η κόλαση και η δόξα μας δίνονται
είναι αυτή τη στιγμή εδώ, στο Μπουένος Άιρες
αυτή την πόλη που για το ξένο του όνειρού μου
—τον ξένο που ήμουν κάτω από άλλα άστρα—
είναι μια συνέχεια από αβέβαιες εικόνες
πλασμένες για τη λήθη.
Χόρχε Λουίς Μπόρχες
Χόρχε Λουίς Μπόρχες
Ποιητική τέχνη
«Να σκύβεις πάνω στο ποτάμι, που είναι από χρόνο και νερό.
Και να λες πως ο χρόνος είναι κι αυτός με τη σειρά του ένα ποτάμι,
Αφού χανόμαστε σαν το ποτάμι που χάνεται
Και περνά ένα πρόσωπο σαν περαστικό νερό.»
«Να δοκιμάζεις την αγρύπνια σαν έναν άλλο ύπνο
Που ονειρεύεται χωρίς όνειρα και πως ο θάνατος
Που φοβάται το σώμα είναι αυτός ο ίδιος ο θάνατος
Της μιας και της άλλης νύχτας που ονομάζουμε ύπνο.»
«Να βρίσκεις μέσα στη μέρα ή τη χρονιά ένα σύμβολο
Κάθε μέρας, κάθε μήνα του ανθρώπου ή κι όλων του των χρόνων
Και ωστόσο να πλάθεις από την προσβολή των χρόνων
Μια μουσική, μια βουή, ένα σύμβολο»
«Μέσα στο θάνατο να βλέπεις τον ύπνο· μέσα στο ηλιοβασίλεμα
Να βλέπεις ένα πένθιμο χρυσάφι: τέτοια και η ποίηση,
Που είναι αθάνατη και φτωχή. Η ποίηση
Που ξανάρχεται σαν την αυγή και σαν τη δύση…»
(μετ. Πέτρος Παπαδόπουλος)
Ύμνος στη θάλασσα
(απόσπασμα)
Έναν ύμνο λαχτάρησα στη θάλασσα σε ρυθμούς απλωμένους σαν τις κραυγές των
κυμάτων˙
στη θάλασσα όταν ο Ήλιος στα νερά της σαν κατακόκκινη σημαία κυματίζει·
στη θάλασσα όταν φιλά τα χρυσαφένια στήθη των παρθένων ακτών που καρτερούν
διψασμένες˙
στη θάλασσα καθώς ουρλιάζουν οι ορδές της κι εξακοντίζουν οι άνεμοι τις βλαστήμιες τους˙
όταν αστράφτει μέσα στ' ατσάλινο νερό η λαμπερή και αιμόφυρτη σελήνη˙
στη θάλασσα όταν πάνω της διαχέει την απροσμέτρητη πίκρα του το Κύπελλο των
Άστρων.
Σήμερα κατηφόρισα απ' το βουνό στην κοιλάδα
κι απ' την κοιλάδα στη θάλασσα.
Ο δρόμος τράβαγε μακρύς όσο κρατάει ένα φιλί.
Οι μυγδαλιές σκορπούσαν τις γαλανές σκιές των κορυφών τους
πάνω στο μονοπάτι
και στην κορφή της κοιλάδας,
ο ήλιος τινάζει τις ολόχρυσες Γολκόνδες του στο γλαυκό σου δάσος:
Θάλασσα!
Μητέρα, Αδελφή, Ερωμένη...!
Μπαίνω μες στους απέραντους κήπους των νερών σου και κολυμπώ μακριά από τη
στεριά.
Τα κύματα έρχονται, με τους εύθραυστους θυσάνους των αφρών και χάνονται μες
στη βουή.
Προς την ακτή.
Με τις κοκκινωπές βουνοκορφές της
με τα γεωμετρικά της σπίτια
με τις φοινικιές της, έρμαια του ανέμου
που τώρα έχουν γίνει πελιδνά και παράλογα
σαν αποκρυσταλλωμένες μνήμες!
(μετ. Δημήτρης Καλοκύρης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου