπήν...
 
https://yannisstavrou.blogspot.com 
 
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Τα ρόδινα ακρογιάλια
Κοινωνικόν Μυθιστόρημα
(απόσπασμα)
ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ὢ ναί, ἀπήλαυσα… Τί ἄλλο θὰ ὠνειροπολοῦσα τάχα εἰς τὸν κόσμον; Τί ἄλλο, παρὰ μίαν στιγμὴν νὰ τὴν ἴδω;… Καὶ τώρα τὴν ἔβλεπα ἐπὶ πολλὰ λεπτά, τὰ ὁποῖα ἐφαίνοντο νὰ ἦσαν σταγόνες πεσοῦσαι ἀπὸ τὸ κέρασμα τῆς θείας ἀμβροσίας εἰς τὴν τρυφὴν τοῦ παραδείσου.
Ναί, ἐνθυμοῦμαι καλά. Τὰ παραπετάσματα ἦσαν ἀνεβασμένα, καὶ τὸ γυαλὶ τοῦ παραθύρου κατελάμπετο ἀπὸ τὴν λυχνίαν τὴν πλησίον, ἥτις πρέπει νὰ ἵστατο ἐπὶ τραπέζης κειμένης σύρριζα δίπλα εἰς τὸ παράθυρον.
Εἶχεν ἔλθει κ᾿ ἐκάθισε σιμὰ στὸ παράθυρον, βλέπουσα πρὸς τὴν τράπεζαν. Ἐφόρει λευκά· μόνον αἱ πλατεῖαι χειρῖδες τοῦ ὑποκαμίσου της εἶχον ἐρυθρὸν κέντημα. Ἔφερε τὸ ἐργόχειρον κρεμαστὸν περὶ τὸν θεῖον λαιμόν της, κ᾿ ἔκυπτεν αὐτὴ ἐπὶ τῆς θεσπεσίας τραχηλιᾶς της, τῆς κολπουμένης μὲ πτυχὰς καὶ σχῆμα ἀνέφικτον εἰς τὴν πλέον ἰδεώδη πλαστικήν. Ἔκυπτε, καὶ τί ἔκαμνεν; Ἴσως ἠρίθμει τὰς θηλειὰς τοῦ πλεξίματός της. Ἔπαλλε γοργὰ τὰς μακρὰς βελόνας της. Ὤ, μὲ αὐτὰς μοῦ εἶχε περονήσει τὴν καρδίαν· ἀλλ᾿ εἶναι λίαν προσφιλὴς ἡ καίουσα πληγή…
Ἰδού, στρέφει τὸ ἀγλαὸν πρόσωπον πρὸς τὰ ἔξω. Βλέπει πρὸς τὸ μέρος μου. Καὶ τί βλέπει; Θάλασσαν, σκότος, ἄβυσσον. Ὤ, νὰ ἦτο δυνατὸν νὰ ὑποπτεύσῃ ὅτι ὑπάρχει ἓν μαῦρον σημάδι ἐδῶ· μία βαρκούλα, καὶ στὴν βαρκούλα μέσα, τί; Ἓν σπάραγμα τοῦ πόνου, ράκος ἀνθρώπινον.
Ἰδού, μειδιᾷ· ὢ κάλλος, ὢ μορφή, ὢ ὀπτασία!… Εἶδα τὰ δοντάκια της νὰ λάμπουν, τὰ χείλη της νὰ λουλουδίζουν, τὰ μάγουλά της νὰ μηλολονθοῦν… Καὶ τώρα, γελᾷ, μόνη της· ὢ μέλος, ὢ ἄνθος, ὢ ἄστρον ἐπίγειον!…

Τὸ σῶμ᾿ αὐτὸ τὸ αἰθέριο στὴ γῆ νὰ μὴ λυγίσῃ
Καὶ τὸ χαμόγελο ποτὲ στὰ χείλη νὰ μὴ σβήσῃ.
Νὰ μὴ φανῇ τὸ κάλλος σου πὼς εἶν᾿ ἀπὸ τὸ χῶμα.
Ὤ, χαῖρε, τοῦ θανάτου, ποὺ μ᾿ ἐπότισες τὸ πόμα.
*
[Ὁλόγυρα εἶχαν ἀνοίξει τὰ ἐλαιοτριβεῖα. Ἀπὸ τοῦ Ἁγίου Εὐσταθίου ἐγκαινιάζονται αἱ ἐργασίαι δι᾿ Ἁγιασμοῦ, καὶ τώρα ἐκόντευε νὰ ἔλθῃ Ἅις-Δημήτρης. Χρόνος ἡ νύκτα. Ἓν ἐλαιοτριβεῖον ἦτο πλησίον εἰς τὴν οἰκίαν μας, ἄλλα δύο ἔνθεν κ᾿ ἐκεῖθεν τοῦ δρόμου ἀντικρύ, ἄλλο ἓν πέραν τοῦ μικροῦ χειμάρρου, καὶ ὀκτὼ ἢ δέκα ἄλλα τριγύρω εἰς τὰς δυτικὰς καὶ βορεινὰς ἄκρας τοῦ χωρίου. Πολλοὶ ἔχουν ἐξυπνήσει καὶ κυκλοφοροῦν ἐδῶ κ᾿ ἐκεῖ, ὅπου ἀκούονται φαιδραὶ ὁμιλίαι ἀκόμη καὶ ᾄσματα, ἢ μᾶλλον κελεύσματα πρὸς τὴν βαρεῖαν ἀγγαρείαν τοῦ ἐργάτου, τοῦ ἐλαιοτρίπτου καὶ τοῦ ἀδρακτίου μὲ τὴν τεραστίαν μανέλαν. Ἀκόμη κ᾿ ἕνας σαλεπτζής, νεωτερισμὸς κι αὐτό.]
*
… Ἰδοὺ ἐγώ, κωμάζω ὑπὸ τὰ παράθυρά της. Οὔτε φωνή, οὔτε κιθάρα, οὔτε στεναγμός. Ἔβαλα τὰς κώπας εἰς ἀνάπαυσιν, κ᾿ ἐστάθην. Παρακαλῶ τὰ ρεύματα νὰ μὴ μὲ παρασύρουν. Ἐδῶ ἀντικρύζει ἀκριβῶς. Βλέπω ―φεῦ, εἶναι ὡραῖον νὰ ἔχῃ τις ὄμματα διὰ νὰ βλέπῃ τοῦτο― βλέπω τὸ παράθυρον φωτισμένον. Ἡ καρδία πάλλει, τὸ πᾶν ἠρεμεῖ. Μὴ φυσᾷς, αὔρα, μὴ μὲ σύρετε, ρεύματα. Περιμένω τὴν τρισολβίαν στιγμήν… Ὤ, ἂς ἔλθῃ ἡ στιγμὴ ἐκείνη· εἶναι ἀνταξία τῶν αἰώνων· καὶ εἶτα ἂς ἔλθῃ τὸ μηδέν, πλὴν ὅταν ἐκείνη ἐπὶ στιγμὴν ἀνατείλῃ, εἰς τὸ μηδὲν θὰ μείνῃ ἓν μόριον ὑπάρξεως, καὶ εἰς τὸ χάος μία ἀκτὶς ἀναμνήσεως. Ἔπλευσα, κι ἀπέκαμα, κ᾿ ἐνυκτώθην… Ἰδοὺ τώρα, ἀφοῦ διέσχισα ἀπὸ γωνίας εἰς γωνίαν, ἀπὸ τὸν κάβον τῆς μεσημβρινῆς ἀκτῆς, ἕως τὰ νῶτα τοῦ χωρίου, ὅλον τὸ μῆκος τοῦ δυτικοῦ κολπίσκου, ἔφθασα κ᾿ ἐστεγάσθην ὑποκάτω εἰς τὰ Μνημούρια· εἰς τὸ κοιμητήριον τῆς πολίχνης τὸ κτισμένον ἐπὶ τοῦ δυτικοῦ παραθαλασσίου λόφου, εἰς τὴν ἐσχατιὰν τῆς προεξοχῆς, ἐφ᾿ ἧς κεῖται τὸ χωρίον. Ὁ κρότος τῆς κώπης εἰς τὸ κῦμα δὲν ἀκούεται. Νύκτα χωρὶς σελήνην. Σκιὰ ἁπλώνεται κάτω τῆς ἀκτῆς, τῆς ἀνταυγείας τῶν ἀστέρων ἐπὶ τῶν μαρμάρων καὶ τῶν ἐπιτυμβίων πλακῶν. Μελανώτερον κάτω τὸ σκότος, εἰς τὴν ρίζαν τοῦ λόφου, εἰς τὸν ἀφρὸν τοῦ κύματος. Ὁ φλοῖσβος ἐπιτάττει σιωπήν...

Πέμπτη 27 Ιουλίου 2017

οι άνθρωποι δεν μπορούν ν' αντέξουν πολλή πραγματικότητα...

Στη ζέστη του φθινόπωρου, στον παλλόμενο αέρα,
Και λάλησε το πουλί, δίνοντας απόκριση
Στην ανήκουστη μουσική την κρυμένη στους θάμνους...
*
In the autumn heat, through the vibrant air,
And the bird called, in response to
The unheard music hidden in the shrubbery...


https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Φθινοπωρινός Υμηττός, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια)

Τ.Σ. Έλιοτ
Burnt Norton
Ι

Ο τωρινός χρόνος κι ο περασμένος χρόνος
Είναι ίσως και οι δύο παρόντες στο μελλούμενο χρόνο,
Κι ο μελλούμενος χρόνος περιέχεται στόν περασμένο χρόνο.
Αν όλος ο χρόνος είναι αιώνια παρών
Όλος ο χρόνος δέν μπορεί να εξαγοραστεί.
Αυτό πού θά μπορούσε να 'ταν είναι μιά αφαίρεση
Πού παραμένει μια μόνιμη δυνατότητα
Μόνο σ' ένα κόσμο ρεμβασμού.
Αυτό που θα μπορούσε να 'ταν κι αυτό που ήταν
Σημαδεύουν σ' ενα τέρμα, πού είναι πάντα τωρινό.
Πατημασιές αντηχούν μες στο μνημονικό
Κάτω στο δρόμακι που δεν ακολουθήσαμε
Κατά την πόρτα που πότε δεν ανοίξαμε
Προς τη μεριά του ροδόκηπου. Τα λόγια μου έτσι
Αντηχούν μες στο μυαλό σου.
Όμως για ποιό λόγο
Ταράζοντας τη σκόνη σε μια κούπα ροδόφυλλα
Δεν ξέρω.
Άλλοι αντίλαλοι
Κατοικούν στον κήπο. Θ' ακολουθήσουμε;
Γρήγορα, είπε το πουλί, βρέστε τους,βρέστε τους,
Πίσω απ' τη γωνία. Μέσα απο τήν πρώτη πύλη,
Στόν πρώτο μας κόσμο, θ'ακολουθήσουμε
Το ξεγέλασμα τησ τσίχλας; Στον πρώτο μας κόσμο.
Βρίσκονταν εκει, αξιοπρεπείς, αθέατοι,
Κινούνταν αβίαστα, πάνω απο τα πεθαμένα φύλλα,
Στη ζέστη του φθινόπωρου, στον παλλόμενο αέρα,
Και λάλησε το πουλί, δίνοντας απόκριση
Στην ανήκουστη μουσική την κρυμένη στους θάμνους,
Και διάβηκε η αθώρητη αχτίδα του ματιού, γιατί τα ρόδα
Είχαν την όψη λουλουδιών που τα κοιτάζουν.
Βρίσκονταν εκει σαν καλεσμένοι μας, δεκτοί και δεχόμενοι.
Ετσι κινήσαμε, κι αυτοί μαζί, μ' ενα σχέδιο τυπικό,
Μες απ΄την έρημη δεντροστοιχία, στων πυξαριών τον κύκλο,
Για να ρίξουμε το βλέμμα μες στη στραγγισμένη στέρνα.
Η στέρνα στεγνή, τσιμέντο στέγνο, με άκρες καφετιές,
Κι η στέρνα γέμισε νερό απ' το λιόφωτο,
Κι ορθώθηκε ο λωτός, ήσυχα, ήσυχα,
'Αστραψε η επιφάνεια απ' άκρη σ' άκρη απ' την καρδιά του φωτός,
Κι αυτοί ηταν πίσω μας ως καθρεφτίζονταν στη στέρνα.
Τότε διάβηκε ενα σύννεφο κι άδειασε η στέρνα.
Φύγετε, λαλήσε το πούλι, γιατί στις φυλλωσιές παιδιά φωλιάζαν,
Κρυμένα μ' έξαψη, συγκρατώντας τα γέλια.
Φύγετε, φύγετε, φύγετε, λάλησε το πουλί: οι άνθρωποι
Δεν μπορούν ν' αντέξουν πολλή πραγματικότητα.
Ο χρόνος ο περασμενός κι ο μελλούμενος χρόνος
Αυτός που θα μπορούσε να' ταν κι αυτός που ηταν
Σημαδεύουν σ' ενα τέρμα που ειναι πάντα τωρινό

(μετ. Κλείτος Κύρου)

T. S. Eliot
Burnt Norton
I


Time present and time past
Are both perhaps present in time future
And time future contained in time past.
If all time is eternally present
All time is unredeemable.
What might have been is an abstraction
Remaining a perpetual possibility
Only in a world of speculation.
What might have been and what has been
Point to one end, which is always present.
Footfalls echo in the memory
Down the passage which we did not take
Towards the door we never opened
Into the rose-garden. My words echo
Thus, in your mind.
But to what purpose
Disturbing the dust on a bowl of rose-leaves
I do not know.
Other echoes
Inhabit the garden. Shall we follow?
Quick, said the bird, find them, find them,
Round the corner. Through the first gate,
Into our first world, shall we follow
The deception of the thrush? Into our first world.
There they were, dignified, invisible,
Moving without pressure, over the dead leaves,
In the autumn heat, through the vibrant air,
And the bird called, in response to
The unheard music hidden in the shrubbery,
And the unseen eyebeam crossed, for the roses
Had the look of flowers that are looked at.
There they were as our guests, accepted and accepting.
So we moved, and they, in a formal pattern,
Along the empty alley, into the box circle,
To look down into the drained pool.
Dry the pool, dry concrete, brown edged,
And the pool was filled with water out of sunlight,
And the lotos rose, quietly, quietly,
The surface glittered out of heart of light,
And they were behind us, reflected in the pool.
Then a cloud passed, and the pool was empty.
Go, said the bird, for the leaves were full of children,
Hidden excitedly, containing laughter.
Go, go, go, said the bird: human kind
Cannot bear very much reality.
Time past and time future
What might have been and what has been
Point to one end, which is always present.

Τετάρτη 26 Ιουλίου 2017

Σε σωστή ώρα νυχτώνει...

Πέρασα μέρες με βροχή,
εντάθηκα πίσω απ'αυτό
το συρματόπλεγμα το υδάτινο
υπομονετικά κι απαρατήρητα...


https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Λιμάνι Θεσσαλονίκης, λάδι σε καμβά

Κική Δημουλά
Πέρασα

Περπατώ και νυχτώνει.
Αποφασίζω και νυχτώνει.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

Υπήρξα περίεργη και μελετηρή.
Ξέρω απ'όλα.Λίγο απ'όλα.
Τα ονόματα των λουλουδιών όταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οι λέξεις και πότε κρυώνουμε.
Πόσο εύκολα γυρίζει η κλειδαριά των αισθημάτων
μ'ένα οποιοδήποτε κλειδί της λησμονιάς.
Όχι δεν ειμαι λυπημένη.
Πέρασα μέρες με βροχή,
εντάθηκα πίσω απ'αυτό
το συρματόπλεγμα το υδάτινο
υπομονετικά κι απαρατήρητα,
όπως ο πόνος των δέντρων
όταν το ύστατο φύλλο τους φεύγει
κι όπως ο φόβος των γενναίων.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

Πέρασα από κήπους,στάθηκα σε συντριβάνια και είδα πολλά αγαλματίδια να γελούν
σε αθέατα αίτια χαράς.
Και μικρούς ερωτιδείς, καυχησιάρηδες.
Τα τεντωμένα τόξα τους
βγήκανε μισοφέγγαρο σε νύχτες μου και ρέμβασα.
Είδα πολλά και ωραία όνειρα
και είδα να ξεχνιέμαι.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

Περπάτησα πολύ στα αισθήματα,
τα δικά μου και των άλλων,
κι έμενε πάντα χώρος ανάμεσα τους
να περάσει ο πλατύς χρόνος.
Πέρασα από ταχυδρομεία και ξαναπέρασα.
Έγραψα γράμματα και ξαναέγραψα
και στο θεό της απαντήσεως προσευχήθηκα άκοπα.
Έλαβα κάρτες σύντομες:
εγκάρδιο αποχαιρετιστήριο από την Πάτρα
και κάτι χαιρετίσματα
απο τον Πύργο της Πίζας που γέρνει.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη που γέρνει η μέρα.

Mίλησα πολύ.Στους ανθρώπους,
στους φανοστάτες, στις φωτογραφίες.
Και πολύ στις αλυσίδες.
Έμαθα να διαβάζω χέρια
και να χάνω χέρια.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

Ταξίδεψα μάλιστα.Πήγα κι από εδώ, πήγα και από εκεί...
Παντού έτοιμος να γεράσει ο κόσμος.
Έχασα κι από εδώ,έχασα κι από κεί.
Κι από την προσοχή μου μέσα έχασα
κι από την απροσεξία μου.
Πήγα και στη θάλασσα.
Μου οφειλόταν ένα πλάτος.Πές πως το πήρα.
Φοβήθηκα τη μοναξιά
και φαντάστηκα ανθρώπους.
Τους είδα να πέφτουν
από το χέρι μιας ήσυχης σκόνης,
που διέτρεχε μιάν ηλιαχτίδα
κι άλλους από τον ήχο μιας καμπάνας ελάχιστης.
Και ηχήθηκα σε κωδωνοκρουσίες
ορθόδοξης ερημιάς.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

Έπιασα και φωτιά και σιγοκάηκα.
Και δεν μου έλειψε ούτε των φεγγαριών η πείρα.
Η χάση τους πάνω από θάλασσες κι από μάτια,
σκοτεινή,με ακόνισε.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

Όσο μπόρεσα έφερ'αντίσταση σ'αυτό το ποτάμι
όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό
στα ξεροπόταμα
και παρασύρθηκα.

Όχι, δεν είμαι λυπημένη.
Σε σωστή ώρα νυχτώνει.

Δευτέρα 24 Ιουλίου 2017

ουδέν ακούουν οι λαοί...

Η μυστική βοή
τούς έρχεται των πλησιαζόντων γεγονότων.
Και την προσέχουν ευλαβείς. Ενώ εις την οδόν
έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί..
.

https://yannistavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Νυχτερινό με μοναχικό καράβι, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια)

Κωνσταντίνος Καβάφης
Σοφοί δε Προσιόντων    

Θεοί μεν γαρ μελλόντων, άνθρωποι δε γιγνομένων,
σοφοί δε προσιόντων αισθάνονται.
(Φιλόστρατος, Τα ες τον Τυανέα Aπολλώνιον, VΙΙΙ, 7)


Οι άνθρωποι γνωρίζουν τα γινόμενα.
Τα μέλλοντα γνωρίζουν οι θεοί,
πλήρεις και μόνοι κάτοχοι πάντων των φώτων.
Εκ των μελλόντων οι σοφοί τα προσερχόμενα
αντιλαμβάνονται. Η ακοή

αυτών κάποτε εν ώραις σοβαρών σπουδών
ταράττεται. Η μυστική βοή
τούς έρχεται των πλησιαζόντων γεγονότων.
Και την προσέχουν ευλαβείς. Ενώ εις την οδόν
έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί.

Κυριακή 23 Ιουλίου 2017

Κατευνασμός...

Προς τι λοιπόν; Μάταια συνάντηση στη γη το Ωραίο;
Θολό το πνεύμα μου, αβέβαιες οι πράξεις, συγχυσμένες...

https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Ακρόπολη στο φως της σελήνης, λάδι σε καμβά

Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε
Κατευνασμός

Το πάθος οδηγεί στην συντριβή. Ω, ποιός θα γαληνέψει
ετούτη τη βαρύθυμη καρδιά, τα πάντα που έχει χάσει !
Οι ώρες που γοργά φτερούγισαν, που νάναι τώρα;
Προς τι λοιπόν; Μάταια συνάντηση στη γη το Ωραίο;
Θολό το πνεύμα μου, αβέβαιες οι πράξεις, συγχυσμένες,
δεν είναι στις αισθήσεις προσιτός ο υπέρτερος ο κόσμος !


Με αγγελικά φτερά η Μουσική τώρα αιωρείται,
μυριάδες αναπλέκονται, γλυκαναδεύουν τόνοι,
και στην ανθρώπινη ψυχή διεισδύοντας, την αίγλη
του Ωραίου, του Άφθαρτου, αφειδώλευτα σκορπίζουν.
Το βλέμμα υγρό και σ'έκσταση βυθίζεται υπερτάτη.
των ήχων την αξία και των δακρύων αισθάνεται τη θεία.


Κι αλαφρωμένη έτσι η καρδιά, βλέπει ότι κι ακόμη
και ζει -ναι -και κτυπά και να κτυπά ολοένα θέλει
για να μπορεί να ευγνωμονεί, ομόθυμη, και πάντα,
σαν αντιχάρισμα, γι αυτό το ανέλπιστο το δώρο.
Και τότε αιστάνθηκε -αιώνια αυτή είθε να μείνει -
την ευτυχία διπλή: και της αγάπης και των ήχων !

(μετ. Βασίλης Λαζανάς)

Σάββατο 22 Ιουλίου 2017

Πιο επίικαιρος από ποτέ, ο Π. Κονδύλης...

"Μπροστά μας ανοίγεται μια εποχή πλανητικών και περιφερειακών συγκρούσεων, πού θα καταστήσουν πολύ δύσκολη, αν δεν ματαιώσουν, την παγίωση μιας διεθνούς τάξης... Το τέλος των ιδεολογιών του 19ου αιώνα... δεν θα συνεπιφέρει τον κατευνασμό των αντιθέσεων, παρά απλώς τη μετατόπισή τους σ’ ένα πεδίο στοιχειακό, υπαρξιακό και βιολογικό... Η σημερινή Ελλάδα αποτελεί ακριβώς περίπτωση φθίνοντος έθνους, το οποίο εκλαμβάνει τις έμμονες μυθολογικές του ιδέες για τον εαυτό του ως ρεαλιστική αυτεπίγνωση. Δεν είναι διόλου περίεργο ότι η ψυχολογική αυτή κατάσταση συχνότατα παρουσιάζει συμπτώματα παθολογικού αυτισμού..."

https://yannisstavrou.blogspot.com

Π. Κονδύλης (1943-1998)
ΠΕΡΙ ΕΘΝΩΝ ΣΤΗΝ ΠΛΑΝΗΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ

"Μπροστά μας ανοίγεται μια εποχή πλανητικών και περιφερειακών συγκρούσεων, πού θα καταστήσουν πολύ δύσκολη, αν δεν ματαιώσουν, την παγίωση μιας διεθνούς τάξης, καθώς οι βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες πολιτικές, οικονομικές και γεωπολιτικές τους αιτίες θα συντήκονται όλο και περισσότερο με τις μακροπρόθεσμες οικολογικές και πληθυσμιακές πιέσεις, γεννώντας χρόνιες κρίσεις και ανεξέλεγκτους παροξυσμούς. Υπό τις συνθήκες αυτές, το τέλος των ιδεολογιών του 19ου αιώνα, οι οποίες κυριάρχησαν και στον 20ό, δεν θα συνεπιφέρει τον κατευνασμό των αντιθέσεων, παρά απλώς τη μετατόπισή τους σ’ ένα πεδίο στοιχειακό, υπαρξιακό και βιολογικό, στο επίκεντρο του οποίου θα βρίσκεται απροκάλυπτα το πρόβλημα της κατανομής των αγαθών σε παγκόσμια κλίμακα.

Ό, τι σήμερα προσφέρεται ως νέα πυξίδα προσανατολισμού της πολιτικής δράσης και ως πανάκεια — προ παντός ο οικουμενισμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων — κατά πάσα πιθανότητα θα μεταβληθεί σε ένα νέο πεδίο μάχης, όπου η πάλη των ερμηνειών θα συνδέεται με ακόμα πιο χειροπιαστές μορφές πάλης. Στη διελκυστίνδα ανάμεσα σ’ έναν ανέφικτο οικουμενισμό και σε μια υπεράσπιση συλλογικών συμφερόντων αναπόδραστα οργανωμένη πάνω σε στενότερη τοπική και πληθυσμιακή βάση, το κρατικά οργανωμένο έθνος δεν διαλύεται, όπως περίμεναν πολλοί, μέσα σε υπερεθνικά μορφώματα, παρά αναλαμβάνει έναν νέο ιστορικό ρόλο, λίγο ή πολύ διαφορετικό από εκείνον πού έπαιξαν στο απώτερο παρελθόν το αστικό έθνος και στο πιο πρόσφατο οι αποκρυσταλλώσεις του κομμουνιστικού εθνικισμού.

Πρωταρχικό του μέλημα είναι η εξασφάλιση μιας θέσης μέσα σε μια πυκνή και έντονα ανταγωνιστική παγκόσμια κοινωνία — όμως το μέλημα αυτό θα συναιρείται όλο και περισσότερο σ’ ένα αίτημα στοιχειώδους επιβίωσης στον βαθμό πού θα στενεύουν τα περιθώρια κινήσεων μέσα στους κόλπους της παγκόσμιας κοινωνίας. Η εξ αντικειμένου νέα αυτή λειτουργία του εθνικισμού παραμένει καθοριστική ανεξάρτητα από τις συνήθως αυτάρεσκες μυθολογίες μέσω των οποίων κατανοεί ο ίδιος τον εαυτό του, αντλώντας από το πραγματικό ή φανταστικό, κοντινό ή μακρινό παρελθόν. Βεβαίως, οι μυθολογίες, ακόμα και οι πιο αυθαίρετες, είναι δυνατό να επιδράσουν θετικά στην εθνική ζωή κινητοποιώντας και συσπειρώνοντας δυνάμεις. Όμως προϋπόθεση για να συμβεί αυτό είναι μια αντικειμενική εθνική ζωτικότητα, μια πλησμονή χειροπιαστής ισχύος, η οποία επιτρέπει σ’ ένα έθνος να κινείται, θα λέγαμε, στο ύψος των ψευδαισθήσεών του. Όπου αντίθετα το έθνος συρρικνώνεται και φθίνει, εκεί η διάσταση ανάμεσα σε εθνική μυθολογία και εθνική πραγματικότητα έχει, μακροπρόθεσμα τουλάχιστον, μοιραίες συνέπειες.

Η σημερινή Ελλάδα αποτελεί ακριβώς περίπτωση φθίνοντος έθνους, το οποίο εκλαμβάνει τις έμμονες μυθολογικές του ιδέες για τον εαυτό του ως ρεαλιστική αυτεπίγνωση. Δεν είναι διόλου περίεργο ότι η ψυχολογική αυτή κατάσταση συχνότατα παρουσιάζει συμπτώματα παθολογικού αυτισμού ˙ γιατί το απαραίτητο υπόβαθρο και πλαίσιο της υγιούς αυτεπίγνωσης είναι η γνώση του ευρύτερου περιβάλλοντος κόσμου, μέσα στον οποίο καλείται να δράσει ένα ατομικό ή συλλογικό υποκείμενο, αποτιμώντας κατά το δυνατόν νηφάλια τις δυνατότητες του και υποκαθιστώντας τη νοσηρά εγωκεντρική αρχή της ηδονής με τη φυσιολογικά εγωκεντρική αρχή της πραγματικότητας."

ΠΗΓΗ
ΛΟΓΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

Παρασκευή 21 Ιουλίου 2017

Εάν ερχόσουν το φθινόπωρο...

Αλλά τώρα, ανίδεη από το μήκος
του χρόνου το αβέβαιο φτερό,
με κεντρίζει, σαν δαιμόνια μέλισσα,
ότι ποτέ δεν θα μου φανερώσει το τσίμπημά του

*
But now, all ignorant of the length
Of time’s uncertain wing,
It goads me, like the goblin bee,
That will not state its sting.


https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Πεύκα του φθνοπώρου, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια)

Έμιλυ Ντίκινσον
Εάν ερχόσουν το φθινόπωρο

Εάν ερχόσουν το φθινόπωρο
Θα έδιωχνα μακριά το καλοκαίρι
με μισό χαμόγελο και μισή αποστροφή
όπως οι νοικοκυρές διώχνουνε τις μύγες

Εάν περνούσε ένας χρόνος πριν σε δω
θα τύλιγα τους μήνες σε κουβάρια
και θα τους έβαζα σε ξεχωριστά συρτάρια
μέχρι να περάσει ο καιρός τους

Κι αν ακόμα αιώνες αργούσες
στα χέρια θα τους μετρούσα
συνέχεια θ’ αφαιρούσα ίσαμε
τα δάχτυλα να έπεφταν στην γη του Van Diemen

Εάν, όπως είναι σίγουρο
η ζωή αυτή τελειώσει
για σένα και για μένα
θα πέταγα τον θάνατο σαν κρούστα
και αιωνιότητα θα γευόμουν

Αλλά τώρα, ανίδεη από το μήκος
του χρόνου το αβέβαιο φτερό,
με κεντρίζει, σαν δαιμόνια μέλισσα,
ότι ποτέ δεν θα μου φανερώσει το τσίμπημά του

(μετ. Μαρία Ροδοπούλου)

Emily Dickinson
If you were coming in the fall

If you were coming in the fall,
I’d brush the summer by
With half a smile and half a spurn,
As housewives do a fly.

If I could see you in a year,
I’d wind the months in balls,
And put them each in separate drawers,
Until their time befalls.

If only centuries delayed,
I’d count them on my hand,
Subtracting till my fingers dropped
Into Van Diemen’s land.

If certain, when this life was out,
That yours and mine should be,
I’d toss it yonder like a rind,
And taste eternity.

But now, all ignorant of the length
Of time’s uncertain wing,
It goads me, like the goblin bee,
That will not state its sting.

Πέμπτη 20 Ιουλίου 2017

43 χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο: Νήσος τις έστι...

Εκείνοι που έπεσαν πολεμώντας κι εκείνοι που
έπεσαν χρόνια μετά τη μάχη~
εκείνοι που είδαν την αυγή μες απ' την πάχνη
του Θανάτου
ή, μες στην άγρια μοναξιά κάτω από τ' άστρα,
νιώσανε πάνω τους μαβιά μεγάλα
τα μάτια της ολόκληρης καταστροφής...

https://yannisstavrou.blogspot.com

Γιώργος Σεφέρης
ΣΑΛΑΜΙΝΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΣ

...Σαλαμίνα τε
τας νυν ματρόπολις τωνδ'
αιτία στεναγμών.
ΠΕΡΣΑl

Κάποτε ο ήλιος του μεσημεριού, κάποτε φούχτες η ψιλή
βροχή
και τ' ακρογιάλι γεμάτο Θρύψαλα παλιά πιθάρια.
Ασήμαντες οι κολόνες~ μονάχα ο Αγιος Επιφάνιος
δείχνοντας μουντά, χωνεμένη τη δύναμη της πολύχρυσης
αυτοκρατορίας.

Τα νέα κορμιά περάσαν απ' εδώ, τα ερωτεμένα~
παλμοί στους κόλπους, ρόδινα κοχύλια και τα σφυρά
τρέχοντας άφοβα πάνω στο νερό
κι αγκάλες ανοιχτές για το ζευγάρωμα του πόθου.
Κύριος επί υδάτων πολλών,
πάνω σ' αυτό το πέρασμα.

Τότες άκουσα βήματα στα χαλίκια.
Δεν είδα πρόσωπα~ σα γύρισα είχαν φύγει.
Όμως βαριά η φωνή σαν το περπάτημα καματερού,
έμεινε εκεί στις φλέβες τ' ουρανού στο κύλισμα της
θάλασσας
μέσα στα βότσαλα πάλι και πάλι:

"Η γης δεν έχει κρικέλια
για να την πάρουν στον ώμο και να φύγουν
μήτε μπορούν, όσο κι αν είναι διψασμένοι
να γλυκάνουν το πέλαγο με νερό μισό δράμι.
Και τούτα τα κορμιά
πλασμένα από έvα χώμα που δεν ξέρουν,
έχουν ψυχές.
Μαζεύουν σύνεργα για να τις αλλάξουν,
δε Θα μπορέσουν~ μόνο θα τις ξεκάμουν
αν ξεγίνουνται οι ψυχές.
Δεν αργεί να καρπίσει τ' αστάχυ
δε χρειάζεται μακρύ καιρό
για να φουσκώσει της πίκρας το προζύμι,
δε χρειάζεται μακρύ καιρό
το κακό για να σηκώσει το κεφάλι,
κι ο άρρωστος νους που αδειάζει
δε χρειάζεται μακρύ καιρό
για να γεμίσει με την τρέλα,
νήσος τις έστι...".

Φίλοι του άλλου πολέμου,
σ' αυτή την έρημη συννεφιασμένη ακρογιαλιά
σας συλλογίζομαι καθώς γυρίζει η μέρα -
Εκείνοι που έπεσαν πολεμώντας κι εκείνοι που
έπεσαν χρόνια μετά τη μάχη~
εκείνοι που είδαν την αυγή μες απ' την πάχνη
του Θανάτου
ή, μες στην άγρια μοναξιά κάτω από τ' άστρα,
νιώσανε πάνω τους μαβιά μεγάλα
τα μάτια της ολόκληρης καταστροφής~
κι ακόμη εκείνοι που προσεύχουνταν
όταν το φλογισμένο ατσάλι πριόνιζε τα καράβια:
"Κύριε, βόηθα να θυμόμαστε
πως έγινε τούτο το φονικό~
την αρπαγή το δόλο την ιδιοτέλεια,
το στέγνωμα της αγάπης~
Κύριε, βόηθα να τα ξεριζώσουμε...".

-Τώρα καλύτερα να λησμονήσουμε πάνω σε τούτα τα
χαλίκια~
δε φελά να μιλάμε~
τη γνώμη των δυνατών ποιός Θα μπορέσει να τη γυρίσει;
ποιός Θα μπορέσει ν' ακουστεί;
Καθένας χωριστά ονειρεύεται και δεν ακούει το βραχνά
των άλλων.

-Ναι~ όμως ο μαντατοφόρος τρέχει
κι όσο μακρύς κι αν είναι ο δρόμος του, Θα φέρει
σ' αυτούς που γύρευαν ν' αλυσοδέσουν τον Ελλήσποντο
το φοβερό μήνυμα της Σαλαμίνας.

Φωνή Κυρίου επί των υδάτων.
Νήσος τις έστι.

Σαλαμίνα, Kύπρoς, Νοέμβρης '53

Τρίτη 18 Ιουλίου 2017

μη ταράσσης τας ψυχάς ημών...

.. προεξάρχοντα, των αχθοφόρων συνόμιλον· χαμάλμπασην απαράμιλλον. Εγέμισες αηδίας τὰς ψυχὰς ἡμῶν...
 
https://yannisstavrou.blogspot.com

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Γ´ ΣΑΤΙΡΙΚΑ
Ἦχος πλάγιος δ´

Τί σε Κωνσταντῖνε καλέσωμεν; κληρονόμον χαμαλίκας, τῶν βαστάζων ἀρχηγόν, ἀλλακτὴν τοῦ Ἀνανία, ἀηδέστατον μωρόν· φωστῆρα τῆς Καλκούτας διαλάμποντα, χαμάλην τῶν παπάδων προεξάρχοντα, τῶν ἀχθοφόρων συνόμιλον· χαμάλμπασην ἀπαράμιλλον. Ἐγέμισες ἀηδίας τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Τί σε νῦν Ἀνδρέα καλέσωμεν; τῶν παιδίων χαϊδευτὴν ἢ ἀτσαλόγλωσσον αἰσχρόν, τῆς μποτίλιας ἐραστὴν ἢ ῥᾳδιοῦργον φοβερόν· μαντήλαν κεφαλήν σου ἀμπεχόμενον, τσαντίλαν διαρρέουσαν ὡς κόσκινον· εὐφυολόγον ἀνάλατον καὶ βωμολόχον ξετσίπωτον. Ἀλλοίμονον, θὰ κολάσῃς τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Τί σε ὀνομάσω Γρηγόριε; προβατίνες ἐμπολοῦντα μὲ κομμένες τὲς οὐρές, γαϊδουράκια καβαλοῦντα κότες φέροντα πεσκές, σοφράδες καὶ σκαφίδες ἐμπορεύοντα, βδομάδες, μέρες, νύκτες ταξιδεύοντα· ρεκλαματζὴν ἀξιέραστον καὶ χαμπαρτζὴν προθυμότατον. Ἡσύχασε, μὴ ταράσσῃς τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Τί σε Δημητράκη καλέσωμεν; μουσικὸν τῆς καραβάνας, ψάλτην τοῦ γλυκοῦ νεροῦ, ποὺ κοιτάζεις στὸ βιβλίο καὶ τὰ λὲς στὰ κουτουρού· ἰμάμην τῶν Χοτζάδων προεξάρχοντα, χαχάμην τῶν Μποχώρηδων ἐξάρχοντα· ἀμανετζὴν ἠχηρότατον καὶ μπατακτσὴν ὀχληρότατον. Μᾶς λίγωσες ἀπ᾿ τὴ γλύκα τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Τί σε Παναγιώτη καλέσωμεν; κακολόγον τῶν παπάδων, κλειδωτὴν τοῦ παγκαριοῦ, ἀνδραγάτην τῶν ψαλτάδων, κακὴ γλῶσσα τοῦ χωριοῦ· ζητοῦντα τὰ καλὰ καὶ τὰ συμφέροντα, τὰς λέξεις ποὺ δὲν ἔχουν ρῶ προφέροντα...

Κυριακή 16 Ιουλίου 2017

σὰν τὸ σύννεφο ποὺ αλλάζει στὰ νωθρὰ δευτερόλεπτα...

Νυχτώνει και σήμερα. Η αγωνία
λέει πάλι: θα βοσκήσω το μαύρο...
 
https://yannisstavrou.blogspot.com
 
Νίκος Καρούζος
Αίφνης

Αυτὸ ποὺ λέμε όνειρο δὲν ε'ιν᾿ όνειρο
ποὺ η πλατιὰ πραγματικότητα δὲν είναι πραγματική.
Κάπου γελιέμαι μὰ εκεί κιόλας υπάρχω απόλυτα,
σὰν τὸ σύννεφο ποὺ αλλάζει στὰ νωθρὰ δευτερόλεπτα
όντας μονάχα η ακάλεστη μεταμόρφωση.
Κανένα λιοντάρι δὲν παραγνώρισε τὸ θήραμα
καὶ η πάπια δὲν έπαψε νὰ πιπιλίζει τὴ λάσπη·
τὸ χταπόδι βγαίνει απ᾿ τὸ ρηχὸ θαλάμι του μὲ γαλαζόπετρα
στὰ ξέφωτα η τίγρη λησμονιέται ανεπίληπτα.
Νυχτώνει καὶ σήμερα. Η αγωνία
λέει πάλι: θὰ βοσκήσω τὸ μαῦρο.

Παρασκευή 14 Ιουλίου 2017

βρίσκεται εκτός Ιστορίας...

Ο Θεμιστοκλής, μ' ένα διάταγμα που όλοι, επιδοκίμασαν, καταδίκασε σε θάνατο τον διερμηνέα των απεσταλμένων του Ξέρξη, ο οποίος ζήτησε "γην κσι ύδωρ" από τους Αθηναίους, "διότι τόλμησε να χρησιμοποιήσει την ελληνική γλώσσα για να μεταφέρει τις διαταγές ενός βαρβάρου".
Ένας λαός δεν προβαίνει σε παρόμοια κίνηση παρά στην κορυφή της διαδρομής του. Βρίσκεται σε πλήρη παρακμή, βρίσκεται εκτός Ιστορίας από τη στιγμή που δεν πιστεύει πλέον στη γλώσσα του, από τη στιγμή που παύει να την θεωρεί υπέρτατη μορφή έκφρασης, ως τη γλώσσα καθ' εαυτήν.

Εμίλ Σιοράν
Επιλογή από το έργο του "De l'inconvénient d'être né"
(μετ. Αντώνης Καραβασίλης, Εκδ. ΣΤΙΓΜΗ)

https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Ακρόπολη 5.45, λάδι σε καμβά

Πέμπτη 13 Ιουλίου 2017

Εδώ η διαθήκη τέλειωσε...

Πρίγκηπα, πόχεις χάρη ευγενικιά,
να τι έκαμε γι’ αποχαιρετισμό:
Ήπιε απ’ το μπρούσκο μια γερή ρουφιά,
καθώς άφηνε γεια στον κόσμο αυτό...
*  
Prince, gent comme émerillon,
Sachez qu'il fit au départir :
Un trait but de vin morillon,
Quand de ce monde vout partir...


https://yannisstavrou.blogspot.com 

Φρανσουά Βιγιόν
Μπαλάντα του τέλους

Εδώ η διαθήκη τέλειωσε και κλει
του Φρανσουά Βιγιόν του φουκαρά.
Στην κηδεία το ελάτε Χριστιανοί
σαν κτυπήσει η καμπάνα θλιβερά.
Φορέστε άλικα ρούχα μοναχά.
Στου ερώτου τη φωτιά μαρτυρικό
θάνατο ήβρε, τ’ ορκίστη στ’ αχαμνά,
καθώς άφηνε γεια στον κόσμο αυτό.

Και τον πιστεύω, μα το ναι, γιατί
απ’ όλες τις αγάπες του σκληρά
διώχτηκε σαν ψωριάρικο σκυλί.
Σε τόπο που δε βρέθηκε αγκαθιά
ως με το Ρουσιγιόν, όπου γερά
να μην κράτειε ξεσκλίδια απ’ το φτωχό
βρακί του, το ‘πε ο ίδιος στα σωστά,
καθώς άφηνε γεια στον κόσμο αυτό.

Κι έτσι τα ‘φερε η μοίρα του η σκληρή,
στο χαροπάλεμά του μοναχά
μ’ ένα κουρέλι, ο δόλιος, να βρεθεί.
Κι ακόμα ο έρωτας να τον τυραννά
μπήζοντάς του ολοένα πιο βαθιά
το κοπίδι του το φαρμακερό:
Γι’ αυτό κι εμείς θαμάξαμε έτσι δα,
καθώς άφηνε γεια στον κόσμο αυτό.

Πρίγκηπα, πόχεις χάρη ευγενικιά,
να τι έκαμε γι’ αποχαιρετισμό:
Ήπιε απ’ το μπρούσκο μια γερή ρουφιά,
καθώς άφηνε γεια στον κόσμο αυτό.

(μετ. Σπύρος Σκιαδαρέσης)

François Villon
Ballade finale

Ici se clôt le testament
Et finit du pauvre Villon.
Venez à son enterrement,
Quand vous orrez le carillon,
Vêtus rouge com vermillon,
Car en amour mourut martyr :
Ce jura-t-il sur son couillon
Quand de ce monde vout partir.

Et je crois bien que pas n'en ment,
Car chassé fut comme un souillon
De ses amours haineusement,
Tant que, d'ici à Roussillon,
Brosse n'y a ne brossillon
Qui n'eût, ce dit-il sans mentir,
Un lambeau de son cotillon,
Quand de ce monde vout partir.

Il est ainsi et tellement,
Quand mourut n'avoit qu'un haillon ;
Qui plus, en mourant, malement
L'époignoit d'Amour l'aiguillon ;
Plus aigu que le ranguillon
D'un baudrier lui faisoit sentir
(C'est de quoi nous émerveillon)
Quand de ce monde vout partir.

Prince, gent comme émerillon,
Sachez qu'il fit au départir :
Un trait but de vin morillon,
Quand de ce monde vout partir.

Τρίτη 11 Ιουλίου 2017

Ένα ρωμαλέο πνεύμα...

Ένα ρωμαλέο πνεύμα περιέχει, συγκρατεί και διατηρεί σε καλη κατάσταση ό,τι χρειάζεται για να καταστρέφει τις απόψεις του και τα συστήματά του. Είναι πάντα έτοιμο να προσβάλει τα "συναισθήματά" του, να απορρίψει τους "λόγους" του.

Πωλ Βαλερύ
Στοχασμοί, Επιλογή από το έργο του
Μετ. Χαρά Μπανάκου-Καραγκούνη, Εκδ. Στιγμή (σελ. 105)

https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Πεύκα με σύννεφα, λάδι σε καμβά

Δευτέρα 10 Ιουλίου 2017

Και καθώς συνεχίζουμε ζώντας...

Και η μόνη ζωή που έχουμε
Μοιράζεται ανάμεσα
Στην αληθινή και την ψεύτικη...

https://yannisstavrou.blogspot.com
Φερνάντο Πεσσόα
Όλοι εμείς οι ζωντανοί

Όλοι εμείς οι ζωντανοί ξοδεύουμε
Μία ζωή, στο να τη ζούμε,
Μια άλλη, στο να την σκεφτόμαστε.
Και η μόνη ζωή που έχουμε
Μοιράζεται ανάμεσα
Στην αληθινή και την ψεύτικη.
Αλλά ποια είναι η αληθινή
Και ποια είναι η ψεύτικη
Κανένας δεν μπορεί να εξηγήσει.
Και καθώς συνεχίζουμε ζώντας
Η ζωή που σπαταλάμε είναι αυτή
Που είναι καταδικασμένη σε σκέψη.

Κυριακή 9 Ιουλίου 2017

Κύμα το κύμα απ’ τον αγέρα ορμάει και πάλι...

Της πέτρας και της θάλασσας, παιδί της αφρισμένης
τον νου μαγεύεις των παιδιών, κοχύλι του πελάγου...



https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Στο κύμα, λάδι σε καμβά

η ποίηση του Αλκαίου
Κοχύλια του πελάγου 
Παρουσίαση του Απόστολου Σπυράκη
Πηγή: ΣΤΙΓΜΑ ΛΟΓΟΥ

Τα’ χω χαμένα με τη λύσσα των ανέμων
σωστή ανταρσία, κύμα από δω κυλιέται,
κύμα από κει, κι εμείς στη μέση
του μαύρου καραβιού πάμε κι ερχόμαστε,

σε τρικυμία μεγάλη παραδέρνοντας ·
ως τους αρμούς των καταρτιών η πλήμμυρα,
κουρελιασμένα τα πανιά, κι απάνω τους
οι σχισματιές θεόρατες, λασκάρανε
και τα σκοινιά…

Κύμα το κύμα απ’ τον αγέρα ορμάει και πάλι,
πολύ θα μας παιδέψει να τ’ αδειάσομε
κουβά- κουβά, που στο καράβι μέσα μπούκαρε…

Γρηγοράτε να πα ν’ ασφαλιστούμε
σ’ ένα λιμιώνα απανεμιάς ας δράμομε…

Σ’ αυτό τα απόσπασμα από ποίημα του Αλκαίου απεικονίζεται τη μάχη του αρχαίου ανθρώπου με τη φύση όπως συμβαίνει και στο παρακάτω όπου περιγράφονται σκηνές που θυμίζουν την πάλη του Οδυσσέα με τα κύματα:

Φουντάραν όλο το φορτίο, γιατί δεν άντεξε
το σκάφος τέτοιο σάλο στ’ ανοιχτά που πλέανε ·

κύμα βουερό χίμηξε απάνω και το χτύπησε
και με την άγρια τρικυμία και το δρολάπι
δεν μπορεί τώρα να τα βάλει, πάρα σ’ άφαντες
ξέρες έπεσε απάνω κι έγινε κομμάτια…

Η αγάπη του ποιητή για το θαλασσινό στοιχείο φαίνεται και στο παρακάτω κομμάτι που σώθηκε μέσα στη φθορά των αιώνων:

Της πέτρας και της θάλασσας, παιδί της αφρισμένης
τον νου μαγεύεις των παιδιών, κοχύλι του πελάγου.

Όμως δεν ήταν μόνο η θάλασσα που συγκινούσε τον Αλκαίο, στο "Τραγούδι του Έβρου" περιγράφει με απαράμιλλη ζωντάνια το ποτάμι που κατά τους μελετητές θα πρέπει να είχε δει από κοντά σε κάποιο από τα ταξίδι του:

Έβρο, είσαι το ομορφότερο ποτάμι,
όπως χύνεσαι περνώντας τον Αίμο στην πορφυρένια θάλασσα,
μες στη θρακιώτικη κατεβασιά σου με λαμπρούς
κρουνούς αφρίζοντας,

πάρα πολλές παρθένες και σε σένα τρέχουνε,
το δέρμα των χυτών μηριών τους με απαλότατα
δάχτυλα να δροσίσουν τα δικά σου απάνω τους
σαν λάδι μαλακά
νερά σου χύνοντας.
Σ’ αυτό εδώ το σπάραγμα μιλά για κάποια άγνωστα πουλιά που αντίκρισε και του προκάλεσαν εντύπωση φοβερή:

Τι πουλιά είναι αυτά που από του ωκεανού φτάσαν τα πέρατα,
με παρδαλές τις τραχηλιές κοκκινοπούλια ανοιχτοφτέρουγα;

Από τα λίγα στοιχεία που μας έχουν σωθεί γνωρίζουμε ότι ο ποιητής έζησε στη Λέσβο σε μια εποχή κατά την οποία το νησί διένυε περίοδο ακμής, γεγονόςπου εξηγεί και την εμφάνιση ποιητών όπως ο Τέρπανδρος και ο Αρίων και κατόπιν ο Αλκαίος και η Σαπφώ που φαίνεται ότι έζησαν το ίδιο χρονικό διάστημα, μάλιστα σώζεται κι ένα ποίημα με έναν διάλογο ανάμεσά τους. Οι κάτοικοι των νησιών του Αιγαίου, ειδικά αυτών που είναι πολύ κοντά στη Μικρά Ασία, είχαν από πάντα στενές επαφές με τους πολιτισμούς που αναπτύχθηκαν στην Ανατολή και αποτέλεσαν την κοιτίδα του παγκόσμιου πολιτισμού. Η περίοδος δημιουργίας του Αλκαίου σφραγίστηκε από τους κοινωνικούς αγώνες που έλαβαν χώρα στο νησί της Λέσβου και ο ποιητής εξαιτίας της αριστοκρατικής καταγωγής του βρέθηκε στο επίκεντρο της διαπάλης του εξελίχθηκε. Αναγκάστηκε να ζήσει για χρόνια στην εξορία υπηρετώντας όπως και ο Αρχίλοχος ως μισθοφόρος και το πολεμικό στοιχείο είναι έντονο στα λεγόμενα "στασιωτικά" του ποιήματα όπως "Η αίθουσα των όπλων" που φέρνει στο νου ομηρικές περιγραφές:

Το μέγα δώμα αστράφτει από το χάλκωμα
κι είν΄ όλη καταστόλιστη ως απάνω η στέγη,
έτοιμη για τη μάχη, με τα κράνη ολόλαμπρα
απ’ τα λοφία στην κορφή ολόλευκες
τις αλογίσιες φούντες νεύοντας,
της κεφαλής τ’ αντρός αγλάισμα, κι ολόγυρα
ριγμένα στους πασσάλους να τους κρύβουν χάλκινα
γυαλιστερά αντικνήμια, της πικρής σαγίτας η άμυνα.
Ντυμένοι με λινάρι της χρονιάς οι θώρακες
κι οι κουφωτές ασπίδες καταγής σωρεύονται
εκεί χαλκιδικά σπαθιά, εκεί πάμπολλα
κοντά αναζώσματα, αλαφροί χιτώνες.
Να τ’ αντιβλέψεις δε μπορείς, αφού όλοι είμαστε
Ξεσηκωμένοι τώρα επί ποδός πολέμου.

Καλωσορίζοντας τον αδερφό του Αντιμενίδα,  που επέστρεφε από ταξίδι μακρινό όπου είχε πάει να ενισχύσει τον θρυλικό βασιλιά της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορα στις εκστρατείες που κατέληξαν στην αιχμαλωσία της Ιερουσαλήμ τον Μάρτιο του 597 π.Χ., ο ποιητής έγραψε:

Από της γης τα πέρατα ήρθες, φιλντισένια
λαβή χρυσόδετη είχε το ξίφος σου…
Πολεμώντας με τους Βαβυλωνίους που ΄ναι τα σπίτια τους
με τετραπίθαμα λιθάρια στεγασμένα·
μεγάλη αντραγαθία εκεί αντραγάθησες,
πολεμιστή θεόρατον σκοτώνοντας
που μια παλάμη τού ΄λειπε για να ΄χει
πέντε βασιλικούς πήχες παράστημα.

Για τον Αλκαίο που πήρε μέρος σε μάχες φονικές και ήξερε από πόλεμο αυτό που προστατεύει μια πόλη δεν είναι τα τείχη της:

Ούτε κάστρα καλόχτιστα, ούτε κάστρων
αγκωνάρια καλά αρμολογημένα,
στενά για τα καρτέρια ή τα καρνάγια
της πολιτείας, μον’ άντρες της χρειάζονται
παραστάτες της να ΄ναι χεροδύναμοι.

Ήξερε όμως ο ποιητής πώς ν’ αντιμετωπίζει τις κακοτυχίες της ζωής, για παράδειγμα τον χειμώνα που έπεφτε δριμύς εκείνα τα χρόνια :

Ο Δίας βρέχει, βαρυχειμωνιά στα ουράνια,
κρούσταλλα των νερών τα κατεβάσματα
… εδώ κι εκεί

Βάλε τον κάτω το χειμώνα, σώριασε
ξύλα στη φωτιά, κι άσε να τρέξει αλόγιστα
μελί κρασί στις κούπες, κι έτσι ανάλαφρα
στα μαξιλάρια το κεφάλι ανάγειρε.

Κι όσο για το καλοκαίρι που βασάνιζε από την αρχαιότητα τους ανθρώπους αυτού εδώ του τόπου,  ειδικά την εποχή των κυνικών καυμάτων, ο Αλκαίος έχει τη λύση:

Μούσκεψε τα πνευμόνια σου με κρασί,
τώρα που πήγε ψηλά το αστέρι,
και η εποχή είναι σκληρή, κι όλα διψούν μες τη κάψα…
όταν απλώνεται το φλογερό καλοκαίρι και ξεραίνει ένα γύρο τα πάντα…
ο χρυσός θάμνος ανθεί ·
τώρα οι γυναίκες είναι χειρότερα παρά ποτέ,
και οι άντρες αδύναμοι,
γιατί ο Σείριος τους στραγγίζει κεφάλια και γόνατα…
Ας πίνομε, γιατί κι ο Σείριος τώρα μεσουράνησε.

Σάββατο 8 Ιουλίου 2017

Ο τροχός...

Κι όταν τους φράχτες ξέχειλους από λουλούδια δούμε,
Λέμε πως του χειμώνα η εποχή δεν έχει ταίρι...

*
And when abounding hedges ring
Declare that winter's best of all...


https://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Λεύκες στον Λαγκαδά, λάδι σε καμβά

Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς
Ο Τροχός

Μέσα στο καταχείμωνο την άνοιξη ποθούμε,
Κι όταν ειν' άνοιξη εμείς ζητούμε καλοκαίρι,
Κι όταν τους φράχτες ξέχειλους από λουλούδια δούμε,
Λέμε πως του χειμώνα η εποχή δεν έχει ταίρι·
Κι ύστερα τίποτα' άλλο δε μας φαίνεται καλό·
Η εποχή της άνοιξης να που μας λείπει πάλι -
Δεν ξέρουμε πως ο,τι ενοχλεί το αίμα το ζεστό
Είναι μονάχα ο πόθος για του τάφου την αγκάλη.

(μετ. Σπ. Ηλιόπουλος)

William Butler Yeats
The Wheel

THROUGH winter-time we call on spring,
And through the spring on summer call,
And when abounding hedges ring
Declare that winter's best of all;
And after that there s nothing good
Because the spring-time has not come --
Nor know that what disturbs our blood
Is but its longing for the tomb.