t


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

Σχόλια γύρω από τη ζωγραφική, την τέχνη, τη σύγχρονη σκέψη


Οι επισκέπτες του δικτυακού μας τόπου θα γνωρίσουν νέες πτυχές του ελληνικού τοπίου. Θα έρθουν σε επαφή με τις καλές τέχνες, κυρίως με τη ζωγραφική & τους ζωγράφους, τους έλληνες ζωγράφους, με τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής μας...


Αναδεικνύοντας την ολιστική σημασία του ελληνικού τοπίου, την αδιάσπαστη ενότητα της μυθικής του εικόνας με την τέχνη, τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία και την ποίηση, τη σύγχρονη σκέψη...
-----
καράβια, ζωγραφικη, τοπια, ζωγραφοι, σχολια, ελληνες ζωγραφοι, λογοτεχνια, συγχρονοι ζωγραφοι, σκεψη, θαλασσογραφίες


Κυριακή 11 Μαΐου 2014

Η σελήνη έχει τη μνήμη της χαμένη...

Κάθε λάμπα του δρόμου που περνάω
Χτυπάει σαν ταμπούρλο μοιρολατρικό,
Και μέσα από του σκότους τα διαστήματα
Μεσάνυχτα τραντάζουνε τη θύμηση
Ως ο παράφρονας τραντάζει ένα γεράνι πια νεκρό...


http://yannisstavrou.blogspot.com
Γιάννης Σταύρου, Στο φως της σελήνης, λάδι σε καμβά

Τ.Σ. Έλιοτ
Ραψωδία σε μια νύχτα του αέρα

Η ώρα δώδεκα.
Μέχρι όπου εκτείνεται ο δρόμος
Μέσα σε μία σύνθεση σεληνιακή,
Ψιθυρίζοντας οι επικλήσεις της σελήνης
Διαλύουν τα πατώματα της μνήμης
Και όλες τις σαφείς της συσχετίσεις,
Τις διακρίσεις της και τις διευκρινίσεις.
Κάθε λάμπα του δρόμου που περνάω
Χτυπάει σαν ταμπούρλο μοιρολατρικό,
Και μέσα από του σκότους τα διαστήματα
Μεσάνυχτα τραντάζουνε τη θύμηση
Ως ο παράφρονας τραντάζει ένα γεράνι πια νεκρό.

Μισή ώρα μετά από τη μία,
Του δρόμου η λάμπα τραύλισε,
Του δρόμου η λάμπα ψέλλισε,
Του δρόμου η λάμπα είπε, "Πρόσεξε εκείνη τη γυναίκα
Που διστάζει προς το μέρος σου στο φως της πόρτας
Το οποίο ανοίγεται επάνω της σα γέλιου μορφασμός.
Βλέπεις που η άκρη απ' το φουστάνι της
Είναι σκισμένη και λερωμένη από άμμο,
Και βλέπεις που η γωνία του ματιού της
Στρίβει σα μια καρφίτσα αγκιστρωτή."

Η θύμηση ξεκάρφωτα ξερνάει
Έναν σωρό αντικείμενα στρεβλά•
Ένα κλαδί πού 'χει στραβώσει στο γιαλό
Λείο γιατί έχει φαγωθεί, και γυαλισμένο
Λες και παρέδωσε ο κόσμος
Το μυστικό του σκελετού του,
Δύσκαμπτο και λευκό.
Ένα σπασμένο ελατήριο σε φάμπρικας αυλή,
Σκουριά σφιγμένη επάνω στο καλούπι που η δύναμη το άφησε
Τραχύ και κυρτωμένο κι έτοιμο να καμφθεί.

Δύο και μισή,
Του δρόμου η λάμπα είπε,
"Δες τη γάτα που αρπάζεται από την υδρορροή,
Βγάζει τη γλώσσα έξω
και χάφτει μια μπουκιά βούτυρο ξινισμένο."
Έτσι το χέρι του παιδιού, αυτόματα,
Δραπέτευσε και τσέπωσε ένα παιχνίδι που έτρεχε στην προκυμαία πάνω-κάτω.
Δεν μπόρεσα τίποτα να δω πίσω απ' το μάτι εκείνου του παιδιού.
Έχω δει μάτια μες στο δρόμο
Να προσπαθούν να περιεργαστούν πίσω από φωτεινά παραθυρόφυλλα,
Κι ένα καβούρι ένα απόγευμα σε μια λιμνούλα,
Ένα γερο-καβούρι με πεταλίδες ολόγυρα στην πλάτη,
Άρπαξε την άκρια μιας βέργας που του έτεινα.
Τρεις και μισή,
Του δρόμου η λάμπα τραύλισε,
Του δρόμου η λάμπα ψέλλισε στα σκοτεινά,
Του δρόμου η λάμπα έψαλλε σιγά:
"Κοίταξε τη σελήνη,
La lune ne garde aucune rancune,  
Αυτή κλείνει το μάτι αμυδρά,
Αυτή χαμογελάει στις γωνίες.
Αυτή λειαίνει της χλόης τα μαλλιά.
Η σελήνη έχει τη μνήμη της χαμένη.
Μια ξεπλυμένη ανεμοβλογιά σπάζει το πρόσωπο της,
Το χέρι της στρίβει ένα χαρτένιο τριαντάφυλλο,
Πού 'χει τη μυρωδιά από σκόνη και eau de Cologne,
Αυτή είναι μόνη
Με όλες τις αρχαίες μυρωδιές από νοτούρνα
Που διασταυρώνονται και διαπερνούνε το κεφάλι της."
Η ενθύμηση έρχεται
Από ανήλιαγα ξερά γεράνια
Και σκόνη μέσα σε ρωγμές,
Οσμές από τα κάστανα στους δρόμους,
Και γυναικείες μυρωδιές σε σφαλιστά δωμάτια,
Και τα τσιγάρα σε διαδρόμους
Και μυρωδιές από κοκτέιλ μες στα μπαρ.

Του δρόμου η λάμπα μίλησε,
"Η ώρα τέσσερις,
Να ο αριθμός πάνω στην πόρτα.
Μνήμη!
Εσύ έχεις το κλειδί,
Η μικρούλα λάμπα χύνει ένα δαχτυλίδι στα σκαλιά.
Ανέβα.
Το σκέπασμα του κρεβατιού είν' ανοιχτό• η οδοντόβουρτσά σου κρέμεται στον τοίχο,
Βάλ' τα παπούτσια σου στην πόρτα, κοιμήσου, προετοιμάσου για ζωή."

Η τελευταία του μαχαιριού η συστροφή.

(μετ. Μαρία Θεοφιλάκου)

T.S. Eliot
Rhapsody on a Windy Night

Twelve o'clock.
Along the reaches of the street
Held in a lunar synthesis,
Whispering lunar incantations
Dissolve the floors of memory
And all its clear relations,
Its divisions and precisions,
Every street lamp that I pass
Beats like a fatalistic drum,
And through the spaces of the dark
Midnight shakes the memory
As a madman shakes a dead geranium.

Half-past one,
The street lamp sputtered,
The street lamp muttered,
The street lamp said, "Regard that woman
Who hesitates towards you in the light of the door
Which opens on her like a grin.
You see the border of her dress
Is torn and stained with sand,
And you see the corner of her eye
Twists like a crooked pin."

The memory throws up high and dry
A crowd of twisted things;
A twisted branch upon the beach
Eaten smooth, and polished
As if the world gave up
The secret of its skeleton,
Stiff and white.
A broken spring in a factory yard,
Rust that clings to the form that the strength has left
Hard and curled and ready to snap.

Half-past two,
The street lamp said,
"Remark the cat which flattens itself in the gutter,
Slips out its tongue
And devours a morsel of rancid butter."
So the hand of a child, automatic,
Slipped out and pocketed a toy that was running along the quay.
I could see nothing behind that child's eye.
I have seen eyes in the street
Trying to peer through lighted shutters,
And a crab one afternoon in a pool,
An old crab with barnacles on his back,
Gripped the end of a stick which I held him.

Half-past three,
The lamp sputtered,
The lamp muttered in the dark.

The lamp hummed:
"Regard the moon,
La lune ne garde aucune rancune,
She winks a feeble eye,
She smiles into corners.
She smoothes the hair of the grass.
The moon has lost her memory.
A washed-out smallpox cracks her face,
Her hand twists a paper rose,
That smells of dust and old Cologne,
She is alone
With all the old nocturnal smells
That cross and cross across her brain."
The reminiscence comes
Of sunless dry geraniums
And dust in crevices,
Smells of chestnuts in the streets,
And female smells in shuttered rooms,
And cigarettes in corridors
And cocktail smells in bars."

The lamp said,
"Four o'clock,
Here is the number on the door.
Memory!
You have the key,
The little lamp spreads a ring on the stair,
Mount.
The bed is open; the tooth-brush hangs on the wall,
Put your shoes at the door, sleep, prepare for life."

The last twist of the knife. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: