Φτάνει ως το καράβι.
Φτάνει ως τα κατάρτια.
Μα δε φτάνει ψηλά στο φεγγάρι...
Γιάννης Σταύρου, Πειραιάς με φεγγάρι, λάδι σε καμβά
Μίλτος Σαχτούρης
Ορυχείο
Σου γράφω γεμάτη τρόμο μέσα από μια στοά
νυχτερινή
φωτισμένη από μίαν ελάχιστη λάμπα σα δαχτυλίθρα
ένα βαγόνι περνάει από πάνω μου προσεχτικά
ψάχνει τις αποστάσεις του μη με χτυπήσει
εγώ πάλι άλλοτε κάνω πως κοιμάμαι άλλοτε
πως μαντάρω ένα ζευγάρι κάλτσες παλιές
γιατί έχουν όλα γύρω μου παράξενα παλιώσει
Στο σπίτι
χτες
καθώς άνοιξα τη ντουλάπα έσβησε γίνηκε
σκόνη μ’ όλα τα ρούχα της μαζί
τα πιάτα σπάζουν μόλις κανείς τα’ αγγίξει
φοβάμαι κι έχω κρύψει τα πηρούνια και τα
μαχαίρια
τα μαλλιά μου έχουν γίνει κάτι σα στουπί
το στόμα μου άσπρισε και με πονάει
τα χέρια μου είναι πέτρινα
τα πόδια μου είναι ξύλινα
με τριγυρίζουν κλαίγοντας τρία μικρά παιδιά
δεν ξέρω πως γίνηκε και με φωνάζουν μ ά ν α
Θέλησα να σου γράψω για τις παλιές μας τις χαρές
όμως έχω ξεχάσει να γράφω για πράγματα
χαρούμενα
Να με θυμάσαι
O ναύτης
Ένας ναύτης ψηλά
στα κάτασπρα ντυμένος
τρέχει μες στο φεγγάρι.
Κι η κοπέλα απ`τη γη
με τα κόκκινα μάτια
λέει ένα τραγούδι
που δε φτάνει ως το ναύτη.
Φτάνει ως το λιμάνι.
Φτάνει ως το καράβι.
Φτάνει ως τα κατάρτια.
Μα δε φτάνει ψηλά στο φεγγάρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου