Γιάννης Σταύρου, Φθινοπωρινή σύνθεση, λάδι σε καμβάΑπό συνέντευξη του Γιάννη Σταύρου στον συλλέκτη Βασίλη Κέκκερη (Μικρή Πινακοθήκη Κομοτηνής) με αφορμή έκθεση του στην ακριτική Αλεξανδρούπολη τον Ιούνιο του 2004:
___________________________________________________
"Τα έργα μας είναι αδύνατα, τα μυαλά μας κουρασμένα, πάμε πάρα πολύ στην ταβέρνα, πίνουμε πολλά ποτά, δεν ασκητεύουμε…"
Λέει τα πράγματα με τ’ όνομά τους, τιμά τον χώρο της Βόρειας Ελλάδας, άνθρωπος της διανόησης αλλά και της ζωής ισορροπεί σ΄ ένα κόσμο πραγματικό κάνοντας κριτική στον χώρο του και σε όλο το δήθεν σύστημα που τον περιβάλλει.
Ο ζωγράφος Γιάννης Σταύρου είναι ένας φιλοσοφημένος άνθρωπος, που αγωνίζεται καθημερινά για να υπηρετεί την ποιοτική στόχευση που έχει βάλει ως μπούσουλα στην ζωή του, να παιδεύει το μυαλό και το χέρι να δημιουργεί πράγματα, να έχει ιδέες, να μελετά τάσεις και φιλοσοφικά ρεύματα της εποχής.
Τον βρήκαμε να μελετά ένα Γιαπωνέζο συγγραφέα, να κάνει κριτική για την “χαλαρή” τέχνη που βγαίνει ως προϊόν ευκολίας, να υπεραμύνεται των αρχών του σαν αληθινός καλλιτέχνης. Η συνέντευξη που ακολουθεί είναι προϊόν συνεργασίας του εικαστικού μας συνεργάτη Βασίλη Κέκερη, ο οποίος τον γνωρίζει προσωπικά και αποτυπώνει τον άνθρωπο και τον ζωγράφο που έχεινα πει πολλά με την δύναμη του λόγου του και όσα ακτινοβολεί το ίδιο το έργο του που εκτίθεται σε γκαλερί της Αλεξανδρούπολης στην έκθεση με τον γενικό τίτλο “Θάλασσες”.
Γεννημένος στην Θεσσαλονίκη από πατέρα Χιώτη και μητέρα Μικρασιάτισα που ήλκε την καταγωγή από την Μυτιλήνη, σπούδασε πρώτα γλυπτική και μετά ζωγραφική – κατά τα λεγόμενα του, «σαν παιδί ζωγράφισε με πίστη και πάθος περισσότερο απ΄ ότι τώρα σαν επαγγελματίας και ποτέ δεν έπαψε να έχει ενδιαφέρον για τις τέχνες». Στο έργο του αποτυπώνεται αυτή η λατρεία για την Θεσσαλονίκη, τα χρώματα του βορρά, οι ομίχλες, η κοσμοπολίτικη άποψη της αρχιτεκτονικής, οι άνθρωποί της, το λιμάνι – στοιχεία που δημιούργησαν την βάση του εικαστικού του ορίζοντα.
“Σε μια εποχή που ο χρόνος και το χρήμα έχουν τόσο μεγάλη αξία, που η ωφελιμιστική θεώρηση των πάντων φτάνει στα όρια της εθνικής μανίας ελάχιστος χρόνος απομένει για τα ανήσυχα πνεύματα και το καλλιτεχνικό έργο. Το τελευταίο αντίθετα μισήθηκε - ολόκληροι τόμοι και βιβλιοθήκες έχουν γίνει για να προτείνουν και να επιβάλλουν στην συνέχεια πράγματα φτιαγμένα για αμόρφωτους νεόπλουτους του αιώνα μας, όπου μόνο η τιμή καθορίζει την αξία του έργου.
Εκεί ο κοκοτισμός των δημοσίων σχέσεων έρχεται να βιάσει και να υποκλέψει την προτεραιότητα, την ιεράρχηση των αξιών να παραχαράξει την ιστορία και να υποκαταστήσει το πραγματικό με το ψευδεπίγραφο. Να υποβιβάσει ως πεπερασμένα πράγματα την αληθινή καλλιτεχνική δημιουργία αυτή την θαυμαστή ικανότητα του ανθρώπου που για να συμβεί απαιτεί ταλέντο, πολλή δουλειά, αυταπάρνηση, αλήθεια και αγάπη”, όπως επιμένει ο Γιάννης Σταύρου.
Στην έκθεση μιλούσε με όλους όσους τον πλησίαζαν. Ένας ισορροπημένος καλλιτέχνης που όσο μιλάς μαζί του τρυγάς χυμούς γνώσης και ανακαλύπτεις το μεγαλείο του, που μετά εκφράζεται με λιτές γραμμές πάνω στο τελάρο. Έχω την αίσθηση ότι σπανίζουν τέτοιοι άνθρωποι στην εποχή μας ή τουλάχιστον δεν τους δίνεται βήμα να ακουστούν.
Κάπως έτσι ξεκίνησε η συζήτηση με αφορμή ένα βιβλίο του.
“Θέλω να σας χαρίσω ένα βιβλίο που έχω κάποια κείμενα γιατί πιστεύω ότι ο ζωγράφος πέρα από ζωγράφος πρέπει να παιδεύεται, να μορφώνεται - αυτό δεν σημαίνει ότι τον κάνει καλύτερο ζωγράφο, αλλά τουλάχιστον μπορεί να υπερασπιστεί κάποιες θέσεις, τον εαυτό του σαν άνθρωπος. Θα σας δώσω μια έκδοση που έκανα με αφορμή κάποια έκθεση και υπάρχει μια μεγάλη αναφορά για το πώς αντιλαμβάνομαι εγώ τουλάχιστον την έννοια του έργου τέχνης και περίπου είναι αυτά που είπα πριν.
Πιστεύω ότι δεν υστερούμε σαν εποχή αλλά έχουμε νοηματοδοτήσει περισσότερο την ζωγραφική και δεν έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα που είχαν άλλες εποχές. Πράγματι, ζούμε μια εποχή που δεν έχουμε μια σχολή, έστω και αυτήν την σχολή που υποτίθεται ότι πολέμησε τον κλασικισμό, τους ιμπρεσιονιστές. Δεν έχουμε ένα καθαρό κίνημα - και χωρίς αυτό να σημαίνει ότι περιμένω κινήματα από την ζωγραφική, αλλά περιμένω εξάρσεις, περιμένω τους καλλιτέχνες με περισσότερο δυναμισμό και αντί να αναλώνονται στα εγκαίνια και στις συνεντεύξεις να αναλώνονται στο γυμναστήριο, να παιδεύονται.
Παίδεμα σημαίνει ότι ο Τσαρούχης έστω στα 70 του πήγε για μια ακόμα φορά στα μουσεία να μελετήσει Μπερμέρ - αυτό το είδα και στο έργο του - φάνηκε μια ευαισθησία που ξανά επανέρχεται. Ο ζωγράφος θα έπρεπε να έχει μια γενικότερη παιδεία και όχι μόνο αυτή της ζωγραφικής. Τότε θα βλέπαμε πλουσιότερο έργο, δηλαδή δεν μπορείς να υποστηρίζεις ότι απλά έχω ταλέντο και είμαι καλλιτέχνης και τα κατέχω όλα.
Και η λογοτεχνία προσθέτει στην ζωγραφική, και οι τέχνες οι υπόλοιπες, και το θέατρο, και το σινεμά. Το σινεμά εμένα μου έχει δώσει πάρα πολλά δεν το αρνούμαι, μπορεί να θεωρηθεί μειωτικό αλλά ό,τι έχει διαστάσεις σήμερα τις έχω αντιληφθεί παιδιόθεν μέσα από τις 30 μοίρες ύψος και 160 πλάτος- κάτι που μόνο ο κινηματογραφικός φακός τις είδε και σήμερα εγώ τις χειρίζομαι και τις χειρίζομαι απόλυτα.
Θα δείτε δηλαδή διαστάσεις που είναι αναλογικές που 20 εκατοστά επί 120 εκατοστά είναι αυτό που μπορεί και φτάνει μέχρι 30 με 32 πόντους σε ύψος – αυτό που μπορεί να συλλάβει το ανθρώπινο μάτι όταν κοιτάμε τον ορίζοντα. Αυτό βέβαια δεν προσδιορίζει ότι όλα τα θέματα μας θα κινούνται σε αυτό το μέγεθος γιατί η τέχνη δεν ακολουθεί την τεχνολογία και την ιατρική - αυτό που λέω είναι επιστημονικός λίγο όρος, και λίγο ιατρικός.
Αλλά αυτό που θα επιμείνω είναι ότι ζούμε μία εποχή που προηγείται, ή τουλάχιστον έτσι δείχνει, η τεχνολογική επιστήμη, βλέπουμε θαύματα γύρω μας, δηλαδή έχουμε ένα κινητό τηλέφωνο, λέω το απλούστερο που είναι σε χρήση, που το 1980 ακόμα ανήκε στην φαντασία μας, αλλά στην ζωγραφική, στην μουσική, στο θέατρο και στο σινεμά, βλέπω κάποια καθυστέρηση. Βέβαια, πιστεύω ότι δεν τελειώνει ποτέ η ζωή, παίρνει μία ανάσα ο κόσμος και ξανασυνεχίζει, αλλά όταν το ζεις, όταν είσαι σε μία μέση ηλικία που αντιλαμβάνεσαι τι συμβαίνει στο περιβάλλον σου, πραγματικά θα προτιμούσα - θα προτιμούσαμε να ανήκουμε σε καλύτερες περιόδους. Τουλάχιστον όσοι είμαστε καλλιτέχνες.”
Ποια είναι η ποιότητα των καλλιτεχνών, υπάρχει τέτοια;
Ήθελα πράγματι να μπορούσα να πω, ξέρεις κάτι, γνώρισα αξιόλογους και μεγάλους ζωγράφους. Γνώρισα τέτοιους αλλά είναι πάρα πολύ λίγοι και είμαστε όλοι ασθενικοί… Τα έργα μας είναι αδύνατα, τα μυαλά μας κουρασμένα, πάμε πάρα πολύ στην ταβέρνα, πίνουμε πολλά ποτά, δεν ασκητεύουμε. Έχουμε δημιουργήσει και αντιθεωρήματα ότι ο ασκητισμός δεν προσφέρει, αλλά θα απαντούσα σε αυτούς που το υποστηρίζουν ότι σίγουρα δεν προσφέρει την καλοπέραση.
Το έργο τέχνης γεννιέται από προβληματισμό πραγματικό, όχι νοητικό. Υποφέρει ο καλλιτέχνης ο πραγματικός και έχει τότε την πίστη, έχει την ανάγκη να κάτσει και να δοθεί σε μία μάχη, σ’ ένα αγώνα. Μόνο τότε ο άνθρωπος είναι πραγματικός. Και κατά αυτό λέω, ξέρετε υπάρχουν και τα οξύμωρα. Σήμερα όμως πουλάει η ζωγραφική, ενώ όλα δείχνουν να είναι σε κάποια ύφεση. Όταν ήταν σε έξαρση, δεν πούλαγε κι αυτό δεν αφορά την Ελλάδα.
Μπορώ να πω ότι η Ελλάδα είναι από τις “καλές αγορές”. Δείτε αυτή την στιγμή είναι Ιούνιος, έχουμε 30 βαθμούς έξω, ιδρώνουμε αυτή την στιγμή που μιλάμε, αλλά υπάρχει κόσμος που θ’ αγοράσει τέχνη. Δεν ξέρω αν είναι πραγματικά φιλότεχνος, ή αν είναι κατανάλωση της εποχής. Γιατί κρίση στην κατανάλωση περνούν και τα όπλα. Ο ανταγωνισμός είναι και μεταξύ των όπλων, επειδή υπάρχει ένα ιστορικό, ποιος έχει καλύτερο όπλο, εγώ έχω ένα Φασιανό καλύτερο από του φίλου μας ή Μυταρά και δεν λέω για κατηγορίες, είναι όλοι αξιόλογοι. Οι πιο αξιόλογοι που υπάρχουν, ίσως υπάρχουν και πιο αξιόλογοι που δυστυχώς λόγω χαρακτήρος ή και κακής τύχης, χάνονται.
Θα πάτε να δείτε τα έργα του Πικάσο στην Άνδρο;
Ελπίζω να μπορώ να πάω, παρόλο που έχω αρχίσει να είμαι του “αμετακίνητου βίου” με την έννοια ότι ταξίδεψα μικρός πολύ, ένιωσα την έννοια του ταξιδιού τότε πολύ έντονα. Δεν ξέρω αν θα πήγαινα να δω τον Πικάσο στην Άνδρο, οπωσδήποτε θα πήγαινα με μεγαλύτερη χαρά από το να τον δω σε ένα ξένο μουσείο όπου οι ουρές για εμένα πλέον είναι κουραστικές. Δεν θα καθόμουν να δω ένα μεγάλο έργο τέχνης πια, περιμένοντας τρεις ημέρες σε ουρά… Η κοινωνία εκεί με έχει καταβάλλει. Έχουν άλλοι προτεραιότητα, εγώ έχω ζήσει, έχω δει πράγματα, έχω μελετήσει μέσα από τα βιβλία, η νόησή μου με βοηθάει και στα έργα τέχνης και στο ταξίδι να συμμετέχω στα πράγματα χωρίς να τα πλησιάζω πάντα ως σώμα.
Η τέχνη είναι κομμάτι της ζωής μας; Ή θα πρέπει να είναι;
Η τέχνη σαφέστατα είναι ένα κομμάτι στην ζωή μας. Η μεγάλη προσωπικότητα κατακυρώνει πολλές φορές και πράγματα τα οποία είναι υπό αμφισβήτηση. Και αυτό είναι κάτι που δεν αναστέλλεται και μάλιστα κατ’ εμέ ούτε πρέπει να ανασταλεί. Ήταν ο πρόλογος που έκανα για τον Ρένο Αποστολίδη πριν πεθάνει, στις 18 Δεκεμβρίου. Πιστεύω χωρίς να είμαι αναλυτής και κριτικός της λογοτεχνίας, ότι ο Ρένος ήταν ένας δυσνόητος άνθρωπος λογοτεχνικά, αναγνωρίζοντας όμως ότι πράγματι διαθέτει μια τέτοια προσωπικότητα που μαζεύει ένα κόσμο, ένα κοινό, που πολύ πιο εύκολα κατακυρώνει το έργο του και αυτό το δυσνόητο που λέμε - και το οποίο μπορεί να το αντιληφθούμε μεθαύριο - βάσει αυτής της προσωπικότητας.
Και είπα αυτό - γιατί με είχε κύριο, πρώτο ομιλητή - είπα ότι ο Ρένος είναι ένας άνθρωπος πιο γνωστός από το έργο του, γιατί πιστεύω ότι στον χώρο όσοι βρισκόμαστε, πολλοί λίγοι έχουν διαβάσει την ιστορία του. Και μετά μου λέει στο καφενείο, γιατί το είπες αυτό, δεν μου άρεσε. Γιατί είναι μια πραγματικότητα. Δεν είπα κάτι κακό, είπα κάτι που μέσα στα δυσνόητα που εσύ λες, ήρθε ως κάτι διαφορετικό. Ήταν πράγματι μία δυναμική προσωπικότητα.
Πιστεύετε ότι υπάρχει υπερπληθώρα έργων τέχνης;
Δεν μπορούμε να το κρίνουμε εύκολα γιατί υπάρχει τόσο έργο τέχνης, τόση λογοτεχνία, τόση ζωγραφική - η δημοκρατία είναι το φυσικό επόμενο. Διαβάζω τον Νακαγκάμι, είναι ένας αναρχικός, ας το πω έτσι, Ιάπωνας λογοτέχνης. Αυτός κατηγορεί την τελειότητα της ιαπωνικής κοινωνίας και την ονομάζει “αυτοκρατορικό φασισμό”. Λέει πράγματι, δεν υπάρχουν κοινωνικές ανισότητες έντονες, ενώ έχουμε έντονα κεφαλαιοκρατισμό και ελεύθερη οικονομία. Είναι χώρα, η μόνη που σέβεται την τρίτη ηλικία.
Υπάρχουν πόλεις που δεν έχεις επίθεση όποια ώρα της ημέρας βρεθείς είτε ως ξένος, είτε ως ντόπιος. Είναι η πρώτη χώρα στον κόσμο που δηλώνει τα ανευρεθέντα κατά 98%, δηλαδή όποιος Ιάπωνας βρει μια περιουσία στον δρόμο ή ένα δαχτυλίδι, κατά 98% το παραδίδει. Ο Νακαγκάμι το αρνείται αυτό και λέει: “αυτό δεν είναι ζωή. Αυτό είναι φασισμός”. Κι εκεί τελειώνουν όλες οι θεωρίες, λες τι θέλει αυτός ο άνθρωπος;
Μπορεί να αρέσει σαν κοινωνικό σύστημα σε εμάς, αλλά δεν αρέσει σε αυτόν. Λέει ότι είναι μία υποκρισία. Ναι, αλλά είναι μία υποκρισία που αποδεικνύεται τα 100 τελευταία χρόνια - γιατί είναι ένας φρέσκος λαός οι Ιάπωνες. Αν εμείς υπερηφανευόμαστε για τον Κυναίγειρο, τότε αυτοί τι να πουν για τους καμικάζι; Μπορεί να μην τους θέλουμε γιατί ανήκουν σε ένα άλλο στρατόπεδο, αλλά ψυχολογικά σε άλλο στρατόπεδο όχι νοητικά. Αυτό είναι μία πραγματικότητα.
Έχουν μία πάρα πολύ δυνατή ιστορία και όμως αυτή είναι κατακριτέα.
Εκεί μέσα λοιπόν όταν βλέπουμε και το έργο τέχνης καταλαβαίνουμε ότι έχει εκδοχές. Σίγουρα υπάρχουν μερικά πράγματα που δεν περνούν την βάση, σαν τα πολιτικά κόμματα, και αξίζει να τα ανιχνεύσεις”. Η συζήτηση θα μπορούσε να συνεχισθεί - το σίγουρο είναι ότι γνωρίσαμε ένα πολύ φιλοσοφημένο καλλιτέχνη που δήλωσε φίλος της Θράκης και θα ξανάρθει στο τόπο μας…