και που, σκυφτό, παράξενα βιβλία φυλλομετρεί,
κι απέναντί του το κοιτούν παλιάτσοι αραδιασμένοι...
Νίκος Καββαδίας
Ἤθελα πάντα νά 'μενα μικρό κι ἁγνό παιδί
πού ἀπ' τό ψυχρό δωμάτιό του ἔξω ποτέ δέ βγαίνει
καί πού, σκυφτό, παράξενα βιβλία φυλλομετρεῖ,
κι ἀπέναντί του τό κοιτοῦν παλιάτσοι ἀραδιασμένοι
πού ἔχει μιά ἤρεμη καρδιά καί σά μικροῦ πουλιοῦ δειλή,
καί πού ἄλλη δέν ἐγνώρισε γυναίκα ἀπ' τή μαμά του'
πού ὧρες πολλές, σέ μιά γωνιά, μένει καί διόλου δέ μιλεῖ,
καί κάποια κούκλα πού ἀγαπᾶ κρατάει σφιχτά σιμά του'
πού τά ψυχρά ἀπογέματα, τα φθινοπωρινά,
τό δρόμο ἔξω κοιτάζοντας ἀπ' τό παράθυρό του,
ἄγνωστα μέρη σκέφτεται, ταξίδια μακρυνά,
πού στά βιβλία πού διάβασεν ἤ πού εἶδε στ' ὄνειρό του...
Καί μιά βραδιά χειμερινή πού ὅλα μέ χιόνι ἔχουν στρωθεῖ,
μές στό ψυχρό καί θλιβερό δωμάτιό του πεθαίνει
κι ὡς 'Αρλεκίνος νά τόν πάρει ὁ Χάρος ἔχει ἐρθεῖ
κι ἀπέναντί του τόν κοιτοῦν παλιάτσοι συντριμμένοι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου